Δημοφιλείς αναρτήσεις

Τετάρτη 31 Αυγούστου 2011

Όσοι δεν έχουν δικά τους προσόντα, καταφεύγουν στους ενδόξους προγόνους και παππούδες τους, με άλλα λόγια, σε τάφους και μνήματα.Μένανδρος, 4ος αιων π.Χ., Αρχαίος Έλληνας ποιητής

Βιβλία : Ο ΙΕΡΟΣΥΛΟΣ" του Γουίλιαμ Ράιαν

Όταν παίρνεις στα χέρια σου το πρωτόλειο του Γουίλιαμ Ράιαν με τίτλο "Ο ΙΕΡΟΣΥΛΟΣ" (Εκδόσεις "ΔΙΟΠΤΡΑ"), συνειδητοποιείς, ότι έχεις μπροστά σου μια συναρπαστική ιστορία, η οποία διαδραματίζεται στη σταλινική Ε.Σ.Σ.Δ. την παραμονή των μεγάλων διωγμών και αποτυπώνει με πειστικότητα την ατμόσφαιρα της εποχής εκείνης.

Πρωταγωνιστής εδώ είναι ο Αλεξέι Κόρολεφ, λοχαγός της Μιλίτσια (πολιτοφυλακής, που εκτελούσε χρέη αστυνομίας στην Ε.Σ.Σ.Δ.) και αφοσιωμένος στην εξουσία, ο οποίος έρχεται αντιμέτωπος με ένα αποτρόπαιο έγκλημα. Μια γυναίκα έχει δολοφονηθεί μέσα σε μια εγκαταλελειμμένη εκκλησία, αφού πρώτα βασανίστηκε φρικτά. Η απουσία επαρκών στοιχείων εμποδίζει την πρόοδο των ερευνών του Κόρολεφ, ενώ η αποκάλυψη της ταυτότητας του θύματος κινεί το ενδιαφέρον της ΝιΚαΒεΝτε - προδρόμου της ΚαΓκεΜπε - για την υπόθεση αυτή. Καθώς, όμως, τα πτώματα πληθαίνουν, η υπόθεση αποδεικνύεται, ότι αφορά και πρόσωπα εκτός του υποκόσμου, θέτοντας, έτσι, σε αμφιβολία την πίστη του Κόρολεφ στην εξουσία.

Αναφέρθηκα παραπάνω στην πιστή αναπαράσταση της σταλινικής Ε.Σ.Σ.Δ. του 1936, όταν και εκτυλίσσεται η υπόθεση. Οι σταλινικές διώξεις έχουν ήδη ξεκινήσει, ο τρόμος, που κατέλαβε στη συνέχεια τους Σοβιετικούς υπηκόους, δεν έχει, ακόμα, ξεσπάσει αλλά σταδιακά τους καταλαμβάνει. Ο συγγραφέας μελέτησε πολλά πονήματα, που αναφέρονται στην εποχή εκείνη, αρκετά εκ των οποίων έχουν μεταφραστεί και στα ελληνικά, ώστε να μας μεταφέρει στο κλίμα της εποχής εκείνης. Ο πρωταγωνιστής Αλεξέι Κόρολεφ είναι ένας άριστος αστυνομικός, ο οποίος καταφέρνει να επιλύσει το σύνολο, σχεδόν, των υποθέσεων, που αναλαμβάνει. Πιστεύει στη νέα εξουσία και είναι αφοσιωμένος σε αυτή, έστω και αν δεν είναι, ακόμα, μέλος του Κόμματος. Ωστόσο, διατηρεί αρκετές αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητα του νέου καθεστώτος, ενώ προσπαθεί να διατηρήσει και τη θρησκευτική του πίστη σε ένα περιβάλλον, που την εχθρεύεται σφόδρα. Πολύ έξυπνα ο συγγραφέας πατάει πάνω στο μύθο ενός παλαιού κειμηλίου, που εξαφανίστηκε, όταν επεκράτησαν οι Μπολσεβίκοι, και το αναζητούν περισσότερα πρόσωπα, το καθένα για τους δικούς του λόγους, ώστε να κεντρίσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη.

Βρήκα την ιστορία με το παραπάνω κειμήλιο ιδιαίτερα ελκυστική, ειδικά αν σκεφτεί κανείς την τάση του αναγνωστικού κοινού να αναζητεί βιβλία, που ασχολούνται με χαμένα αντικείμενα ή θρύλους (θυμηθείτε "ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΡΟΔΟΥ" αλλά και τον "ΚΩΔΙΚΑ ΝΤΑ ΒΙΝΤΣΙ"), ενώ και η αναπαράσταση της εποχής είναι πειστική με το συγγραφέα να έχει αφομοιώσει τις επιρροές του από τα σχετικά με την εποχή εκείνη πονήματα - σε αντίθεση, λόγου χάρη, με τον κ. Τομ Ρομπ Σμιθ, ο οποίος στο "ΠΑΙΔΙ 44" μετέφερε αχώνευτα ολόκληρα κομμάτια από το "ΑΡΧΙΠΕΛΑΓΟΣ ΓΚΟΥΛΑΓΚ" του Σολζενίτσιν. Οι κεντρικοί ήρωες ταιριάζουν στους τύπους των ανθρώπων εκείνης της εποχής - ο αφοσιωμένος στη νέα εξουσία αξιωματικός, ο αδίστακτος βαθμοφόρος, το πρόθυμο να βάψει τα χέρια του με αίμα όργανο, ο αμόρφωτος φανατικός πιστός του Κόμματος, ο οποίος γυρεύει αφορμή, για να καταγγείλει τους πάντες - και το αίσθημα του φόβου, που αρχίζει να καλλιεργείται μέσα τους, είναι αυτό ακριβώς που εκείνη την εποχή είχε αρχίσει να εμφανίζεται στην Ε.Σ.Σ.Δ. Βέβαια, ο πρωταγωνιστής ξεφεύγει λίγο από το πρότυπο της εποχής αλλά αυτό επιβάλλεται, εφόσον θέλουμε ένα πρόσωπο ξεχωριστό, το οποίο ξεπερνάει, χάρη στην αντίληψή του, τις αγκυλώσεις της εποχής του και φτάνει μέχρι το τέλος. Επίσης, ο συγγραφέας επέλεξε να διαχειριστεί με φειδώ αλλά και προσοχή τις ιστορικές πληροφορίες του και όχι να καταπλακώσει τον αναγνώστη με τεράστιο όγκο πληροφοριών, που θα θύμιζαν περισσότερο ρεπορτάζ και λιγότερο μυθιστόρημα.

Διεκδικεί λογοτεχνικές δάφνες το εν λόγω βιβλίο; Η απάντηση είναι αρνητική αλλά κάτι τέτοιο δεν το περιμένω από ένα αστυνομικό μυθιστόρημα. Έχει δράση; Σίγουρα όχι αυτή, που περιμένει κανείς από ένα βιβλίο αυτού του είδους αλλά ας μην ξεχνάμε τα στενά περιθώρια, που αφήνουν οι ιστορικές συνθήκες της εποχής εκείνης. Πείθει τον αναγνώστη; Εδώ ίσως βρίσκεται ένα ελάττωμα, αφού ο συγγραφέας εμμένει να παρουσιάζει το δράστη να παραδέχεται την ενοχή του λίγο πριν αποπειραθεί να σκοτώσει τον πρωταγωνιστή, ο οποίος, όπως συνηθίζεται στα βιβλία, τη γλυτώνει. Προσωπικά, έχω βαρεθεί να διαβάζω βιβλία, όπου ο εγκληματίας ομολογεί στους διώκτες του, ότι αυτός διέπραξε το τάδε έγκλημα, παραθέτει λεπτομέρειες του σχεδίου, που κατέστρωσε, και, στη συνέχεια, λίγο πριν σκοτώσει τους διώκτες του, κάτι συμβαίνει και όχι μόνο τη γλυτώνουν οι διώκτες αλλά αποδίδεται και δικαιοσύνη. Φυσικά, δεν θέλω να βλέπω τον πρωταγωνιστή να σκοτώνεται αλλά κάποια στιγμή αυτή η συνήθεια του ευτυχισμένου τέλους πρέπει να σταματήσει, διότι απλά δεν είναι αληθοφανές.

Αυτό, που απομένει, είναι η αναγνωστική απόλαυση της ιστορίας μέσα από την πιστή απόδοση της σταλινικής εποχής, πράγμα το οποίο αποτελεί τη σπουδαιότερη αρετή του συγκεκριμένου βιβλίου. Οι λάτρεις του αστυνομικού μυθιστορήματος θα το αγαπήσουν και ίσως φωνάξουν "θέλουμε και άλλο Κόρολεφ". Κάτι μου λέει, ότι θα τον δούμε σύντομα.

Τρίτη 30 Αυγούστου 2011

Η σχετικότητα της ελευθερίας της έκφρασης : η περίπτωση του Δήμου Πατρέων

Αρχικά, ο Δήμος Πατρέων αποφάσισε να εντάξει τη θεατρική παράσταση "ΤΑ ΚΟΡΙΤΣΙΑ ΜΕ ΤΑ ΜΑΥΡΑ", των κ.κ. Ρήγα και Αποστόλου στο πρόγραμμα εκδηλώσεων του καλλιτεχνικού φεστιβάλ του. Δεν γνωρίζω το περιεχόμενο ή την υπόθεση του συγκεκριμένου έργου και, συνεπώς, δεν μπορώ να εκφέρω κάποια άποψη επ' αυτού.


Δεν γνωρίζω, αν κάποιος στην Ιερά Μητρόπολη Πατρών είδε αυτό το έργο, όταν ανέβηκε σε κάποια άλλη πόλη. Προφανώς κάποιος, όμως, την ενημέρωσε, ότι το έργο αυτό έθιγε την Εκκλησία της Ελλάδος εξού και το σχετικό διάβημα προς το Δήμο Πατρέων, με το οποίο ζητούνταν η ματαίωση της παράστασης. Ο παραλήπτης του σχετικού διαβήματος συνεμορφώθη με τας υποδείξεις της Ι.Μ. Πατρών και απέσυρε την παράσταση αυτή από το πρόγραμμα των παραπάνω εκδηλώσεων.


Δεν έχει νόημα να επαναλάβω, ότι η Εκκλησία της Ελλάδος, όπως και οποιοσδήποτε θρησκευτικός οργανισμός, δεν νομιμοποιείται να αξιώνει τη ματαίωση θεατρικών παραστάσεων με το πρόσχημα της προσβολής του θρησκευτικού συναισθήματος των δημοτών των Πατρών. Άλλωστε, στην πόλη μας ζουν και εργάζονται πολλοί άνθρωποι αλλόδοξοι ή αλλόθρησκοι ή απλά μη διακατεχόμενοι από πάσης φύσεως μεταφυσικές ανησυχίες, ενώ υπάρχουν και πάρα πολλοί χριστιανοί ορθόδοξοι, που δεν επιθυμούν κανένα τρίτο να παρεμβαίνει για λογαριασμό τους και να ματαιώνει καλλιτεχνικά δρώμενα επικαλούμενος την προστασία των θρησκευτικών ηθών τους.


Προσωπικά ενοχλήθηκα αφάνταστα, που ένας δήμος, στην πόλη του οποίου κατοίκησαν και δημιούργησαν για δεκάδες χρόνια και σε αγαστή συνεργασία με τους χριστιανούς ορθοδόξους κατοίκους του χριστιανοί καθολικοί, χριστιανοί διαμαρτυρόμενοι, Εβραίοι κ.λπ., χωρίς ποτέ να γνωρίσουν διωγμούς και διακρίσεις, λόγω των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων, αποφάσισε να καταστήσει συνομιλητή του σε ένα θέμα άσχετο με τη θρησκευτική ελευθερία, την Ι.Μ. Πατρών, αποδεικνύοντας με τον πιο άσχημο τρόπο αφενός ότι δεν σέβεται μια θεατρική παράσταση, που ανεξαρτήτως περιεχομένου ή καλλιτεχνικής αξίας αποτελεί μια έκφανση του δικαιώματος στην ελευθερία της έκφρασης, αφετέρου ότι κάποια πρόσωπα είναι υπεράνω των υπολοίπων, επειδή τυγχάνει να είναι λειτουργοί της "επικρατούσας θρησκείας" και, ως εκ τούτου, δύνανται να επιβάλλουν την άποψή τους σε ένα Ο.Τ.Α., που υποτίθεται, ότι εκπροσωπεί όλους τους δημότες αυτής της πόλης ανεξαρτήτως θρησκευτικών απόψεων. Ακόμα χειρότερα, ο Δήμος Πατρέων νομιμοποίησε την Ι.Μ. Πατρών να έχει λόγο σε θέματα εντελώς άσχετα με τη λειτουργία και τις αρμοδιότητές της, ανοίγοντας, έτσι, το δρόμο, ώστε μελλοντικά είτε αυτή είτε κάποιος άλλος θρησκευτικός οργανισμός, ανεξαρτήτως δόγματος ή θρησκείας, να παρεμβαίνει και να αξιώνει τη ματαίωση παραστάσεων, που θεωρεί, ότι θίγουν τους πιστούς του.


Πίστευα, ότι ζούσα σε μια πόλη, όπου οι θρησκευτικές πεποιθήσεις του καθενός είναι σεβαστές, όπως, επίσης, και το δικαίωμά του να κρίνει μια θρησκεία ή ένα δόγμα ακόμα και μέσα από το πρίσμα της σάτιρας. Ο Δήμος Πατρέων, δυστυχώς, φρόντισε, ώστε να καταρριφθεί αυτή η πεποίθησή μου. Κρίμα, πραγματικά κρίμα!

Βιβλία : "Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΠΕΘΑΝΕ ΔΥΟ ΦΟΡΕΣ", του Μάνου Ελευθερίου.

Η συγγραφή ενός ιστορικού μυθιστορήματος περιέχει αρκετούς κινδύνους. Αφενός ο συγγραφέας πρέπει να συλλέξει το ιστορικό υλικό για το θέμα, που θα πραγματευτεί, να το ξεσκαρτάρει και να κρατήσει εκείνο, που ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και τη δική του οπτική, αν λάβουμε υπόψη, ότι υπάρχουν ιστορικά ζητήματα με περισσότερες της μιας ερμημείες. Αφετέρου, οφείλει να εντάξει τον ήρωά του ή τους ήρωές του στην ιστορία αυτή, διατηρώντας τις ιστορικές ισορροπίες. Φυσικά, υπάρχει και η δυνατότητα να παρακάμψει αυτές τις υποχρεώσεις και να διαπραγματευτεί ελεύθερα το θέμα του, χωρίς να δεσμεύεται από τα ιστορικά δεδομένα.
Ο κ. Μάνος Ελευθερίου επέλεξε να μείνει πιστός στα ιστορικά δεδομένα και, μάλιστα, από τη σκοπιά του ανθρώπου, που θεωρεί, ότι η εκτέλεση της ηθοποιού Ελένης Παπαδάκη κατά τα Δεκεμβριανά (1944) υπαγορεύτηκε από ταπεινά ελατήρια συναδέλφων της, οι οποίοι πρόθυμα την κατέδωσαν στο Ε.Α.Μ. Συνέλεξε, λοιπόν, ένα τεράστιο όγκο πληροφοριών και επέλεξε ως πρωταγωνιστή ένα νεαρό σχετικά πρόσωπο, το οποίο αναζητεί την αλήθεια για το θάνατο της σπουδαίας αυτής ηθοποιού. Παράλληλα με την αναζήτησή του αυτή, εξελίσσεται η ιστορία της ηθοποιού, η οποία υποτίθεται, ότι επέζησε από το εκτελεστικό απόσπασμα, επειδή ως πτώμα της αναγνωρίστηκε αυτό μιας άλλης γυναίκας. Το αποτέλεσμα ήταν το βιβλίο "Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΠΕΘΑΝΕ ΔΥΟ ΦΟΡΕΣ" (Εκδόσεις "ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ"), το οποίο, αν δεν απατώμαι, έλαβε κάποιο κρατικό βραβείο και πούλησε πάνω από 40.000 αντίτυπα, αριθμός διόλου ευκαταφρόνητος για τα ελληνικά δεδομένα.
Περίμενα, ότι ο εν λόγω συγγραφέας, ο οποίος και πολύ καλός γνώστης της ιστορίας του νεοελληνικού θεάτρου είναι και συγγραφικό ταλέντο διαθέτει, θα έδινε μια συναρπαστική ιστορία. Αντ' αυτού, όμως, διάβασα δύο παράλληλες ιστορίες, αυτή του πρωταγωνιστή, που αναζητεί την αλήθεια γύρω από το θάνατο της ηθοποιού, και της ηθοποιού, η οποία παρατηρεί τις εξελίξεις. Ενδιάμεσα παρεμβάλλονται κάποιοι μονόλογοι, οι οποίοι απλά κουράζουν με τη μονοτονία τους. Και, δυστυχώς, δεν είναι μόνο το υποκειμενικό θέμα της βαρεμάρας, η οποία με κατέλαβε από τις πρώτες κιόλας σελίδες. Το όλο εγχείρημα φαίνεται, ότι πλακώθηκε από τον όγκο των ιστορικών δεδομένων, σε βαθμό ώστε οι χαρακτήρες και η πλοκή του βιβλίου να περνούν σε δεύτερη μοίρα. Οι ιστορικές πληροφορίες είναι τόσες, που πνίγουν τον αναγνώστη και υπερτερούν δραματικά έναντι του στοιχείου της μυθοπλασίας, σε βαθμό που κουράζει. Οι διάλογοι μεταξύ των πρωταγωνιστών είναι εντελώς μονότονοι και στο τέλος δεν οδηγούν πουθενά και αφήνουν τον αναγνώστη αμήχανο.
Τί ήθελε να πει ο συγγραφέας με το μέτριο αυτό βιβλίο; Ακόμα αναζητώ μια απάντηση, όπως και αναρωτιέμαι, αν ήταν, πράγματι, τόσο χειρότερα τα βιβλία, που δεν βραβεύτηκαν έναντι του συγκεκριμένου. Πέρα από αυτά, όμως, αν το βιβλίο οδηγεί σε αδιέξοδο και, επιπλέον, δεν διεκδικεί δάφνες για τη λογοτεχνική του αξία, τότε πολύ απλά μάλλον πρέπει να το προσπεράσουμε. Και δεν είμαι ο μόνος, που το πιστεύει αυτό.

Δευτέρα 29 Αυγούστου 2011

Η συγγραφή ενός ιστορικού μυθιστορήματος περιέχει αρκετούς κινδύνους. Αφενός ο συγγραφέας πρέπει να συλλέξει το ιστορικό υλικό για το θέμα, που θα πραγματευτεί, να το ξεσκαρτάρει και να κρατήσει εκείνο, που ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και τη δική του οπτική, αν λάβουμε υπόψη, ότι υπάρχουν ιστορικά ζητήματα με περισσότερες της μιας ερμημείες. Αφετέρου, οφείλει να εντάξει τον ήρωά του ή τους ήρωές του στην ιστορία αυτή, διατηρώντας τις ιστορικές ισορροπίες. Φυσικά, υπάρχει και η δυνατότητα να παρακάμψει αυτές τις υποχρεώσεις και να διαπραγματευτεί ελεύθερα το θέμα του, χωρίς να δεσμεύεται από τα ιστορικά δεδομένα.


Ο κ. Μάνος Ελευθερίου επέλεξε να μείνει πιστός στα ιστορικά δεδομένα και, μάλιστα, από τη σκοπιά του ανθρώπου, που θεωρεί, ότι η εκτέλεση της ηθοποιού Ελένης Παπαδάκη κατά τα Δεκεμβριανά (1944) υπαγορεύτηκε από ταπεινά ελατήρια συναδέλφων της, οι οποίοι πρόθυμα την κατέδωσαν στο Ε.Α.Μ. Συνέλεξε, λοιπόν, ένα τεράστιο όγκο πληροφοριών και επέλεξε ως πρωταγωνιστή ένα νεαρό σχετικά πρόσωπο, το οποίο αναζητεί την αλήθεια για το θάνατο της σπουδαίας αυτής ηθοποιού. Παράλληλα με την αναζήτησή του αυτή, εξελίσσεται η ιστορία της ηθοποιού, η οποία υποτίθεται, ότι επέζησε από το εκτελεστικό απόσπασμα, επειδή ως πτώμα της αναγνωρίστηκε αυτό μιας άλλης γυναίκας. Το αποτέλεσμα ήταν το βιβλίο "Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΠΕΘΑΝΕ ΔΥΟ ΦΟΡΕΣ" (Εκδόσεις "ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ"), το οποίο, αν δεν απατώμαι, έλαβε κάποιο κρατικό βραβείο και πούλησε πάνω από 40.000 αντίτυπα, αριθμός διόλου ευκαταφρόνητος για τα ελληνικά δεδομένα.


Περίμενα, ότι ο εν λόγω συγγραφέας, ο οποίος και πολύ καλός γνώστης της ιστορίας του νεοελληνικού θεάτρου είναι και συγγραφικό ταλέντο διαθέτει, θα έδινε μια συναρπαστική ιστορία. Αντ' αυτού, όμως, διάβασα δύο παράλληλες ιστορίες, αυτή του πρωταγωνιστή, που αναζητεί την αλήθεια γύρω από το θάνατο της ηθοποιού, και της ηθοποιού, η οποία παρατηρεί τις εξελίξεις. Ενδιάμεσα παρεμβάλλονται κάποιοι μονόλογοι, οι οποίοι απλά κουράζουν με τη μονοτονία τους. Και, δυστυχώς, δεν είναι μόνο το υποκειμενικό θέμα της βαρεμάρας, η οποία με κατέλαβε από τις πρώτες κιόλας σελίδες. Το όλο εγχείρημα φαίνεται, ότι πλακώθηκε από τον όγκο των ιστορικών δεδομένων, σε βαθμό ώστε οι χαρακτήρες και η πλοκή του βιβλίου να περνούν σε δεύτερη μοίρα. Οι ιστορικές πληροφορίες είναι τόσες, που πνίγουν τον αναγνώστη και υπερτερούν δραματικά έναντι του στοιχείου της μυθοπλασίας, σε βαθμό που κουράζει. Οι διάλογοι μεταξύ των πρωταγωνιστών είναι εντελώς μονότονοι και στο τέλος δεν οδηγούν πουθενά και αφήνουν τον αναγνώστη αμήχανο.


Τί ήθελε να πει ο συγγραφέας με το μέτριο αυτό βιβλίο, αναρωτιόμουν. Ακόμα αναζητώ μια απάντηση, όπως και αναρωτιέμαι, αν ήταν, πράγματι, τόσο χειρότερα τα βιβλία, που δεν βραβεύτηκαν έναντι του συγκεκριμένου. Πέρα από αυτά, όμως, αν το βιβλίο οδηγεί σε αδιέξοδο και, επιπλέον, δεν διεκδικεί δάφνες για τη λογοτεχνική του αξία, τότε πολύ απλά μάλλον πρέπει να το προσπεράσουμε.

Στο Δήμο Πατρέων ζουν χιλιάδες πρόσωπα, που δηλώνουν χριστιανοί ορθόδοξοι. Ζουν, όμως, και καθολικοί, απόγονοι των Ιταλών, που είχαν έλθει στην Πάτρα στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, αλλά και πιστοί άλλων δογμάτων και θρησκειών ως και άθεοι. Οι περισσότεροι από αυτούς ψηφίζουν στην Πάτρα και πολλοί εξ αυτών αδιαφορούν για τις θρησκευτικές πεποιθήσεις των συμπολιτών τους.



Ο Δήμος Πατρέων αποφάσισε να θέσει υπό την αιγίδα του τη θεατρική παράσταση "Τα κορίτσια με τα μαύρα", του διδύμου Ρέππα-Παπαθανασίου, το οποίο θα παρουσιαζόταν στα πλαίσια του καλλιτεχνικού φεστιβάλ του Δήμου. Ακούγεται, ότι η εν λόγω παράσταση σατιρίζει την Εκκλησία της Ελλάδος. Δεν έχω προσωπική άποψη, διότι δεν έχω παρακολουθήσει το εν λόγω έργο ούτε προτίθεμαι να το πράξω, αφού τα γούστα μου διαφέρουν αρκετά από αυτά των συγγραφέων του.



Προφανώς ούτε κάποιος από την Ιερά Μητρόπολη Πατρών έχει παρακολουθήσει το έργο αυτό. Κάποιος, όμως, που το έχει παρακολουθήσει, ανέλαβε να ενημερώσει τη Μητρόπολη, ότι το έργο αυτό προσβάλλει την Εκκλησία, και η Μητρόπολη προέβη σε διαμαρτυρία στο Δήμο Πατρέων, ζητώντας να ματαιωθεί η παράσταση. Προσοχή, η Ιερά Μητρόπολη δεν ζήτησε ακρόαση από τον κ. Δήμαρχο, προκειμένου να βοηθήσει στην αποκατάσταση των οικονομικών προβλημάτων, που ταλανίζουν πολλά ιδρύματα της πόλης μας, ούτε θέλησε να μιλήσει μαζί του για την απουσία ευκτηρίου οίκου των εκατοντάδων μουσουλμάνων, που ζουν στην πόλη, υλοποιώντας, έτσι, την παραπάνω ρήση. Απλά ζήτησε να ματαιωθεί η παράσταση.



Το κακό δεν είναι μόνο το γεγονός, ότι ο Δήμος Πατρέων αποφάσισε να αποσύρει την αιγίδα του από την παράσταση αυτή και να την θέσει εκτός των εκδηλώσεων του παραπάνω φεστιβάλ, αλλά ότι κατέστησε συνομιλητή του για ένα αμιγώς καλλιτεχνικό ζήτημα ένα οργανισμό, ο οποίος δικαιούται να φέρει αντιρρήσεις σε όσα τον δυσαρεστούν αλλά επ' ουδενί λόγω νομιμοποιούνταν να αξιώσει τη ματαίωση μιας θεατρικής παράστασης. Έτσι, ο Δήμος νομιμοποίησε στα μάτι των δημοτών του ένα οργανισμό, ο οποίος στο όνομα, δήθεν, της προστασίας των ηθών του ποιμνίου του, το οποίο, φυσικά, δεν ρωτήθηκε για την πρωτοβουλία αυτή, επέβαλε τη ματαίωση μιας θεατρικής παράστασης.

Η απώλεια ενός ευπατρίδη

Για το Λεωνίδα Κύρκο έχουν ακουστεί πολλά αντικρουόμενα λόγια. Για κάποιους υπήρξε ένας από τους Νέστορες της μεταπολιτευτικής πολιτικής ζωής, ένας πολιτικός με μακροχρόνιους αγώνες για την Αριστερά και την ελευθερία σε μια εποχή, που και οι δύο έννοιες αποτελούσαν το κόκκινο πανί για την καθεστώσα τάξη, με ανοικτούς ορίζοντες και έτοιμος να επισημάνει τις δυσκαμψίες της παράταξής του και να συγκρουστεί με ό,τι έκρινε, ότι την έβλαπτε. Για τους επικριτές του ήταν ένας κακός παίκτης φυσαρμόνικας και σίγουρα ένας κάκιστος πολιτικός, επί των ημερών του οποίου το ΚΚΕ εσωτερικού έμεινε εκτός Βουλής και απέτυχε να διαχειριστεί προς όφελος της Ανανεωτικής Αριστεράς τον όγκο των φίλων της, που απαλλαγμένοι από τις έως τη Μεταπολίτευση διώξεις είχαν από το 1974 και μετά τη δυνατότητα να την υποστηρίξουν ανοικτά και χωρίς το φόβο του χωροφύλακα.
Στην πραγματικότητα, ο Λεωνίδας Κύρκος υπήρξε ένας πολιτικός με τις αρετές και τα λάθη του, όπως και κάθε πολιτικός, που πέρασε από την πολιτική ζωή του τόπου μας. Υπήρξε ένας από τους πρώτους αριστερούς, που διέγνωσε την ανάγκη να απαλλαγεί η Αριστερά από τα κομμουνιστικά βαρίδια, τα οποία την εμπόδιζαν να αντιμετωπίσει με λιγότερη προκατάληψη τις εξελίξεις ανά τον κόσμο. Ήταν ένας από τους στυλοβάτες της ελληνικής Αριστεράς σε μια εποχή, που η ένταξη κάποιου στο συγκεκριμένο πολιτικό χώρο συνεπαγόταν διωγμούς και ταλαιπωρίες, τα οποία και βίωσε ο Λεωνίδας Κύρκος. Μεταπολιτευτικά προσπάθησε να προσελκύσει τους συμπαθούντες την Αριστερά στο Κ.Κ.Ε. εσωτερικού. Απέτυχε παταγωδώς για τρεις λόγους :


.- Η ιδιοσυγκρασία του δεν του επέτρεψε να κάνει δημαγωγία, προκειμένου να κερδισει ψήφους. Ανέκαθεν προτιμούσε τη σύνεση από τα εμπρηστικά λόγια και απέφευγε τις προκλητικές δηλώσεις αλλά και την αλαζονεία, που διακρίνει σήμερα ένα κομμάτι της λεγόμενης Ανανεωτικής Αριστεράς.


.- Έπεσε πάνω στο φαινόμενο του ΠΑ.ΣΟ.Κ., το οποίο καθοδηγούμενο από τον Ανδρέα Παπανδρέου έτρεχε με σπασμένα φρένα προς την εξουσία. Το σύνθημα του Ανδρέα Παπανδρέου "καμμία ψήφος στη Δεξιά" έστρεψε τότε πολλούς φίλα προσκείμενους στην Αριστερά ψηφοφόρους στο ΠΑ.ΣΟ.Κ., ίσως επειδή αυτό παρείχε περισσότερα εχέγγυα, για την κατάληψη της .


.- Το Κ.Κ.Ε. εσωτερικού υπήρξε ένα κόμμα, του οποίου τα στελέχη φημίζονταν για την καλλιέργειά τους αλλά και το ήθος τους, ό,τι πρέπει, δηλαδή, για να γίνουν αντιπαθείς από το σύνολο ενός λαού, που ποτέ δεν είχε αγαστές σχέσεις με τη μόρφωση. Ένα κόμμα τέτοιου τύπου, το οποίο δεν υποσχόταν διορισμούς και ρουσφέτια, δεν έταζε λαγούς με πετραχήλια και δεν χάιδευε τα αυτιά κανενός ακραίου, ήταν καταδικασμένο σε αποτυχία.


Προς το τέλος της ζωής του, ο Λεωνίδας Κύρκος έκανε κάτι το ασυνήθιστο για Έλληνα αριστερό. Μέσα από το βιβλίο του με τίτλο "ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΚΥΡΚΟΣ : ΕΚ ΒΑΘΕΩΝ", ο εν λόγω πολιτικός αναγνώρισε λάθη στις επιλογές του και προέβη σε μια εν γένει αυτοκριτική. Στις πρώτες κιόλας μέρες κυκλοφορίας του εν λόγω βιβλίου οι βολές από τους πρώην συντρόφους του έπεφταν με ρυθμούς οπλοπολυβόλου. Και εκεί έγκειται ίσως η αξία του βιβλίου αυτού, ότι απέδειξε την απουσία γνήσιας αυτοκριτικής από ένα ένδοξο κομμάτι του ελληνικού πολιτικού κόσμου.


Κρίνοντας εκ του αποτελέσματος, ο Λεωνίδας Κύρκος δεν υπήρξε επιτυχημένος πολιτικός. Ούτε υπήρξε αναμάρτητος. Αλλά η αναζήτηση αναμάρτητων πολιτικών με θητεία στα κοινοβούλια όλου του κόσμου είναι το ίδιο μάταιη με την αναζήτηση οξυγόνου στο φεγγάρι. Στο σκληρό κόσμο της πολιτικής κάθε πρόσωπο πιστώνεται με κάποιες εσφαλμένες επιλογές. Ο Λεωνίδας Κύρκος, όμως, υπήρξε ένας πολιτικός, ο οποίος απέφυγε τα σοβαρά λάθη και τόλμησε να κάνει μια δημόσια αυτοκριτική, αναγνωρίζοντας τα οποία σφάλματά του, χωρίς να λησμονούμε ήθος του, το οποίο δεν του επέτρεψε να υιοθετήσει τακτικές ευκολίας, καταστάσεις, που μόνο αυτονόητες δεν λογίζονται στη χώρα μας. Και αυτά υπεραρκούν για να του χαρίσουν τον τίτλο του ευπατρίδη.


Κυριακή 28 Αυγούστου 2011



Για το Λεωνίδα Κύρκο έχουν ακουστεί πολλά αντικρουόμενα λόγια. Για κάποιους υπήρξε ένας από τους Νέστορες της μεταπολιτευτικής πολιτικής ζωής, ένας πολιτικός με μακροχρόνιους αγώνες για την Αριστερά και την ελευθερία σε μια εποχή, που και οι δύο έννοιες αποτελούσαν το κόκκινο πανί για την καθεστώσα τάξη, με ανοικτούς ορίζοντες και έτοιμος να επισημάνει τις δυσκαμψίες της παράταξής του και να συγκρουστεί με ό,τι έκρινε, ότι την έβλαπτε. Για τους επικριτές του ήταν από ένας κακός παίκτης φυσαρμόνικας έως ένας κάκιστος πολιτικός, επί των ημερών του οποίου το ΚΚΕ εσωτερικού έμεινε εκτός Βουλής και απέτυχε να διαχειριστεί προς όφελος της Ανανεωτικής Αριστεράς τον όγκο των φίλων της, που απαλλαγμένοι από τις έως τη Μεταπολίτευση διώξεις είχαν από το 1974 και μετά τη δυνατότητα να την υποστηρίξουν ανοικτά και χωρίς το φόβο του χωροφύλακα.



Η αλήθεια είναι, ότι στη χώρα μας η ένταση, υπό το πρίσμα της οποίας κρίνουμε πρόσωπα και καταστάσεις, παραμένει σε ό,τι αφορά το Λεωνίδα Κύρκο. Οι πολιτικές του επιλογές αλλά και η ίδια η παρουσία του στον πολιτικό στίβο πυροδοτούσε αντιδράσεις. Κατ' αρχάς, μιλάμε για ένα πολιτικό, ο οποίος αρχικά φλερτάρισε με το Κ.Κ.Ε., για να αποχωρήσει αργότερα, κερδίζοντας εχθρούς και στα δύο στρατόπεδα, τους μεν οπαδούς του Κ.Κ.Ε., που τον κατηγόρησαν για οπορτουνισμό, τους δε οπαδούς της Δεξιάς να τον μέμφονται για κρυπτοκομμουνισμό, μια ιδιαίτερα προσφιλή κατηγορία για τους βουλευτές και ψηφοφόρους της Ε.Δ.Α. Οι πρώτοι, βέβαια, δεν του συγχώρησαν, ότι ηγήθηκε ενός κόμματος, του Κ.Κ.Ε. εσωτερικού, το οποίο προέκυψε από τη διαβόητη διάσπαση του 1968. Περαιτέρω, η απόφαση του Λεωνίδα Κύρκου να συνεργαστεί στις εκλογές του 1977 με την ΕΔΑ (η γνωστή Συμμαχία Προοδευτικών και Αριστερών Δυνάμεων) πυροδότησε κύμα αντιδράσεων, αφού κρίθηκε, ότι έτσι διασπάστηκε το ενιαίο αριστερό μέτωπο, που είχε κατέλθει στις προηγούμενες εκλογές.



Στην πραγματικότητα, ο Λεωνίδας Κύρκος υπήρξε ένας πολιτικός με τις αρετές και τα λάθη του, όπως και κάθε πολιτικός, που πέρασε από την πολιτική ζωή του τόπου μας. Υπήρξε ένας από τους πρώτους αριστερούς, που διέγνωσε την ανάγκη να απαλλαγεί η Αριστερά από τα κομμουνιστικά βαρίδια, τα οποία την εμπόδιζαν να αντιμετωπίσει με λιγότερη προκατάληψη τις εξελίξεις ανά τον κόσμο. Ήταν ένας από τους στυλοβάτες της ελληνικής Αριστεράς σε μια εποχή, που η ένταξη κάποιου στο συγκεκριμένο πολιτικό χώρο συνεπαγόταν διωγμούς και ταλαιπωρίες, τα οποία και βίωσε ο Λεωνίδας Κύρκος.

Σάββατο 27 Αυγούστου 2011



Μία ληστεία σε τράπεζα και η δολοφονία μιας υπαλλήλου απασχολούν την αστυνομία του Όσλο. Ο ληστής δεν έχει αφήσει κανένα ίχνος και δεν υπάρχει κανένας μάρτυρας, που να τον είδε να φεύγει. Μια εικαστικός βρίσκεται νεκρή στο διαμέρισμά της. Ο αστυνόμος Χάρι Χόλε καλείται να επιλύσει την πρώτη υπόθεση αλλά τον ενδιαφέρει και η δεύτερη. Σύντομα, όμως, διαπιστώνει, ότι και οι δύο υποθέσεις κρύβουν πολλά μυστικά, όπως και ότι στην αστυνομία κυκλοφορούν φήμες, ότι αυτός ευθύνεται για το θάνατο της εικαστικού.



Με ιδιαίτερο ένδιαφέρον διάβασα τη "ΝΕΜΕΣΗ" του Νορβηγού συγγραφέα Γιο Νέσμπο, ο οποίος συνεχίζει τη λαμπρή παράδοση του σκανδιναβικού αστυνομικού μυθιστορήματος. Ο αστυνόμος Χάρι Χόλε είναι ένας ιδιαίτερα ενδιαφέρων χαρακτήρας.

Ακόμα ηχεί στ' αυτιά μου ένα από τα αιτήματα των αγανακτισμένων, το οποίο αφορούσε τη συμμετοχή περισσότερων τεχνοκρατών στην κυβέρνηση, ώστε αυτή να αποδώσει καλύτερα. Πρόκειται για ένα από τα πιο ρεαλιστικά αιτήματα, καθόσον έχει αποδειχθεί, ότι οι συνθήκες παραείναι περίπλοκες, πλέον, ώστε η διαχείρισή τους να αφεθεί στα χέρια μόνο πολιτικών προσώπων, τα οποία πέρα από τις λαμπρές κομματικές περγαμηνές τους, δεν έχουν να επιδείξουν κάποιες αξιόλογες επιστημονικές ή επαγγελματικές δάφνες.


Στην παρούσα κυβέρνηση δύο πρόσωπα πληρούσαν αυτές τις προϋποθέσεις, ώστε να ικανοποιηθεί, έστω λιγάκι, το παραπάνω αίτημα, οι κ.κ. Παμπούκης και Μόσιαλος. Αμφότεροι λαμπροί επιστήμονες και αποστασιοποιημένοι - τουλάχιστον φαινομενικά - από τον αρρωστημένο κομματισμό, που γνωρίζουμε στην Ελλάδα, συμπεριελήφθησαν στο κυβερνητικό σχήμα, με σκοπό να συνδράμουν στην επίλυση των τεραστίων προβλημάτων, που ταλανίζουν τη χώρα.


Αλλά στη χώρα του βαθέος κομματισμού αυτά αποτελούν όνειρο θερινής νυκτός. Οι παραινέσεις του κ. Παμπούκη για επανασύσταση του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας προσέκρουσαν στις μπηχτές των συναδέλφων του, οι οποίοι πιστοί στην παραδοσιακή τακτική της λασπολογίας προτίμησαν να τορπιλίσουν τις προσπάθειες του συγκεκριμένου στελέχους. Το αποτέλεσμα ήταν η παραίτηση του κ. Παμπούκη, ο οποίος προφανώς κάπου θα βαρέθηκε να δέχεται χτυπήματα κάτω από τη μέση και ίσως αποφάσισε, ότι ανάμεσα στον ελκυστικό αλλά δύσβατο δρόμο της πολιτικής και τον στρωτό αλλά ενδεχόμενα βαρετό και προβλέψιμο δρόμο της πανεπιστημιακής καριέρες είναι προτιμότερος ο δεύτερος.

Παρασκευή 26 Αυγούστου 2011

Μια ληστεία σε τράπεζα από ένα μυστηριώδες πρόσωπο και η δολοφονία μιας υπαλλήλου!

Αθλητισμός, κομπίνες και Δικαιοσύνη



Δεν έχουν περάσει τόσα πολλά χρόνια από τότε, που ολόκληρη η Ελλάδα πανηγύριζε, επειδή ο κ. Κεντέρης σάρωνε στον τελικό των 200 μ. στο Σύδνευ ή η κα. Τσιαμήτα κέρδιζε δια περιπάτου τον τελικό του τριπλούν σε κάποιο πανευρωπαϊκό πρωτάθλημα στίβου. Ω, ναι, καυχιόμαστε τότε, ότι ξεπεράσαμε το σύνδρομο του φτωχού συγγενή στια αθλητικές διοργανώσεις και κατατασσόμαστε, πλέον, στις μεγάλες δυνάμεις του αθλητισμού. Προς αποφυγήν παρεξηγήσεων, και ο γράφων ανήκε στην ίδια κατηγορία των πανηγυριζόντων.
Μόνο που κανένας μας δεν σκέφτηκε, ότι ήταν φύσει αδύνατο μια πολύ μικρή χώρα χωρίς αθλητικές υποδομές και παράδοση (μια εξαίρεση γίνεται στο μπάσκετ και την υδατοσφαίρηση) να έχει τέτοιες διακρίσεις και χώρες, όπως οι Η.Π.Α. και η Ρωσσία, να βλέπουν τις πλάτες μας. Κανενός ο νους δεν πήγε στο πονηρό, ακριβώς όπως κάποιοι συμπολίτες μας πίστευαν κάποτε, ότι οι αφύσικα ανδροπρεπείς αθλήτριες των πρώην Ε.Σ.Σ.Δ. και Λ.Δ.Γ. σάρωναν δικαίως στα μετάλλια. Και αν, ακόμα, πήγε προς τα εκεί για τους αθλητές μας - δεν είμαστε τόσο χαζοί, βρε παιδιά - οι περισσότεροι έκαναν την πάπια ή επιχειρηματολογούσαν υπέρ της παράτυπης ιατροφαρμακευτικής προετοιμασίας των αθλητών, ισχυριζόμενοι ότι και οι άλλες χώρες κάνουν το ίδιο.
Και ύστερα ήλθε η δικαστική περιπέτεια των κ.κ. Τζέκου, Κεντέρη και Θάνου και, αντί να ανοίξουμε επιτέλους τα στραβά μας και να καταλάβουμε, τι συνέβαινε στο παρασκήνιο των διακρίσεων, αρχίσαμε τις θεωρίες συνωμοσίας. Τί για εχθρούς, που θέλουν μια Ελλάδα χωρίς διακρίσεις και υπερηφάνεια, τί για αθλητές, που ποτέ δεν πιάστηκαν ντοπαρισμένοι και αδίκως τιμωρήθηκαν, τί για φθονερούς ξένους κ.λπ. Η αρλουμπολογία, ως γνωστόν, δεν φορολογείται και, συνεπώς, οι Έλληνες μπορούμε να επιδιδόμαστε σε αυτή καταχρηστικά. Οι ατάκες της κας. Φανής Χαλκιά μετά τη νίκη της στους Ολυμπιακούς της Αθήνας περί DNA και άλλων φαιδρών έγιναν δεκτές με χειροκροτήματα και οι ελάχιστοι επικριτές χαρακτηρίστηκαν σχεδόν ως προδότες.
Κάτι ανάλογο συνέβη, τηρουμένων των αναλογιών, και με την υπόθεση του Ολυμπιακού Βόλου και της Καβάλας. Όλοι ήξεραν το ποιόν των κεφαλών αυτών των ομάδων, άπαντες γνώριζαν, ότι ο κ. Μπέος δεν ήταν ο καθαρότερος άνθρωπος στον πλανήτη και σε βάρος του κ. Ψωμιάδη εκκρεμούσαν δικαστικές αποφάσεις και, όμως, εξακολουθούσαν να πηγαίνουν στο γήπεδο και να χαίρονται, που οι ομάδες τους πορεύονταν με τέτοιους προέδρους. Βλέπετε, οι ομάδες διακρίνονταν, έπαιζαν καλό, για τα ελληνικά δεδομένα, ποδόσφαιρο, και ήταν ένας ευχάριστος τρόπος για να γεμίζει το Σαββατοκύριακο του ο μέσος φίλαθλος. Και αν ο πρόεδρος ήταν "μπουμπούκι", δεν έτρεχε τίποτα, και οι μεγάλες ομάδες έχουν αναλόγου ηθικής στάθμης προέδρους, άσε που με το συγκεκριμένο πρόεδρο είδε η ομάδα "άσπρη μέρα". Και, όπως είχαν πει παλαιότερα κάποιοι "φίλαθλοι" της Α.Ε.Κ., όταν ανέλαβε την ομάδα ο κ. Γιδόπουλος, "και τι με νοιάζει εμένα, ρε φιλάρα, τι άνθρωπος είναι ο Γιδόπουλος; Αν είναι να πάρει η Α.Ε.Κ. πρωτάθλημα, ας την αναλάβει και ο Ρωχάμης!!!"
Και όταν έσκασε η βόμβα, ότι τα παραπάνω πρόσωπα ήταν αναμεμειγμένα στην υπόθεση των στημένων ποδοσφαιρικών αγώνων, τότε ξέσπασε η μπόρα. Αρχικά, οι σύνδεσμοι των φιλάθλων μίλησαν για σχέδιο εξόντωσης των ομάδων τους και για προσπάθεια εξαφάνισης του τοπικού αθλητισμού. Τη σκυτάλη πήραν βουλευτές και λοιποί πολιτικοί άρχοντες των νομών, όπου εδρεύουν οι παραπάνω ομάδες, οι οποίοι πολιτικοί μύρισαν ψηφαλάκια και έσπευσαν να καταδικάσουν την προσπάθεια της Δικαιοσύνης να αποκαλυφθεί η αλήθεια. Μετά κάηκε το κέντρο του Βόλου, επειδή κάποιοι φίλαθλοι (;) αγανάκτησαν με την άδικη (;;;;) απόφαση. Αύριο δεν θέλω να ξέρω, τι πρόκειται να συμβεί.
Ε, λοιπόν, καλό θα ήταν να βγάλουμε το κεφάλι από την άμμο και να κοιτάξουμε την πραγματικότητα. Μια χώρα με ανύπαρκτες αθλητικές υποδομές (πάντα με την εξαίρεση των δύο παραπάνω αθλημάτων), ανύπαρκτη αθλητική παιδεία (εν μέρει εξαιρούνται πάλι τα παραπάνω αθλήματα) και λίγο πληθυσμό είναι φύσει αδύνατο να φέρνει μετάλλια σε αθλήματα, όπου είχε να διακριθεί από την εποχή του ...... Τσικλητήρα ή να ξεπερνάει σε συγκεκριμένα αθλήματα χώρες, που σάρωναν επί σειρά ετών και είχαν και τις ανάλογες υποδομές. Ούτε είναι δυνατό να αναλαμβάνει την προεδρία μιας ομάδας ένα πρόσωπο με παρελθόν επιεικώς ύποπτο και να το αποδέχεται ο κόσμος, μόνο και μόνο επειδή θέλει να δει την ομάδα του να διακρίνεται, χωρίς να αντιλαμβάνεται, πως είναι δυνατό να έχει αυτή την οικονομική επιφάνεια ο πρόεδρος χωρίς φανερή έντονη επιχειρηματική και εν γένει οικονομική δραστηριότητα πολλώ δε μάλλον αυτή η ομάδα, που μέχρι πρότινος βολόδερνε στα χαμηλά, να διακρίνεται τόσο, και στη συνέχεια ο ίδιος κόσμος να καμώνεται τον έκπληκτο, επειδή αποκαλύφθηκε το ποιόν του προέδρου και να απειλεί θεούς και δαίμονες, επειδή την πλήρωσε η ομάδα του.
Ας ξεκαθαριστεί, λοιπόν, αν επιθυμούμε ένα αθλητισμό βουτηγμένο στην απάτη και την παρατυπία, ώστε η ομάδα μας ή ο αθλητής μας να διακριθεί, ή ένα αθλητισμό καθαρό από τέτοιες επιρροές και ό,τι βγει. Διότι, αν επιθυμούμε το πρώτο, τότε καλά θα κάνουμε να χωνέψουμε, ότι κάποια στιγμή ο πέλεκυς της Δικαιοσύνης - ακόμα και αυτής, που έχουμε στην Ελλάδα - θα πέσει βαρύς και ασήκωτος και η ομάδα μας ή ο αγαπημένος μας αθλητής θα καταβαραθρωθούν.

Όσοι ζησαμε την εμπειρία του ελληνικού πανεπιστημίου έχουμε να διηγηθούμε και από μια ιστορία νεοελληνικής τρέλλας. Θυμάμαι κάτι μορφονιούς και μορφονιές να μας διπλαρώνουν δήθεν για να μας ξεναγήσουν στα κατατόπια της σχολής μας αλλά στην πραγματικότητα να μας κατηχήσουν στην ιδεολογία της παράταξής τους. Ψαρούκλες του κερατά εμείς τότε και εντελώς απολιτικοποίητοι, γοητευόμαστε από δαύτους και για κάποιο καιρό τους κάναμε παρέα. Μετά συνειδητοποιήσαμε, ότι η εικόνα δεν ήταν και τόσο γοητευτική. Είδαμε εκλογές, όπου κάθε παράταξη έβγαζε τα δικά της αποτελέσματα και όλως παραδόξως όλες οι παρατάξεις έβγαιναν νικήτριες. Επικεφαλής των παρατάξεων χρωστούσαν το καλοκαίρι 20 μαθήματα, και αναφερόμαστε σε βαρβάτες σχολές και μαθήματα - παλούκια, και το Νοέμβριο ορκίζονταν, αφού ένα ολόκληρο καλόκαίρι είχαν ξεροψηθεί στις παραλίες της ημεδαπής. Κομματόσκυλα μπουκάριζαν σε γραφεία καθηγητών και απαιτούσαν να κοπούν φοιτητές, που είχαν διαγραφεί από την παράταξή τους, έφτιαξαν δική τους παράταξη και κέρδισαν μια έδρα στις φοιτητικές εκλογές, με αποτέλεσμα η κυρίαρχη παράταξη να απωλέσει την αυτοδυναμία, που της επέτρεπε να αλωνίζει, όπως της γουστάριζε. Και αυτά ήταν αρκετά ελαφριά περιστατικά. Σε άλλες σχολές μεταγενέστερα χτίζονταν γραφεία καθηγητών και κλειδαμπαρώνονταν καθηγητές σε αμφιθέατρα, μέχρι να συμμορφωθούν σε όσα υπεδείκνυαν οι φοιτητές τους.


Φυσικά, θα ήμουν εκτός πραγματικότητας, αν παραγνώριζα το ρόλο ενός σημαντικού κομματιού του εκπαιδευτικού προσωπικού των πανεπιστημίων μας. Είδα, λοιπόν, καθηγητές, που είχαν φάει χρόνια πάνω από συγγράμματα και είχαν φτύσει αίμα, για να φτάσουν στη βαθμίδα τους, να τρέχουν πίσω από φοιτητοπατέρες, προκειμένου να εξασφαλίσουν τη στήριξή τους στις επερχόμενες εκλογές για την ανάδειξη του προεδρίου της σχολής. Οι ίδιοι καθηγητές καταδέχονταν να πάρουν ως βοηθούς τους φοιτητές με έντονη συνδικαλιστική δράση αλλά ελάχιστη επιστημονική κατάρτιση, που σε οποιαδήποτε άλλη χώρα δεν θα τους είχαν ούτε να τους παραγγέλνουν πίτσες.


Φυσικά, δεν είμαι απόλυτα πεπεισμένος, ότι η κατάσταση αυτή θα αλλάξει με το νέο νόμο του Υπουργειου Παιδείας. Ένα νομοθετικό πλαίσιο μπορεί να είναι ιδιαίτερα πρωτοποριακό, δημοκρατικό και να επιλύει χρόνια προβλήματα σε ένα χώρο, για να λειτουργήσει, όμως, πρέπει να το σεβαστούν οι διοικούμενοι, πράγμα, που, όπως πολύ καλά γνωρίζουμε, ουδέποτε συνέβη στην Ελλάδα.


Όσο φύσει αισιόδοξος και αν είμαι, δεν πιστεύω, ότι ένας νόμος από μόνος του, όσο άρτιος, δημοκρατικός και πρωτοποριακός και αν είναι, αρκεί για να φέρει την αλλαγή σε ένα χώρο. Απαιτείται, με άλλα λόγια, και η τήρησή του από τους πολίτες, που θα κληθούν να τον εφαρμόσουν. Ο νόμος 1264/1982 για τις συνδικαλιστικές ελευθερίες ήταν αρκετά πρωτοποριακός για την εποχή του και ψηφίστηκε, ώστε να βοηθήσει τους εργαζομένους να διεκδικήσουν τα εργασιακά τους δικαιώματα σε μια χώρα, που ποτέ δεν χαρακτηρίστηκε από τις αγαστές σχέσεις μεταξύ εργοδοσίας και εργαζομένων. Στην πράξη, όμως, ο νόμος αυτός μετετράπη σε κουρελόχαρτο και μέσο απειλών προς την εκάστοτε εργοδοσία, κυρίως προς το κράτος, με αποτέλεσμα η έννοια του συνδικαλιστή να αποκτήσει ιδιαίτερα αρνητική απόχρωση.



Κάτι ανάλογο πιστεύω, ότι θα συμβεί και με το νόμο της Υπουργού Παιδείας κας. Διαμαντοπούλου για την ανώτατη εκπαιδευση. Μπορεί η κα. υπουργός να έχει αγαθές βλέψεις - εφόσον δεν υπάρχουν ενδείξεις για το αντίθετο - αλλά δεν συμβαίνει το ίδιο με τους άμεσα ενδιαφερόμενους, ήτοι τους πανεπιστημιακούς καθηγητές και τους φοιτητές, τουλάχιστον όσων εξ αυτών εξακολουθούν να θέλουν να έχουν λόγο σε θέματα εκλογών πρυτανικών αρχών

Πέμπτη 25 Αυγούστου 2011



Δεν έχουν περάσει τόσα πολλά χρόνια από τότε, που ολόκληρη η Ελλάδα πανηγύριζε, επειδή ο κ. Κεντέρης σάρωνε στον τελικό των 200 μ. στο Σύδνευ ή η κα. Τσιαμήτα κέρδιζε δια περιπάτου τον τελικό του τριπλούν σε κάποιο πανευρωπαϊκό πρωτάθλημα στίβου. Ω, ναι, καυχιόμαστε τότε, ότι ξεπεράσαμε το σύνδρομο του φτωχού συγγενή στια αθλητικές διοργανώσεις και κατατασσόμαστε, πλέον, στις μεγάλες δυνάμεις του αθλητισμού. Προς αποφυγήν παρεξηγήσεων, και ο γράφων ανήκε στην ίδια κατηγορία των πανηγυριζόντων.



Μόνο που κανένας μας δεν σκέφτηκε, ότι ήταν φύσει αδύνατο μια πολύ μικρή χώρα χωρίς αθλητικές υποδομές και παράδοση (μια εξαίρεση γίνεται στο μπάσκετ και την υδατοσφαίρηση) να έχει τέτοιες διακρίσεις και χώρες, όπως οι Η.Π.Α. και η Ρωσσία, να βλέπουν τις πλάτες μας. Κανενός ο νους δεν πήγε στο πονηρό, ακριβώς όπως κάποιοι συμπολίτες μας πίστευαν κάποτε, ότι οι αφύσικα ανδροπρεπείς αθλήτριες των πρώην Ε.Σ.Σ.Δ. και Λ.Δ.Γ. σάρωναν δικαίως στα μετάλλια. Και αν, ακόμα, πήγε προς τα εκεί για τους αθλητές μας - δεν είμαστε τόσο χαζοί, βρε παιδιά - οι περισσότεροι έκαναν την πάπια ή επιχειρηματολογούσαν υπέρ της παράτυπης ιατροφαρμακευτικής προετοιμασίας των αθλητών, ισχυριζόμενοι ότι και οι άλλες χώρες κάνουν το ίδιο.



Και ύστερα ήλθε η δικαστική περιπέτεια των κ.κ. Τζέκου, Κεντέρη και Θάνου και, αντί να ανοίξουμε επιτέλους τα στραβά μας και να καταλάβουμε, τι συνέβαινε στο παρασκήνιο των διακρίσεων, αρχίσαμε τις θεωρίες συνωμοσίας. Τί για εχθρούς, που θέλουν μια Ελλάδα χωρίς διακρίσεις και υπερηφάνεια, τί για αθλητές, που ποτέ δεν πιάστηκαν ντοπαρισμένοι και αδίκως τιμωρήθηκαν, τί για φθονερούς ξένους κ.λπ. Η αρλουμπολογία, ως γνωστόν, δεν φορολογείται και, συνεπώς, οι Έλληνες μπορούμε να επιδιδόμαστε σε αυτή καταχρηστικά. Οι ατάκες της κας. Φανής Χαλκιά μετά τη νίκη της στους Ολυμπιακούς της Αθήνας περί DNA και άλλων φαιδρών έγιναν δεκτές με χειροκροτήματα και οι ελάχιστοι επικριτές χαρακτηρίστηκαν σχεδόν ως προδότες.



Κάτι ανάλογο συνέβη, τηρουμένων των αναλογιών, και με την υπόθεση του Ολυμπιακού Βόλου και της Καβάλας. Όλοι ήξεραν το ποιόν των κεφαλών αυτών των ομάδων, άπαντες γνώριζαν, ότι ο κ. Μπέος δεν ήταν ο καθαρότερος άνθρωπος στον πλανήτη και σε βάρος του κ. Ψωμιάδη εκκρεμούσαν δικαστικές αποφάσεις και, όμως, εξακολουθούσαν να πηγαίνουν στο γήπεδο και να χαίρονται, που οι ομάδες τους πορεύονταν με τέτοιους προέδρους. Βλέπετε, οι ομάδες διακρίνονταν, έπαιζαν καλό, για τα ελληνικά δεδομένα, ποδόσφαιρο, και ήταν ένας ευχάριστος τρόπος για να γεμίζει το Σαββατοκύριακο του ο μέσος φίλαθλος. Και αν ο πρόεδρος ήταν "μπουμπούκι", δεν έτρεχε τίποτα, και οι μεγάλες ομάδες έχουν αναλόγου ηθικής στάθμης προέδρους, άσε που με το συγκεκριμένο πρόεδρο είδε η ομάδα "άσπρη μέρα". Και, όπως είχαν πει παλαιότερα κάποιοι "φίλαθλοι" της Α.Ε.Κ., όταν ανέλαβε την ομάδα ο κ. Γιδόπουλος, "και τι με νοιάζει εμένα, ρε φιλάρα, τι άνθρωπος είναι ο Γιδόπουλος; Αν είναι να πάρει η Α.Ε.Κ. πρωτάθλημα, ας την αναλάβει και ο Ρωχάμης!!!"



Και όταν έσκασε η βόμβα, ότι τα παραπάνω πρόσωπα ήταν αναμεμειγμένα στην υπόθεση των στημένων ποδοσφαιρικών αγώνων, τότε ξέσπασε η μπόρα. Αρχικά, οι σύνδεσμοι των φιλάθλων μίλησαν για σχέδιο εξόντωσης των ομάδων τους και για προσπάθεια εξαφάνισης του τοπικού αθλητισμού. Τη σκυτάλη πήραν βουλευτές και λοιποί πολιτικοί άρχοντες των νομών, όπου εδρεύουν οι παραπάνω ομάδες, οι οποίοι πολιτικοί μύρισαν ψηφαλάκια και έσπευσαν να καταδικάσουν την προσπάθεια της Δικαιοσύνης να αποκαλυφθεί η αλήθεια. Μετά κάηκε το κέντρο του Βόλου, επειδή κάποιοι φίλαθλοι (;) αγανάκτησαν με την άδικη (;;;;) απόφαση. Αύριο δεν θέλω να ξέρω, τι πρόκειται να συμβεί.



Ε, λοιπόν, καλό θα ήταν να βγάλουμε το κεφάλι από την άμμο και να κοιτάξουμε την πραγματικότητα. Μια χώρα με ανύπαρκτες αθλητικές υποδομές (πάντα με την εξαίρεση των δύο παραπάνω αθλημάτων), ανύπαρκτη αθλητική παιδεία (εν μέρει εξαιρούνται πάλι τα παραπάνω αθλήματα) και λίγο πληθυσμό είναι φύσει αδύνατο να φέρνει μετάλλια σε αθλήματα, όπου είχε να διακριθεί από την εποχή του ...... Τσικλητήρα ή να ξεπερνάει σε συγκεκριμένα αθλήματα χώρες, που σάρωναν επί σειρά ετών και είχαν και τις ανάλογες υποδομές. Ούτε είναι δυνατό να αναλαμβάνει την προεδρία μιας ομάδας ένα πρόσωπο με παρελθόν επιεικώς ύποπτο και να το αποδέχεται ο κόσμος, μόνο και μόνο επειδή θέλει να δει την ομάδα του να διακρίνεται, χωρίς να αντιλαμβάνεται, πως είναι δυνατό να έχει αυτή την οικονομική επιφάνεια ο πρόεδρος χωρίς φανερή έντονη επιχειρηματική και εν γένει οικονομική δραστηριότητα πολλώ δε μάλλον αυτή η ομάδα, που μέχρι πρότινος βολόδερνε στα χαμηλά, να διακρίνεται τόσο, και στη συνέχεια ο ίδιος κόσμος να καμώνεται τον έκπληκτο, επειδή αποκαλύφθηκε το ποιόν του προέδρου και να απειλεί θεούς και δαίμονες, επειδή την πλήρωσε η ομάδα του.



Ας ξεκαθαριστεί, λοιπόν, αν επιθυμούμε ένα αθλητισμό βουτηγμένο στην απάτη και την παρατυπία, ώστε η ομάδα μας ή ο αθλητής μας να διακριθεί, ή ένα αθλητισμό καθαρό από τέτοιες επιρροές και ό,τι βγει. Διότι, αν επιθυμούμε το πρώτο, τότε καλά θα κάνουμε να χωνέψουμε, ότι κάποια στιγμή ο πέλεκυς της Δικαιοσύνης - ακόμα και αυτής, που έχουμε στην Ελλάδα - θα πέσει βαρύς και ασήκωτος και η ομάδα μας ή ο αγαπημένος μας αθλητής θα καταβαραθρωθούν.

Τρίτη 23 Αυγούστου 2011

Παιδάκια αλλού νυχτωμένα

Δεν περνάει μια μέρα, που να μην ακούσω 2-3 φίλους και γνωστούς μου να δηλώνουν σε όλους τους τόνους και με αποφασισμένο ύφος, ότι προτίθενται να μεταναστεύσουν στο εξωτερικό, για να βρουν δουλειά. Θύματα της οικονομικής κρίσης, που μαστίζει τη χώρα μας, και αναγκασμένοι μετά από μερικά χρόνια δουλειάς να ξαναζήσουν αποκλειστικά με το χαρτζιλίκι των γονέων, που είναι, πλέον, συνταξιούχοι και παίρνουν και πετσοκομμένη σύνταξη, φωνάζουν, ότι είναι έτοιμοι να ξενιτευτούν, όπως είχαν κάνει κάποιοι πρόγονοί τους στο μακρυνό παρελθόν.

Και εδώ αρχίζουν τα δύσκολα. Ο ένας φίλος είχε μάθει 5 χρόνια συμβασιούχος σε κάποια εφορία να γυρίζει σπίτι του το αργότερο στις 15:30, χώρια οι χαλαροί ρυθμοί εργασίας και οι φραπέδες, που τους έπινε ανά τρεις την ημέρα, και τα 7 τσιγαράκια ακατέβατα παρέα με ένα προϊστάμενο, που μετρούσε ανάποδα, για να βγει στη σύνταξη, και έκανε δημόσιες σχέσεις με τους υφισταμένους του, ώστε να περνάει καλύτερα η ώρα και δεν έβαζε τις φωνές στο φίλο μου και τους υπολοίπους στο γραφείο, που είχαν αφήσει μια ντάνα χαρτούρα ο καθένας έως το ταβάνι χωρίς έλεγχο. Η άλλη δούλευε ιδιωτική υπάλληλος στην επιχείρηση του θείου της, μικρό κορίτσι με ένα πτυχίο από ένα πανεπιστήμιο κάπου στον πάτο της κατάταξης των 100 αγγλικών πανεπιστημίων, που την πήρε ο συγγενής, για να μην κάθεται άπραγο το δόλιο, και έτσι έβγαζε ένα μισθό για 4 χρόνια, χωρίς να ζορίζεται, αφού η δουλειά ήταν λίγη και ο θείος δεν την πίεζε και την άφηνε να σερφάρει με τις ώρες στο Διαδίκτυο και να μιλάει με τις παρέες της, μέχρι που έκρινε, ότι τον συνέφερε περισσότερο να εισάγει τα προϊόντα παρά να τα παράγει ο ίδιος και έκλεισε την επιχείρηση. Ο τρίτος δούλευε σε μια τεχνική εταιρεία στην πόλη του για 4 χρόνια, μετά παραιτήθηκε, επειδή η εταιρεία είχε αναλάβει ένα έργο σε κάποιο νησί του Αιγίου και ήθελε να τον στείλει εκεί για 2 χρόνια, "γιατί δύο χειμώνες στην εξορία δεν περνάνε με τίποτα", όπως φρόντιζε να δικαιολογεί τον εαυτό του, μετά άνοιξε ένα γραφείο για 1,5 χρόνια και περίμενε τον κόσμο να έλθει αλλά ο κόσμος δεν ερχόταν, διότι είχε τις δουλειές του τα πρωινά και το απόγευμα ο φίλος μου το ήθελε για γυμναστήριο και δημόσιες σχέσεις με τα υποκείμενα των καφετεριών του κεντρικού πεζόδρομου της πόλης μας, διότι είμαστε νέοι και η πολλή δουλειά τρώει τον αφέντη. Η άλλη δούλευε φιλόλογος σε φροντιστήρια, είχε και κάτι ιδιαίτερα, από τα οποία έβγαζε μαύρο χρήμα, και είχε ξεποδαριαστεί να πηγαινοέρχεται στους κομματάρχες της περιοχής, μπας και τη βολέψουν σε καμμία θεσούλα, διότι, όπως λυσσάει η μάνα της, είναι "κορίτσι της παντρειάς και πρέπει να φτιάξει την προικούλα της" και κάποτε της πρότειναν να πάει ωρομίσθια σε κάποιο Γυμνάσιο στα ορεινά, να μαζέψει μόρια και να ανεβεί στην επετηρίδα και αυτή αρνήθηκε, διότι "πού να τρέχουμε τώρα στις ραχούλες, άσε μήπως βρούμε κάτι καλύτερο στην πόλη μου". Α, υπήρχε και ένας πέμπτος, που ο παππούλης του είχε φύγει μετανάστης στην Αυστραλία, εκεί να δείτε, λέει, πως έρεαν τα δολλάρια στους δρόμους, γύρισε στην Ελλάδα ο παππούς και έχτισε δύο πολυκατοικίες δικές του, θα πάω και εγώ εκεί να κονομήσω και να έλθω μετά να γίνω αφεντικό, και ας ήξεραν και οι πέτρες, ότι ο εν λόγω δεν σηκωνόταν από το κρεββάτι του πριν τις 10 το πρωί.

Ω, ναι, όλα τα παραπάνω πρόσωπα θέλουν να φύγουν για το εξωτερικό, για να δουλέψουν εκεί. Τίποτα το αξιοκατάκριτο έως εδώ! Ίσως, μάλιστα, να έχουν υποβάλει τις σχετικές αιτήσεις. Αλλά πού πάτε, ρε παιδιά, με τη νοοτροπία, που κουβαλάτε; Εντάξει, υπάρχουν περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες στο εξωτερικό αλλά για συγκεκριμένες ειδικότητες και σίγουρα όχι με τις συνθήκες, που μάθατε εδώ. Εκεί δουλεύουν οκτάωρο, ενδεχόμενα και παραπάνω, αλλά καθ' όλη τη διάρκεια της δουλειάς ΔΟΥΛΕΥΟΥΝ, δεν κάνουν διαλείμματα για καμμια τζουρίτσα, λακριντί με τους συναδέλφους και μηνυματάκια στη γκόμενα. Όταν δε τελειώνουν τη δουλειά τους, πηγαίνουν καρφί σπιτάκια τους και εκεί τη βγάζουν, ούτε καφεδάκι ούτε ξενύχτια στα μπαράκια ούτε τίποτα, μόνο δουλειά - σπίτι και σπίτι - δουλειά, διότι οι άνθρωποι δεν είναι ξενέρωτοι, όπως λυσσάμε εδώ πέρα εμείς οι καλοπερασόπουλοι, αλλά προγραμματισμένοι να κάνουν συγκεκριμένα πράγματα την εργάσιμη περίοδο και να ξοδεύουν με μέτρο και όχι με το μέτρο. Και να 'θελαν να βγουν, βέβαια, δεν θα είχαν να βγουν, τα μαγαζιά τους απέχουν από αυτό, που εμείς θεωρούμε διασκέδαση και αν τύχει να δουλέψετε σε μεγαλούπολη, όπου υπάρχουν κάποιες επιλογές παραπάνω, θα πληρώνετε χρυσή την κάθε έξοδό σας, πουλάκια μου. Επίσης, εκεί, ακόμα και σε οικογενειακή επιχείρηση να δουλεύουν, ΔΟΥΛΕΥΟΥΝ, τελεία και παύλα, δεν θα τους παραχαϊδέψει ο συγγενής, αν αυτοί κωλοβαράνε. Και, αν χρειαστεί, πηγαίνουν να δουλέψουν στα κορφοβούνια παρέα με τις αλεπούδες και 30 συνταξιούχους, δεν θα πουν, ότι καταπιέζονται και δεν βγαινει ο χειμώνας, διότι οι άνθρωποι θέλουν να δουλέψουν και όχι απλά να τη βολέψουν. Όσο για τις συγκρίσεις με τους μετανάστες προγόνους σας, καλύτερα να τις ξεχάσετε, διότι απλά συγκρίνετε βούρτσες με κάτι άλλο, που η καλή μου ανατροφή μου απαγορεύει να γράψω. Οι πρόγονοί σας ήταν μαθημένοι να κυκλοφορούν ξυπόλητοι και με αποφόρια, που εσείς ούτε για πατάκια δεν θα καταδεχόσαστε να κυκλοφορήσετε, την έβγαζαν με χόρτα και έκαναν πάρτυ, έτσι και τους καθόταν κανένα όσπριο, για κρέας μην το συζητάτε, στις μεγάλες γιορτές και αν, και, όταν έφυγαν μετανάστες, δούλευαν 14 ώρες και παραπάνω, κοιμόντουσαν 5 μαζί σε 15 τ.μ., όπως κάνουν πολλοί μετανάστες στην Ελλάδα, και τότε δεν είχε Ευρωπαϊκή Ένωση και κατώτατο μισθό και ήταν υπ' ατμόν με το που πατούσαν το ποδάρι τους στα ξένα. Τί είπατε, μάθατε να έχετε το δικό σας δωμάτιο και να κοιμάστε τουλάχιστον 10 ώρες την ημέρα; Α, το ξέχασα, εκεί δεν έχει μπαρμπάδες στην Κορώνη και βουλευτές, που χώνουν αριστερά και δεξιά ημέτερους και, όταν σου τραβήξει το αυτί η εργοδοσία, ότι τεμπελιάζεις, δεν σε παίρνει να πάρεις το μπάρμπα τηλέφωνο να την κάνει το αφεντικό ντα.

Όσο πιο γρήγορα τα καταλάβετε αυτό, παιδιά, τόσο το καλύτερο για σας, διότι θα πάτε προετοιμασμένοι εκεί στα ξένα και θα προσαρμοστείτε αμέσως. Αν σας φάνηκαν κινέζικα τα παραπάνω, μάλλον είστε αλλού νυχτωμένα και καλύτερα να καθήσετε εδώ και να εκτονώσετε την ενεργητικότητά σας στα γραφεία των τοπικών βουλευτών, στις συγκεντρώσεις των αγανακτισμένων και τις καφετέριες της πόλης σας, διότι προκοπή δεν θα δείτε ούτε έξω, που να χτυπάτε κάτω τα κεφάλια σας!

Η μαγική δύναμη της ελευθερίας της επιλογής



Την ώρα, που γράφω αυτές τις γραμμές, δεν αποκλείεται να έχει ανακοινωθεί, ότι ο επί σαράντα και βάλε χρόνια ηγέτης της Λιβύης, κ. Μουαμάρ Καντάφι, συνελήφθη ή έπεσε νεκρός από τα πυρά αντιφρονούντων ή διέφυγε προς άγνωστη κατεύθυνση. Δεν αποκλείω, επίσης, το ενδεχόμενο ο ανωτέρω να ανέκαμψε πλήρως και να πήρε φαλάγγι τους αντιρρησίες του, ανακαταλαμβάνοντας ενδεχομένως την Τρίπολη. Ποτέ δεν μπορείς να ξέρεις 100%, τι συμβαίνει τόσο μακρυά από το σπίτι σου και η εμπειρία της μετάδοσης της εισβολής του Ιράκ στο Κουβέιτ το απέδειξε πικρά. Πάντως, δύσκολα αμφισβητείται, ότι ο Λίβυος ηγέτης περνάει πολύ δύσκολες στιγμές.


Για τη φύση του πολιτεύματος της Λιβύης τα τελευταία 43 χρόνια δεν υπάρχουν πολλές αμφιβολίες, άλλωστε δε νοείται ένα πρόσωπο να παραμένει στην εξουσία για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα και χωρίς να προκηρύσσονται ελεύθερες εκλογές, μόνο επειδή το αγαπάει ο λαός του. Η ιστορία έχει παρόμοια παραδείγματα "αυθόρμητης" λαϊκής αγάπης από τη σταλινική Ε.Σ.Σ.Δ. και άλλες περιπτώσεις. Φυσικά, υπάρχει και κόσμος, που θαυμάζει ηγέτες αυτού του είδους, αλλά ο εγκωμιασμός ενός ξένου πολιτεύματος δεν έχει ποινικές συνέπειες.


Εδώ και λίγους μήνες, από τότε, δηλαδή, που ξέσπασε η εξέγερση κατά του καθεστώτος Καντάφι, έχει ανοίξει μια κουβέντα στην Ελλάδα σχετικά με τα κίνητρα των εξεγερμένων. Υπάρχει μια σημαντική μερίδα, που θεωρεί, ότι η εξέγερση είναι υποκινούμενη από τις μεγάλες δυνάμεις, οι οποίες δήθεν κόπτονται για τα δικαιώματα του λιβυκού λαού ενώ, στην πραγματικότητα, έχουν βάλει στο μάτι τα λιβυκά πετρέλαια. Η ίδια μερίδα υποστηρίζει, ότι τα χρήματα από την πώληση και εν γένει εκμετάλλευση του πετρελαίου πηγαίνουν απευθείας στο λιβυκό λαό, ο οποίος απολαμβάνει πολλές κρατικές υπηρεσίες, τις οποίες εμείς στην Ελλάδα ούτε που τις φανταζόμαστε και ο λιβυκός λαός έχει ένα από τα υψηλότερα βιοτικά επίπεδα παναφρικανικά. Μέρος της μερίδας αυτής διατείνεται, επίσης, ότι ο λιβυκός λαός λατρεύει τον κ. Καντάφι.


Όλα αυτά τα επιχειρήματα είναι σεβαστά αλλά δύσκολα αντέχουν σε αντίλογο. Κατ' αρχάς, από τη στιγμή που ο πανέξυπνος Λίβυος δικτάτορας αντελήφθη, ότι θα έχει το τέλος άλλων ομοστάβλων του, αν εξακολουθήσει να παριστάνει το νταή, αποφάσισε να κάνει σημαντικά ανοίγματα προς τη Δύση. Έτσι, δεκάδες πετρελαιικές εταιρείες εγκαταστάθηκαν στη Λιβύη και άρχισαν να συνεκμεταλλεύονται τα τεράστια κοιτάσματα πετρελαίου, αποκομίζοντας τεράστια οφέλη. Δεν είχαν, λοιπόν, κανένα συμφέρον, ώστε να ρίξουν τον άνθρωπο, που τους προσεκάλεσε, αφού μια ενδεχόμενη αλλαγή στο πολιτικό σκηνικό ίσως συνεπαγόταν την απομάκρυνσή τους από τη χώρα αυτή. Όσο για το επίπεδο διαβίωσης στη Λιβύη, αυτό πρέπει να συγκριθεί με αυτό του λεγόμενου ανεπτυγμένου κόσμου και όχι με το χαμηλότατο επίπεδο αφρικανικών χωρών χωρίς τον ορυκτό πλούτο της χώρας αυτής. Για την αγάπη του λιβυκού λαού τα είπαμε και παραπάνω, μην επαναλαμβανόμαστε.


Χωρίς να είναι απόλυτα συγκρίσιμα μεγέθη, η Λιβύη και οι χώρες του πρώην Ανατολικού Μπλοκ έχουν πολλά κοινά στοιχεία. Κατ' αρχάς, κυβερνήθηκαν για δεκαετίες από απολυταρχικά καθεστώτα, τα οποία δεν δίστασαν να εξοντώσουν όσους δεν τους ήταν αρεστοί και, στη συνέχεια, οι ίδιες κυβερνήσεις εθνικοποίησαν τον πλούτο των χωρών αυτών, ώστε να τον εκμεταλλεύονται για δικό τους και μόνο όφελος. Σε όλες αυτές τις χώρες είχε απαπτυχθεί ένα σύστημα παροχών, όπου οι υπήκοοι έβρισκαν δωρεάν νοσηλεία και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Στο θέμα των βασικών αγαθών υπήρχε, βέβαια, ένα ζήτημα - στη Λιβύη ήταν σαφώς καλύτερα τα πράγματα από αυτή την άποψη - αλλά ο κόσμος την έβγαζε έστω και με λίγα, αφού βοηθούσε και η τάση των κυβερνώντων να παραποιούν την αλήθεια σχετικά με ό,τι συνέβαινε στο εξωτερικό. Μην ξεχνάτε, ότι μιλάμε για εποχές, που το Διαδίκτυο ήταν ακόμα σε πειραματικό στάδιο και η εικόνα από το εξωτερικό έφτανε αλλοιωμένη και πάντως όχι ικανή να αποδείξει τη χαώδη διαφορά στο βιοτικό επίπεδο των δύο κόσμων.


Γνωρίζω, ότι σε αρκετό κόσμο τα παραπάνω οφέλη ίσως φαντάζουν ελκυστικά, αν λάβει κανείς υπόψη του τη συνεχιζόμενη συρρίκνωση της αγοραστικής μας δύναμης και τις πενιχρές κρατικές παροχές. Ωστόσο, αυτό, που μας διαφοροποιεί με του Λίβυους και τους κατοίκους των χωρών του τέως υπαρκτού σοσιαλισμού και μας φέρνει σε καλύτερη μοίρα, είναι η δυνατότητά μας να επιλέγουμε ελεύθερα σε κάθε επίπεδο, είτε πρόκειται για τους πολιτικούς, που θα μας κυβερνήσουν, είτε πρόκειται για τον τρόπο έκφρασής μας απέναντι στην εξουσία ή ακόμα και για καταναλωτικά αγαθά. Μπορεί από πλευρά βιοτικού επιπέδου ο μέσος Λίβυος να απολαμβάνει παροχές άγνωστες για ένα μεγάλο μέρος του πλανήτη μας αλλά το αντίτιμο ήταν ιδιαίτερα επαχθές και περιελάμβανε την υποχρέωσή του να συμμορφώνεται με τις υποδείξεις του ιδίου προσώπου και της κλίκας του για 4 δεκαετίες. Το ίδιο συνέβαινε και στις χώρες του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού. Μια σκληρή ηγεσία ζητούσε υποταγή από τους υπηκόους της, παρέχοντάς τους μια στοιχειώδη διαβίωση. Οι περισσότεροι από τους κατοίκους των πρώην σοσιαλιστικών χωρών απώλεσαν τα οφέλη αυτά, όταν κατέρρευσε το πολιτικό σύστημα, που τα συντηρούσε, αλλά ακόμα και σήμερα κανένας τους δεν θέλει να επιστρέψει σε εκείνη την εποχή, αφού εξασφάλισε την ελευθερία να επιλέγει αυτό, που ο ίδιος επιθυμεί για τον εαυτό του σε κάθε επίπεδο. Κάτι παρόμοιο συνέβη και στη Λιβύη. Όσες παροχές και αν εξασφάλισε ο κ. Καντάφι στους υπηκόους του, η απουσία πολιτικών ελευθεριών σε ένα κόσμο, ένα σημαντικό τμήμα του οποίου προοδεύει χάρη στις πολιτικές ελευθερίες, ήταν δυσβάστακτη για ένα λαό, ο οποίος απλά δεν άντεξε το σκληρό κόστος της διαβίωσης, που του επέβαλε να σιωπά σε ό,τι διέτασσε ο δικτάτοράς του. Στην εποχή του Διαδικτύου όλα γίνονται γνωστά και πολύς κόσμος στη Λιβύη μπόρεσε να συγκρίνει την κατάσταση στη χώρα του με τα τεκταινόμενα στις ανεπτυγμένες χώρες και να συμπεράνει, ότι δεν του αρκούσαν οι παροχές και το ικανοποιητικό επίπεδο ζωής αλλά ήθελε και πολιτικές ελευθερίες και, κυρίως, το δικαίωμα να ζει σε ένα δημοκρατικό καθεστώς, όπου θα δύναται να διαλέξει, ποιος θα τον κυβερνήσει.


Ναι, ξέρω, ότι πολλοί αμφισβητούν το πραγματικό μέγεθος αυτού, που αποκαλούμε ελευθερία επιλογής. Ακόμα και έτσι, όμως, είναι πολύ προτιμότερο από την απόλυτη απουσία της. Και έτσι σκέφτηκαν, μεταξύ άλλων, και οι εξεγερμένοι της Λιβύης και αποφάσισαν, ότι δεν θέλουν άλλο Καντάφι. Απλά τα πράγματα!

Δευτέρα 22 Αυγούστου 2011



Ο γράφων ήταν μαθητής του Δημοτικού και του Γυμνασίου, όταν άκουγε ορισμένους καθηγητές του να καυχιούνται, που ζούμε σε μια χώρα χωρίς ρατσισμό. Οι ίδιοι εκπαιδευτικοί μιλούσαν με απέχθεια για τις Η.Π.Α., όπου οι μαύροι υφίσταντο διακρίσεις εξαιτίας του χρώματός τους και δεν έπαυαν να μας υπενθυμίζουν, πόσο ευτυχισμένοι πρέπει να είμαστε, που ζούμε σε μια τόσο ελεύθερη χώρα. Όχι, δεν πήγα σχολείο σε κάποια χώρα του τότε Ανατολικού Μπλοκ ούτε στο Ιράν, στην Ελλάδα της δεκαετία του '80 ζούσα.



Φυσικά, κανένας εκπαιδευτικός μας δεν έκανε λόγο για μια μερίδα μουσουλμάνων συμπολιτών μας, οι οποίοι ζούσαν τότε στα χωριά πίσω από τη διαβόητη μπάρα. Κανένας εκπαιδευτικός μας δεν μιλούσε, και ας μην υφίστατο, πλέον, ο φόβος του χωροφύλακα, για τον πλουσιοπάροχο ραβδισμό, που υφίσταντο κάποτε οι κάποιοι κάτοικοι της Δυτικής Μακεδονίας, επειδή η ελληνική γλώσσα δεν ήταν η μητρική τους. Ουδείς έδινε σημασία στις αντισημιτικές και εν γένει ρατσιστικές φωνές, που ακούγονταν στα περιορισμένης κυκλοφορίας τότε ακροδεξιά έντυπα. Ελάχιστοι έμαθαν και σίγουρα δεν μας έκαναν κουβέντα οι καθηγητές μας για κάποιους συμπολίτες μας στα Εξαμίλια Κορινθίας, οι οποίοι ξεσηκώθηκαν, προκειμένου να αποτρέψουν το ενδεχόμενο να φοιτήσουν τα παιδιά των Ρομά γειτόνων τους στο ίδιο σχολείο με τα δικά τους παιδιά. Η επίσημη γραμμή της εκπαίδευσης ήταν, ότι δεν υπάρχει ρατσισμός στην Ελλάδα.



Και ύστερα ήλθε η κατάρρευση του Ανατολικού Μπλοκ και μαζί της κατέρρευσε και η πεποίθηση, ότι είμαστε μια ανεκτική κοινωνία απέναντι στο διαφορετικό. Οι χιλιάδες μετανάστες, που ήλθαν στη χώρα μας, αναζητώντας ένα καλύτερο αύριο, αντιμετωπίστηκαν με απέχθεια και με το φόβο, ότι θα αλλοιώσουν την κοινωνία μας. Η αύξηση της εγκληματικότητας αποδόθηκε ανεύθυνα στους μετανάστες αυτούς, ακόμα και όταν δεν υπήρχε η παραμικρή ένδειξη ενοχής τους, αφού η πλειονότητα των Μ.Μ.Ε. δεν δίσταζε να μιλήσει για "δράστες, που είναι μάλλον Αλβανοί/αλλοδαποί", λες και η ελληνική κοινωνία αποτελούνταν αποκλειστικά από μπουμπούκια. Η άκρα δεξιά βρήκε πρόσφορο έδαφος, για να χύσει το ρατσιστικό δηλητήριό της, και ένα σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας μας βρήκε την αφορμή να αποκαλύψει το πραγματικό της πρόσωπο, το οποίο απλά δεν ανέχεται το διαφορετικό. Εντάξει, έπεσε η επάρατη μπάρα αλλά αν πιστεύετε, ότι οι περισσότεροι συμπολίτες μας έχουν αποδεχθεί ως ισότιμούς τους τούς μουσουλμάνους Έλληνες πολίτες, πλανάστε.



20 χρόνια μετά την έλευση των πρώτων οικονομικών μεταναστών στη χώρα μας τα πράγματα είναι αρκετά πιο ήρεμα αλλά και πάλι ο ρατσισμός ζει και βασιλεύει. Πέρα από τη φοβική κοινωνία μας, η οποία εξακολουθεί να πιστεύει, ότι απειλείται από το διαφορετικό, το ίδιο το κράτος φροντίζει, ώστε να διαιωνίζει αυτό το φαινόμενο. Η νομοθεσία για την πολιτογράφηση εξακολουθεί να είναι από τις αυστηρότερες στην Ευρώπη, ενώ όσοι αλλοδαποί καταφέρουν να συγκεντρώσουν τις απαιτούμενες προϋποθέσεις, έχουν να αντιμετωπίσουν τη λογική του Ελληνικού Δημοσίου, το οποίο απλά αφήνει τις αιτήσεις τους να αιωρούνται κάπου μεταξύ των σκονισμένων γραφείων του για κάμποσα χρόνια. Ένας αλλοδαπός, που κατηγορείται για κάποιο σοβαρό αδίκημα, είναι πιο εύκολο να καταδικαστεί σε ποινή φυλάκισης ή και κάθειρξης απ' ό,τι ένας Έλληνας και το ίδιο συμβαίνει, αν ο δράστης είναι Ρομά. Ήδη η χώρα μας μετράει κάμποσες καταδικαστικές αποφάσεις του Ε.Δ.Δ.Α. για την πρακτική της αυτή, οι οποίες μπορεί να μην επιβαρύνουν τον κρατικό κορβανά όσο λ.χ. ο Κουρουπητός αλλά δεν παύουν να αποτελούν μια ανεπιθύμητη μουντζούρα. Στη δημόσια εκπαίδευση ελάχιστοι εκπαιδευτικοί πέτυχαν μέσα από προγράμματα, συχνά δικής τους εμπνεύσεως, να ενσωματώσουν τα παιδιά των αλλοδαπών μεταναστών στην κοινωνία μας, ενώ όσοι το πέτυχαν, συχνά ήλθαν αντιμέτωποι με ένα κομμάτι της κοινωνίας μας, το οποίο δεν μπορούσε να δεθχεί το συγχρωτισμό των ελληνόπαιδων με τα παιδιά των ξένων, για να μην αναφερθούμε στις περιπέτειες ορισμένων εκπαιδευτικών, όταν αποφάσισαν να λειτουργήσουν προς όφελος των παιδιών των μεταναστών. Η περίπτωση της κας. Πρωτονοταρίου, διευθύντριας ενός δημοτικού σχολείου στη Γκράβα, είναι ενδεικτική, όπως και η εν γένει αδιαφορία της πολιτείας για την ενσωμάτωση των μεταναστών στην κοινωνία μας. Μαθητές στο Ρόδο βεβηλώνουν το μνημείο για τους Εβραίους και κινηματογραφούν το κατόρθωμά τους. Συναγωγές και νεκροταφεία εβραϊκά βεβηλώνονται στα Ιωάννινα, το Βόλο και τα Χανιά και το μεγαλύτερο μέρος των τοπικών κοινωνιών (λαμπρή εξαίρεση η κοινωνία των Ιωαννίνων) σφυρίζουν αδιάφορα. Σε άλλο επίπεδο, η πολιτεία εξακολουθεί να αρνείται την επάνοδο στην Ελλάδα όσων μελών του ΔΣΕ είναι ακόμα εν ζωή και δεν δηλώνουν Έλληνες το γένος, ως εάν κάποιοι άνθρωποι, που έχουν ήδη υπερβεί το 80ο έτος της ηλικίας τους, να αποτελούσαν σοβαρή απειλή για την Ελλάδα. Οι περισσότεροι πολιτικοί μας εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν τους αλλοδαπούς ως απειλή για τη χώρα. Δεν είναι τυχαίες ούτε η τοποθέτηση του κ. Σαμαρά, ότι θα καταργήσει το νέο νόμο για την απόκτηση της ελληνικής ιθαγένειας, ούτε του κ. Καρατζαφέρη, ότι θα διώξει από την Ελλάδα 1.500.000 μετανάστες. Αλλά και στα υπόλοιπα κομμάτια του πολιτικού κόσμου μας, ακόμα και του εξωκοινοβουλευτικού, ο ρατσισμός ζει και βασιλεύει. Οι επιθέσεις του Ισραήλ σε βάρος των Παλαιστινίων στη Λωρίδα της Γάζας οδήγησαν πολλούς αριστερούς να καταφερθούν με απρεπείς χαρακτηρισμούς εναντίον όλων των Εβραίων της οικουμένης, μη διστάζοντας να βάλουν στο ίδιο τσουβάλι τον Αριέλ Σαρόν με το σαφώς ειρηνιστή Χάρολντ Πίντερ. Ο κ. Μίκης Θεοδωράκης δήλωσε σε τηλεοπτική εκπομπή, ότι είναι αντισημίτης και έχει επανειλημμένως καταφερθεί εναντίον των Εβραίων, ασπαζόμενος όλες τις μπουρδολογίες, που θέλουν τάχαμου τους Εβραίους να κυβερνούν τον κόσμο. Από κοντά και ο κ. Τζίμης Πανούσης με το αντισημιτικό παραλήρημά του προ καιρού στο ραδιόφωνο αλλά και ο κ. Λαζόπουλος με την απαράδεκτη ταύτιση του γερμανικού λαού με το Χίτλερ! Η άκρα δεξιά απέκτησε τον επικίνδυνο εκπρόσωπό της στη Βουλή, το ΛΑ.Ο.Σ., και η Χρυσή Αυγή κέρδισε την πρώτη της έδρα στο Δήμο Αθηναίων, ποντάροντας στις φοβίες των ψηφοφόρων της και ξολοφορτώνοντας αλλοδαπούς, επειδή είναι αλλοδαποί. Η Εκκλησία της Ελλάδος εξακολουθεί να καλλιεργεί το ρατσισμό σε βάρος όσων δεν ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές της. Έτσι, αλλοδαποί, ομοφυλόφιλοι, μουσουλμάνοι, δίγλωσσοι (Σλαβομακεδόνες, μην ντρέπεστε να το πείτε), Ρομά και άλλοι τυγχάνουν απαραδέκτων χαρακτηρισμών από μεγάλη μερίδα του ανώτατου κλήρου, ο οποίος δεν διστάζει να ξεράσει άφθονη χολή σε βάρος τους.



Όχι, δεν αρκεί η διαπίστωση, ότι ο ρατσισμός ζει και βασιλεύει στην Ελλάδα. Πολύ χειρότερη είναι η αντιμετώπιση του φαινομένου από το κράτος και την κοινωνία μας. Πλήρης αδιαφορία!

Στα σχολικά μου χρόνια θυμάμαι κάποιους καθηγητές μου να καταριώνται την αστυφιλία, εξαιτίας της οποίας άδειασε η ύπαιθρος από ανθρώπους, και να επαινούν τη ζωή στην επαρχία, όπου οι ρυθμοί είναι πιο χαλαροί και ο κόσμος πιο φιλικός και άμεσος. Πιτσιρικάδες τότε εμείς ακούγαμε τους καθηγητές αυτούς εκστασιασμένοι και ονειρευόμαστε μια ζωή στην επαρχία, δίπλα από το πράσινο και μακρυά από τα ντουβάρια της πόλης μας - η αντιπαροχή είχε ήδη αφήσει τα σημάδια της στις περιοχές, όπου ζούσαμε και πηγαίναμε σχολείο.


Σπούδασα στη Θεσσαλονίκη, η οποία είναι μεγαλύτερη πόλη από τη δική μου, και γνώρισα παιδιά από διάφορες πόλεις, κυρίως της Βορείου Ελλάδος, τα οποία είχαν ξεκαθαρίσει από τις πρώτες κιόλας μέρες της φοιτητικής τους ζωής, ότι δεν θα επέστρεφαν στον τόπο καταγωγής τους.


Γυαλιά - καρφιά απείλησε προσφάτως ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Άνθιμος ότι θα κάνει το ραδιοφωνικό σταθμό, ο οποίος θα εκπέμπει στη Μελίτη Φλώρινας στη σλαβομακεδονική γλώσσα. Δεν είναι η πρώτη φορά, που ο σεβασμιότατος καταφεύγει σε κήρυγμα βίας, προκειμένου να εκφράσει την αντίθεσή του με ό,τι τον ενοχλεί. Και, όσο περνάει ο καιρός, φοβάμαι, ότι θα συνεχίσει να παραδίδει παρόμοια μαθήματα χριστιανικής αγάπης από άμβωνος.



Δεν θα είχε τόση σημασία το παραπάνω φαινόμενο, αν ήταν το μόνο περιστατικό εμπρηστικού λόγου στη χώρα μας. Δυστυχώς, όμως, ο Θεσσαλονίκης δεν πρωτοτυπεί. Εξίσου βίαιος λόγος ακούστηκε από αρκετούς αγανακτισμένους πρόσφατα, ενώ δεν έλλειψαν οι προπηλακισμοί πολιτικών πριν (περίπτωση κ. Χατζηδάκη) και μετά το κίνημα των αγανακτισμένων, για να μην αναφερθούμε στον αποκλεισμό της Βουλής αλλά και τα πανώ με τα βίαια συνθήματα, που, μέχρι πρότινος κοσμούσαν την Πλατεία Συντάγματος. Ο λόγος του κ. Θεοδωράκη, για να εστιάσουμε σε ένα κεντρικό πρόσωπο των συγκεντρώσεων του καλοκαιριού αυτού, περιείχε πολλές αναφορές στη βία αλλά και προτροπές για ανατροπή, χωρίς την επίκληση νομίμων διαδικασιών. Ανάλογα "ευγενικά" συναισθήματα προδίδουν οι ιστοσελίδες αλλά και τα έντυπα ακροδεξιών αλλά και ακροαριστερών οργανώσεων, που προτρέπουν σε βία. Ειδικά, ο λόγος των πρώτων έχει ξεπεράσει τα λαθρόβια ή περιορισμένου ενδιαφέροντος Μ.Μ.Ε. και έχει βρει ικανότατους εκφραστές ακόμα και εντός της Βουλής (ΛΑ.Ο.Σ.). Και, βέβαια, δεν πρέπει να λησμονούμε τη βιαιότατη διάλυση της πορείας, εκ μέρους της ΕΛ.ΑΣ., προ διμήνου στην Πλατεία Συντάγματος.



Αν εξαιρέσει κανείς την καθολική, σχεδόν, καταδίκη των ανωτέρω ανδραγαθημάτων της ΕΛ.ΑΣ., οι υπόλοιπες βιαιοπραγίες, προφορικές και υλικές, απλά αντιμετωπίστηκαν με αδιαφορία από τους πολλούς. Κάποια στιγμή, μάλιστα, εμφανίστηκε κάποια δημοσκόπηση, όπου ένα ποσοστό άνω του 40% των συμπολιτών μας εμφανίστηκε να συμφωνεί με τις βιαιοπραγίες σε βάρος πολιτικών. Παράλληλα, ελάχιστοι στράφηκαν κατά της βίας, ενώ οι περισσότεροι επικαλέστηκαν ιστορικά προηγούμενα, ώστε να δικαιολογήσουν τη βία. Φυσικά, κανένας τους δεν αναλογίστηκε, τι ακολούθησε την κατάλυση της καθεστώσας τάξεως από τους οπαδούς της βίας αλλά στη χώρα της επιλεκτικής μνήμης αυτά είναι ψιλά γράμματα.



Παρασκευή 19 Αυγούστου 2011



Δεν μπορώ να μετρήσω τις φορές, που άκουσα μεγαλύτερούς μου σε ηλικία ανθρώπους να μιλάνε με νοσταλγία για την Ελλάδα του παρελθόντος, τότε που ο κόσμος ζούσε πραγματικά και όλα ήταν, κατά δήλωσή τους, καλύτερα. Ίσως επειδή, όσο περνάει ο καιρός, ολοένα και περισσότεροι πιστεύουν, ότι ζούμε τις χειρότερες εποχές από καταβολής νεοελληνικού κράτους. Κάποιοι θεωρούν, ότι το παρόν είναι ό,τι χειρότερο έχει γνωρίσει το έθνος μας από καταβολής του. Για κάποιους άλλους ζούμε χειρότερα απ' ό,τι τα παιδάκια στη Λωρίδα της Γάζας.



Δεν μπορώ να κρύψω τη δυσαρέσκειά μου, όταν ακούω τέτοιες θεωρίες. Προσωπικά, θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό, που ζω στην Ελλάδα της εποχής μας. Όχι, δεν είναι ιδανικές οι συνθήκες διαβίωσης στην Ελλάδα ούτε υπήρξαν ποτέ ιδανικές. Ακόμα, όμως, και υπό τη σημερινή σκληρή ελληνική πραγματικότητα τα πράγματα είναι πολύ καλύτερα από το παρελθόν.



Ας σταθούμε, κατ' αρχάς, στο πολίτευμά μας. Συμφωνώ, ότι η Δημοκρατία μας έχει πολλά ελαττώματα και η νομή της εξουσίας ασκείται αποκλειστικά τα τελευταία χρόνια από δύο κόμματα, που, όσο περνάει ο καιρός, τόσο λιγότερο διαφέρουν μεταξύ τους. Ωστόσο, υπάρχει η δυνατότητα να αλλάξουμε την κατάσταση με την ψήφο μας, εφόσον το αποφασίσουμε. Αν ανατρέξουμε στο παρελθόν, θα δούμε επιτηρούμενες περιοχές στη Βόρειο Ελλάδα, όπου κυριαρχούσε η φτώχεια και, όμως, η ΕΡΕ, που ελάχιστα πράγματα είχε κάνει για την αντιμετώπιση της δυσπραγίας των περιοχών αυτών, έπαιρνε ασύλληπτα υψηλά ποσοστά. Θα δούμε, επίσης, πραξικοπήματα ακόμα και από πολιτικούς, που σήμερα θαυμάζουμε, όπως αυτό του 1935 του Ελευθερίου Βενιζέλου. Θα δούμε απολύσεις και κατατρεγμούς δημοσίων υπαλλήλων, λόγω φρονημάτων (αυτός ήταν ένας από τους λόγους, που ο Καρυωτάκης έφτασε στην αυτοκτονία), κυβερνήσεις κοινοβουλευτικής μειοψηφίας, δοτούς πρωθυπουργούς, ωμές παρεμβάσεις τρίτων παραγόντων κ.λπ. Όσο και αν η απαισιοδοξία οδηγεί σε παραλληλισμούς του παρόντος με το παρελθόν, ζούμε σε ασύγκριτα καλύτερες πολιτικές και πολιτειακές συνθήκες, τις οποίες, όσο και αν πολύς κόσμος κραυγάζει περί του αντιθέτου, μπορούμε να αλλάξουμε με την ψήφο μας, εφόσον εγκαταλείψουμε τον ωχαδερφισμό, τη βολή και την τάση να απέχουμε από τις εκλογές, επειδή τάχα μου αυτό αποτελεί πολιτική άποψη.



Έπειτα, με αρκετό διάβασμα οι περισσότεροι νέοι έχουν τη δυνατότητα να περάσουν στο πανεπιστήμιο, λαμβανομένης υπόψη και της τάσης του νεοέλληνα γονέα να στερείται ακόμα και το ψωμί του, προκειμένου να σπουδάσει τα παιδιά του, αλλά και της απόφασης του ελληνικού κράτους να ιδρύσει πάμπολλες σχολές σε κάθε σημείο της Ελλάδος και να αυξήσει τον αριθμό των εισακτέων γενικά. Αν γυρίσουμε πίσω το χρόνο, θα δούμε χιλιάδες παιδιά να σταματούν το σχολείο, επειδή τα οικονομικά των γονέων τους δεν το επέτρεπαν, ή επειδή τα σπίτια τους απείχαν πολλά χιλιόμετρα από το κοντινότερο σχολείο, ή να αδυνατούν να συνεχίσουν τις σπουδές τους για οικονομικούς λόγους. Δεν παραβλέπω, ότι και σήμερα υπάρχουν ανάλογα προβλήματα αλλά επ' ουδενί λόγω μπορούν να συγκριθούν με ό,τι συνέβαινε τότε.



Την ελευθερία του λόγου πού την πάτε; Δεν θα σας πω, ότι δεν έχουμε διώξεις προσώπων, που εξέφρασαν την άποψή τους, πλην, όμως, οι περισσότεροι εξ αυτών αθωώθηκαν πανηγυρικά και οι διώξεις αυτές δεν έχουν συστηματικό χαρακτήρα, όπως στο παρελθόν. Ας θυμηθούμε τον αφορισμό του Καζαντζάκη προ πενηνταφεύγα ετών, το κλείσιμο και τους βανδαλισμούς των γραφείων εφημερίδων, επειδή τόλμησαν να ενοχλήσουν την εξουσία με την άποψή τους, τις διώξεις του ΚΚΕ από τα χρόνια του Ελευθερίου Βενιζέλου κιόλας (το περιβόητο "ιδιώνυμο")και μέχρι τη Μεταπολίτευση και άλλες πολλές και παρόμοιες περιπτώσεις.Σήμερα η ελευθερία της έκφρασης των ιδεών και της διάχυσής τους με πολλούς διαφορετικούς τρόπους είναι απλά δεδομένη και ανεμπόδιστη. Θα ήταν, μάλιστα, άτοπο να ισχυρίζεται κανείς, ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχει ελευθερία του λόγου, ειδικά σήμερα, που ζούμε στην εποχή του Διαδικτύου, όπου τα πάντα (κυριολεκτικά) δημοσιεύονται.

Όταν η κοινωνία ασχολείται με τερατολογίες



Προ καιρού βρέθηκα σε μια παρέα, όπου κάποιο άγνωστό μου, μέχρι τότε, πρόσωπο υποστήριζε την άποψη, ότι υπάρχει ένα σχέδιο αφανισμού της Ελλάδος, στο οποίο πρόθυμοι σύμμαχοι είναι ο νυν πρωθυπουργός, ο οποίος είναι εβραϊκής καταγωγής - το επανέλαβε 5-6 φορές, τουλάχιστον - και όλοι οι πολιτικοί, που συμμετείχαν στην πολιτική ζωή της χώρας μας από το 1974 και μετά. Το σχέδιο αυτό περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, κατάληψη του Αιγαίου από τους Τούρκους και παραχώρηση της Μακεδονίας στα Σκόπια. Είπα και εγώ ο αφελής να το ρωτήσω, που πληροφορήθηκε αυτό το σχέδιο και από που προκύπτει, ότι είναι αληθινό, και ως απάντηση έλαβα ένα κατεβατό από θεωρίες περί προαιωνίων εχθρών του έθνους μας, τις οποίες ακόμα και ένας ανόητος μπορεί να "ανευρεί" (έτσι το τόνισε, έτσι σας το μεταφέρω) οπουδήποτε, αρκεί να μην του έχουν κουρκουτιάνει το μυαλό οι νεοταξίτες και οι πουλημένοι πολιτικοί μας κ.λπ. κ.λπ.
Υποθέτω, ότι οι περισσότεροι από σας έχετε ακούσει τα ίδια λόγια και τις ίδιες θεωρίες με ελάχιστες παραλλαγές από πολλούς συμπατριώτες μας, οι οποίοι πασχίζουν να αποδώσουν την κακοδαιμονία αυτού του τόπου σε διαφόρους εχθρούς, ανύπαρκτους ως επί το πλείστον. Και, όσοι από εσάς έχετε ανοίξει 5 βιβλία περισσότερα από τους περισσοτέρους κατοίκους της χώρας μας, θα έχετε προσπαθήσει να αντικρούσετε τέτοιες θεωρίες, λέγοντας, ότι ο νυν πρωθυπουργός δεν έχει εβραϊκή καταγωγή , ότι για την οικονομική κατάντια της χώρας μας φταίμε εμείς και κανένας άλλος, ότι η Συνθήκη της Λωζάννης προβλέπει για το Αιγαίο αρκετά διαφορετικά πράγματα απ' όσα εμείς πιστεύουμε και πέσατε σε συμπαγή τοίχο, καθότι οι κήρυκες των απόψεων αυτών είναι όχι μόνο αποφασισμένοι και ημιμαθείς αλλά και ξεροκέφαλοι.
Στους τρεις προηγούμενους μήνες, οι θεωρίες συνωμοσίας πήραν τερατώδεις διαστάσεις. Στις συνελεύσεις των αγανακτισμένων ακούστηκαν οι πιο απίστευτες τερατολογίες - ακούστηκαν χωρίς αμφιβολία και σοβαρές απόψεις - ακόμα και από πρόσωπα, που γνωρίζουν ιστορία και μπορούσαν να είναι πιο προσεκτικοί, και, όμως, στον ενθουσιασμό τους (;;;), ότι τάχαμου αλλάζει η Ελλάδα, αυτές οι τερατολογίες όχι μόνο δεν καταρρίφθηκαν αλλά ακούστηκαν και ακούγονται από πάρα πολλά πρόσωπα, διαχύθηκαν στα πάσης φύσεως μέσα και κατέληξαν να πλασάρονται ως ατράνταχτες αλήθειες και αδιάσειστα ντοκουμέντα.
Δεν είναι η πρώτη φορά, που τέτοιες θεωρίες κάνουν την εμφάνισή τους στη χώρα μας. Το πρόβλημα έγκειται στην αδιαφορία των πολλών απέναντι στην εξάπλωση των θεωριών αυτών. Με άλλα λόγια, εξ όσων επαναστατών έχουν εμφανιστεί στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια, σχεδόν κανένας δεν έχει επισημάνει τους κινδύνους, που εγκυμονούν αυτές οι θεωρίες, οι οποίες, αν διαβάζονταν ως ένα μυθιστόρημα επιστημονικής ου μην και αρρωστημένης φαντασίας, δεν θα υπήρχε πρόβλημα αλλά, δυστυχώς, κυκλοφορούν ως πραγματικές ιστορίες, ώστε οι διακινητές και ενίοτε εμπνευστές τους να δύνανται να προτρέπουν, με τη χρήση τους, τους πολλούς σε βίαιες πράξεις. Κάποιες φορές, μάλιστα, αρκετοί εξ αυτών των επαναστατών επιλέγουν κάποιους από αυτούς τους μύθους, για να εμπλουτίσουν τις αγορεύσεις ή τα γραπτά τους, αποκρύπτοντας, φυσικά, ότι πρόκειται περί μύθων. Όσοι δε επιμένουν να επισημαίνουν το αβάσιμο των θεωριών αυτών, αντιμετωπίζονται εχθρικά και, στην καλύτερη περίπτωση, με αδιαφορία.
Κάποτε είχα ακούσει, ότι η πραγματική επανάσταση ξεκινάει από το νου. Ένα μυαλό απαλλαγμένο από θεωρίες συνωμοσίας μπορεί να κοιτάξει κατάματα το μέλλον και να λάβει κρίσιμες και ωφέλιμες συνάμα αποφάσεις για την πορεία, που πρέπει να ακολουθήσει. Αντιθέτως, ένα μυαλό γεμάτο παρανοϊκές ιστορίες και σύνδρομα καταδίωξης απλά δεν μπορεί να προχωρήσει ή προχωράει προς λάθος κατεύθυνση. Και ίσως, τελικά, δεν είναι τυχαίο, ότι ως χώρα και ως κοινωνία δεν έχουμε προκόψει, ακριβώς επειδή, μεταξύ άλλων, διατηρούμε και τέτοιες απόψεις.


Τετάρτη 17 Αυγούστου 2011

Προ καιρού βρέθηκα σε μια παρέα, όπου κάποιο άγνωστό μου, μέχρι τότε, πρόσωπο υποστήριζε την άποψη, ότι υπάρχει ένα σχέδιο αφανισμού της Ελλάδος, στο οποίο πρόθυμοι σύμμαχοι είναι ο νυν πρωθυπουργός, ο οποίος είναι εβραϊκής καταγωγής - το επανέλαβε 5-6 φορές, τουλάχιστον - και όλοι οι πολιτικοί, που συμμετείχαν στην πολιτική ζωή της χώρας μας από το 1974 και μετά. Το σχέδιο αυτό περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, κατάληψη του Αιγαίου από τους Τούρκους και παραχώρηση της Μακεδονίας στα Σκόπια. Είπα και εγώ ο αφελής να το ρωτήσω, που πληροφορήθηκε αυτό το σχέδιο και από που προκύπτει, ότι είναι αληθινό, και ως απάντηση έλαβα ένα κατεβατό από θεωρίες περί προαιωνίων εχθρών του έθνους μας, τις οποίες ακόμα και ένας ανόητος μπορεί να "ανευρεί" (έτσι το τόνισε, έτσι σας το μεταφέρω) οπουδήποτε, αρκεί να μην του έχουν κουρκουτιάνει το μυαλό οι νεοταξίτες και οι πουλημένοι πολιτικοί μας κ.λπ. κ.λπ.


Υποθέτω, ότι οι περισσότεροι από σας έχετε ακούσει τα ίδια λόγια και τις ίδιες θεωρίες με ελάχιστες παραλλαγές από πολλούς συμπατριώτες μας, οι οποίοι πασχίζουν να αποδώσουν την κακοδαιμονία αυτού του τόπου σε διαφόρους εχθρούς, ανύπαρκτους ως επί το πλείστον. Και, όσοι από εσάς έχετε ανοίξει 5 βιβλία περισσότερα από τους περισσοτέρους κατοίκους της χώρας μας, θα έχετε προσπαθήσει να αντικρούσετε τέτοιες θεωρίες, λέγοντας, ότι ο νυν πρωθυπουργός δεν έχει εβραϊκή καταγωγή , ότι για την οικονομική κατάντια της χώρας μας φταίμε εμείς και κανένας άλλος, ότι η Συνθήκη της Λωζάννης προβλέπει για το Αιγαίο αρκετά διαφορετικά πράγματα απ' όσα εμείς πιστεύουμε και πέσατε σε συμπαγή τοίχο, καθότι οι κήρυκες των απόψεων αυτών είναι όχι μόνο αποφασισμένοι και ημιμαθείς αλλά και ξεροκέφαλοι.


Στους τρεις προηγούμενους μήνες, οι θεωρίες συνωμοσίας πήραν τερατώδεις διαστάσεις. Στις συνελεύσεις των αγανακτισμένων ακούστηκαν οι πιο απίστευτες τερατολογίες - ακούστηκαν χωρίς αμφιβολία και σοβαρές απόψεις - ακόμα και από πρόσωπα, που γνωρίζουν ιστορία και μπορούσαν να είναι πιο προσεκτικοί, και, όμως, στον ενθουσιασμό, ότι τάχαμου αλλάζει η Ελλάδα, αυτές οι τερατολογίες όχι μόνο δεν καταρρίφθηκαν αλλά ακούστηκαν και ακούγονται από πάρα πολλά πρόσωπα, διαχύθηκαν στα πάσης φύσεως μέσα και κατέληξαν να πλασάρονται ως ατράνταχτες αλήθειες και αδιάσειστα ντοκουμέντα.


Δεν είναι η πρώτη φορά, που τέτοιες θεωρίες κάνουν την εμφάνισή τους στη χώρα μας. Το πρόβλημα έγκειται στην αδιαφορία των πολλών απέναντι στην εξάπλωση των θεωριών αυτών. Με άλλα λόγια, εξ όσων επαναστατών έχουν εμφανιστεί στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια, σχεδόν κανένας δεν έχει επισημάνει τους κινδύνους, που εγκυμονούν αυτές οι θεωρίες, οι οποίες, αν διαβάζονταν ως ένα μυθιστόρημα επιστημονικής ου μην και αρρωστημένης φαντασίας, δεν θα υπήρχε πρόβλημα αλλά, δυστυχώς, κυκλοφορούν ως πραγματικές ιστορίες, ώστε οι διακινητές και ενίοτε εμπνευστές τους να δύνανται να προτρέπουν, με τη χρήση τους, τους πολλούς σε βίαιες πράξεις. Κάποιες φορές, μάλιστα, αρκετοί εξ αυτών των επαναστατών επιλέγουν κάποιους από αυτούς τους μύθους, για να εμπλουτίσουν τις αγορεύσεις ή τα γραπτά τους, αποκρύπτοντας, φυσικά, ότι πρόκειται περί μύθων. Όσοι δε επιμένουν να επισημαίνουν το αβάσιμο των θεωριών αυτών, αντιμετωπίζονται εχθρικά και, στην καλύτερη περίπτωση, με αδιαφορία.


Κάποτε είχα ακούσει, ότι η πραγματική επανάσταση ξεκινάει από το νου. Ένα μυαλό απαλλαγμένο από θεωρίες συνωμοσίας μπορεί να κοιτάξει κατάματα το μέλλον και να λάβει κρίσιμες και ωφέλιμες συνάμα αποφάσεις για την πορεία, που πρέπει να ακολουθήσει. Αντιθέτως, ένα μυαλό γεμάτο παρανοϊκές ιστορίες και σύνδρομα καταδίωξης απλά δεν μπορεί να προχωρήσει ή προχωράει προς λάθος κατεύθυνση.

Τρίτη 16 Αυγούστου 2011

Πιστοί είμαστε, πιστούς ψηφίζουμε

Δεν είχα καμμία αμφιβολία, ότι και φέτος θα "λουζόμαστε" τους πολιτικούς αρχηγούς και των δύο μεγάλων κομμάτων να κάνουν δηλώσεις παραμονές της εορτής του Δεκαπενταύγουστου. Η χρονική συγκυρία δεν είναι τυχαία, καθότι η ορθοδοξία εορτάζει κατά την ημερομηνία αυτή την Κοίμηση της Θεοτόκου, οπότε είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για την πλειονότητα των πολιτικών μας, κυρίως όσων πολιτεύονται με το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και τη Ν.Δ., να δείξουν, πόσο καλοί χριστιανοί και, εντεύθεν, άξιοι της ψήφου μας είναι.


Αναρωτιέμαι, τι θα συμβεί τη στιγμή, που κάποιος πολιτικός εξ αυτών, που πολιτεύονται και εκλέγονται σε ένα από τα δύο μεγάλα κόμματα, όχι μόνο αρνηθεί να συμμετάσχει σε κάποια θρησκευτική εορτή της Ορθοδοξίας αλλά δηλώσει ευθαρσώς, ότι είναι άθεος ή, αν διατηρεί κάποιες μεταφυσικές ανησυχίες, δεν κρίνει σκόπιμο να τις μοιραστεί με το ποίμνιο έεεε, συγγνώμη, με τους ψηφοφόρους του και όχι μόνο εκφράσει τις απόψεις αυτές αλλά τις διατηρήσει και μεταγενέστερα, διότι δεν λείπουν τα παραδείγματα πολιτικών, που αρχικά άφηναν να εννοηθεί, ότι είναι άθεοι αλλά, στη συνέχεια και υπό το βάρος του πολιτικού κόστους και της πίεσης του κόμματος, στο οποίο ανήκαν, ανέκρουσαν πρύμνη. Δε νομίζω, ότι υπάρχουν πολλά περιθώρια για ένα πρόσωπο, που επιθυμεί να χαράξει πολιτική καριέρα σε ένα από τα δύο κυρίαρχα του πολιτικού παιχνιδιού κόμματα, να φανερώσει την πραγματική στάση του απέναντι σε αυτό, που αποκαλείται "επικρατούσα θρησκεία". Σε περίπτωση, που παρακάμψει τη σκληρή πολιτική πραγματικότητα, η τύχη του θα είναι προδιαγεγραμμένη, ήτοι θα παραγκωνιστεί προς όφελος άλλων, λιγότερο ειλικρινών αλλά απόλυτα πειθήνιων με τις κομματικές και κοινωνικές εντολές προσώπων, θα συκοφαντηθεί με διάφορους χαρακτηρισμούς αντλημένους από την πλούσια ελληνική γλώσσα και μιζέρια και το όποιο πολιτικό άστρο του θα σβήσει.
Μην σπεύσετε να εκτοξεύσετε τις γνωστές κραυγές σε βάρος των ηγετών των δύο μεγάλων κομμάτων για τα πρόσωπα, που επιλέγουν για τα ψηφοδέλτια των πάσης φύσεως εκλογών. Στην πραγματικότητα, οι εκλογομάγειροι των κυριάρχων του παιχνιδιού γνωρίζουν πολύ καλά τα χούγια του μέσου Έλληνα ψηφοφόρου, ήτοι εκείνου, ο οποίος εξακολουθεί να στηρίζει το δικομματισμό, όχι με τα ίδια ποσοστά, όπως προ 15ετίας αλλά και πάλι το στηρίζει. Ο εν λόγω Έλληνας ψηφοφόρος είναι η αποθέωση του συντηρητισμού. Τούτο σημαίνει, ότι θέλει ένα πολιτικό κατ' εικόνα και ομοίωσή του, ήτοι λίγο λαμόγιο, λίγο τεμπέλη, λίγο καταφερτζή, λίγο βολεψάκια λίγο οσφυοκάμπτη αλλά χριστιανό ορθόδοξο έως τα μπούνια. Αυτό το τελευταίο είναι τόσο αδιαπραγμάτευτο, ώστε ακόμα και βουλευτές με τάσεις σκεπτικισμού να διστάζουν να προβάλλουν τις όποιες αμφιβολίες τους για την ανάγκη αποκάλυψης των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων. Και αποτελεί τόσο βασικό κριτήριο για την πλειονότητα των ψηφοφόρων των δύο μεγάλων κομμάτων, ώστε να έχει, πλέον, καταστεί σύνηθες ένας πολιτικός με ύποπτο παρελθόν και πράξεις ικανές να κοσμήσουν δια παντός και άσχημα το ποινικό του μητρώο αλλά και να του εξασφαλίσουν δωρεάν διαμονή και σίτιση σε ένα εκ των σωφρονιστικών ιδρυμάτων της χώρα μας να προβαίνει σε μακριούς σταυρούς, φανταχτερές γονυκλισίες και λαμπαδηφορίες σε ζωντανή μετάδοση και όχι μόνο να μην αποσπά τον αποτροπιασμό των πολλών αλλά να αποσπά τον έπαινο "τουλάχιστον είναι καλός χριστιανός". Αυτός ακριβώς ο έπαινος αποτελεί και το βασικό λόγο, για τον οποίο οι περισσότεροι διαφημιστές των μεγάλων κομμάτων προτρέπουν τους πολιτικούς των κομμάτων αυτών να επιδεικνύουν δημοσίως την τέλεση των εκκλησιαστικών τους καθηκόντων.
Φυσικά σέβομαι απόλυτα το δικαίωμα του κάθε συνέλληνα να πιστεύει σε όποιο θεό θέλει και με όποια ένταση επιθυμεί ή να μην τρέφει την παραμικρή ανησυχία για τέτοια θέματα. Σηκώνει, όμως, πολλή κουβέντα η τάση της κοινωνίας μας να επιλέγει να την εκπροσωπήσουν στη Βουλή πρόσωπα, τα οποία δεν φημίζονται για την εντιμότητά τους αλλά διατυμπανίζουν, ότι πιστεύουν στο χριστιανικό Θεό και ακολουθούν το ελληνορθόδοξο δόγμα. Διότι έτσι δικαιολογούνται πολλά πράγματα, όπως η σκληρή ελληνική πραγματικότητα, όπως τη βιώνουμε σε κάθε επίπεδο, η απουσία ουσιαστικού διαλόγου για το χωρισμό της Εκκλησίας από το Κράτος και η πληθώρα ευεργετικών διατάξεων για την Εκκλησία της Ελλάδος. Και, μετά από αυτές τις διαπιστώσεις, νομίζω, ότι οι τελευταίοι, που πρέπει να κατηγορήσουμε για τα πρόσωπα, που επιλέγονται στις λίστες των υποψηφίων των δύο μεγάλων κομμάτων για τις πάσης φύσεως εκλογικές αναμετρήσεις, είναι οι επικεφαλής των κομμάτων αυτών. Άλλως, αν εμείς θέλαμε καλύτερους κυβερνώντες και, κυρίως, αδιαφορούσαμε για τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις, θα τους είχαμε επιλέξει προ πολλού.


Δευτέρα 15 Αυγούστου 2011



Αναρωτιέμαι, τι θα συμβεί τη στιγμή, που κάποιος πολιτικός εξ αυτών, που πολιτεύονται και εκλέγονται σε ένα από τα δύο μεγάλα κόμματα, όχι μόνο αρνηθεί να συμμετάσχει σε κάποια θρησκευτική εορτή της Ορθοδοξίας αλλά δηλώσει ευθαρσώς, ότι είναι άθεος ή, αν διατηρεί κάποιες μεταφυσικές ανησυχίες, δεν κρίνει σκόπιμο να τις μοιραστεί με το ποίμνιο έεεε, συγγνώμη, με τους ψηφοφόρους του και όχι μόνο εκφράσει τις απόψεις αυτές αλλά τις διατηρήσει και μεταγενέστερα, διότι δεν λείπουν τα παραδείγματα πολιτικών, που αρχικά άφηναν να εννοηθεί, ότι είναι άθεοι αλλά, στη συνέχεια και υπό το βάρος του πολιτικού κόστους και της πίεσης του κόμματος, στο οποίο ανήκαν, ανέκρουσαν πρύμνη.



Δε νομίζω, ότι υπάρχουν πολλά περιθώρια για ένα πρόσωπο, που επιθυμεί να χαράξει πολιτική καριέρα σε ένα από τα δύο κυρίαρχα του πολιτικού παιχνιδιού κόμματα, να φανερώσει την πραγματική στάση του απέναντι σε αυτό, που αποκαλείται "επικρατούσα θρησκεία". Σε περίπτωση, που παρακάμψει τη σκληρή πολιτική πραγματικότητα, η τύχη του θα είναι προδιαγεγραμμένη, ήτοι θα παραγκωνιστεί προς όφελος άλλων, λιγότερο ειλικρινών αλλά απόλυτα πειθήνιων με τις κομματικές και κοινωνικές εντολές προσώπων, θα συκοφαντηθεί με διάφορους χαρακτηρισμούς αντλημένους από την πλούσια ελληνική γλώσσα και μιζέρια και το όποιο πολιτικό άστρο του θα σβήσει.



Μην σπεύσετε να εκτοξεύσετε τις γνωστές κραυγές σε βάρος των ηγετών των δύο μεγάλων κομμάτων για τα πρόσωπα, που επιλέγουν για τα ψηφοδέλτια των πάσης φύσεως εκλογών. Στην πραγματικότητα, οι εκλογομάγειροι των κυριάρχων του παιχνιδιού γνωρίζουν πολύ καλά τα χούγια του μέσου Έλληνα ψηφοφόρου, ήτοι εκείνου, ο οποίος εξακολουθεί να στηρίζει το δικομματισμό, όχι με τα ίδια ποσοστά, όπως προ 15ετίας αλλά και πάλι το στηρίζει. Ο εν λόγω Έλληνας ψηφοφόρος είναι η αποθέωση του συντηρητισμού. Τούτο σημαίνει, ότι θέλει ένα πολιτικό κατ' εικόνα και ομοίωσή του, ήτοι λίγο λαμόγιο, λίγο τεμπέλη, λίγο καταφερτζή, λίγο βολεψάκια λίγο οσφυοκάμπτη αλλά χριστιανό ορθόδοξο έως τα μπούνια. Αυτό το τελευταίο είναι τόσο αδιαπραγμάτευτο, ώστε ακόμα και βουλευτές με τάσεις σκεπτικισμού να διστάζουν να προβάλλουν τις όποιες αμφιβολίες τους για την ανάγκη αποκάλυψης των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων. Και αποτελεί τόσο βασικό κριτήριο για την πλειονότητα των ψηφοφόρων των δύο μεγάλων κομμάτων, ώστε να έχει, πλέον, καταστεί σύνηθες ένας πολιτικός με ύποπτο παρελθόν και πράξεις ικανές να κοσμήσουν δια παντός και άσχημα το ποινικό του μητρώο αλλά και να του εξασφαλίσουν δωρεάν διαμονή και σίτιση σε ένα εκ των σωφρονιστικών ιδρυμάτων της χώρα μας να προβαίνει σε μακριούς σταυρούς, φανταχτερές γονυκλισίες και λαμπαδηφορίες σε ζωντανή μετάδοση και όχι μόνο να μην αποσπά τον αποτροπιασμό των πολλών αλλά να αποσπά τον έπαινο "τουλάχιστον είναι καλός χριστιανός". Αυτός ακριβώς ο έπαινος αποτελεί και το βασικό λόγο, για τον οποίο οι περισσότεροι διαφημιστές των μεγάλων κομμάτων προτρέπουν τους πολιτικούς των κομμάτων αυτών να επιδεικνύουν δημοσίως την τέλεση των εκκλησιαστικών τους καθηκόντων.



Φυσικά σέβομαι απόλυτα το δικαίωμα του κάθε συνέλληνα να πιστεύει σε όποιο θεό θέλει και με όποια ένταση επιθυμεί ή να μην τρέφει την παραμικρή ανησυχία για τέτοια θέματα. Σηκώνει, όμως, πολλή κουβέντα η τάση της κοινωνίας μας να επιλέγει να την εκπροσωπήσουν στη Βουλή πρόσωπα, τα οποία δεν φημίζονται για την εντιμότητά τους αλλά διατυμπανίζουν, ότι πιστεύουν στο χριστιανικό Θεό και ακολουθούν το ελληνορθόδοξο δόγμα. Διότι έτσι δικαιολογούνται πολλά πράγματα, όπως η σκληρή ελληνική πραγματικότητα, όπως τη βιώνουμε σε κάθε επίπεδο, η απουσία ουσιαστικού διαλόγου για το χωρισμό της Εκκλησίας από το Κράτος και η πληθώρα ευεργετικών διατάξεων για την Εκκλησία της Ελλάδος. Και, μετά από αυτές τις διαπιστώσεις, νομίζω, ότι οι τελευταίοι, που πρέπει να κατηγορήσουμε για τα πρόσωπα, που επιλέγονται στις λίστες των υποψηφίων των δύο μεγάλων κομμάτων για τις πάσης φύσεως εκλογικές αναμετρήσεις, είναι οι επικεφαλής των κομμάτων αυτών. Άλλως, αν εμείς θέλαμε καλύτερους κυβερνώντες και, κυρίως, αδιαφορούσαμε για τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις, θα τους είχαμε επιλέξει προ πολλού.

Παρασκευή 12 Αυγούστου 2011

Εικόνα σου είναι, κοινωνία, και σου μοιάζει



Και γιατί, παρακαλώ εκπλησσόμαστε, που ο Καλαβρύτων Αμβρόσιος χαρακτήρισε τον κ. Ντερτιλή πολιτικό κρατούμενο και εξεδήλωσε την επιθυμία του να τον επισκεφτεί στις φυλακές Κορυδαλλού; Μήπως αποχουντοποιήθηκε ποτέ η Εκκλησία της Ελλάδος; Θυμάστε να απομακρύνθηκαν, όταν έπεσε η χούντα, οι ιεράρχες εκείνοι, οι οποίοι διορίστηκαν στη διάρκειά της και, επιπλέον, είχαν φιλικές σχέσεις με αυτή; Αστεία πράγματα! Ένας μηχανισμός, ο οποίος δεν ελέγχεται από την εξουσία και αντιμετωπίζεται είτε με λατρεία είτε με αδιαφορία από την πλειονότητα της κοινωνίας μας, δεν έχει καμμία, απολύτως, ανάγκη αυτοκάθαρσης πολλώ δε μάλλον ριζικής συμμόρφωσης με ένα νέο πολίτευμα, ειδικά όταν αυτό ευνοεί την κριτική, στην οποία ο εν λόγω μηχανισμός, όπως και κάθε κλειστός οργανισμός, είναι αλλεργικός.



Ας θυμηθούμε, πόσο αντέδρασε η κοινωνία μας, όταν ο ιδεολογικά ομόσταβλος του ανωτέρω, πρώην Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χριστόδουλος, δήλωσε, ότι δεν εγνώριζε, τι συνέβαινε επί χούντας, διότι διάβαζε. Οι φωνές των ελαχίστων επικριτών πνίγηκαν στα χειροκροτήματα για τον ιεράρχη, ο οποίος ξανάφερε τον κόσμο στις εκκλησίες και όρθωσε το ανάστημά του στην εξουσία. Ας αναλογιστούμε, ποια στάση τήρησε η κοινωνία μας, όταν παρέμειναν στη θέση τους ιεράρχες με αμιγώς φιλοχουντικό χαρακτήρα! Ουδέν συνέβη και το ίδιο χριστεπώνυμο πλήθος συνέχισε να ασπάζεται τη χείρα τους, όταν δεν αδιαφορούσε παντελώς γι' αυτούς.



Στην πραγματικότητα, ο σεβασμιότατος εξέφρασε αυτό, που αρκετοί συνέλληνες σκέφτονται και ενδεχόμενα εκφράζουν στις παρέες τους αλλά διστάζουν να πουν δημοσίως. Ότι, δηλαδή, η χούντα δεν έβλαψε και τόσο την Ελλάδα, αν αναλογιστούμε τη ζημία, που της προκάλεσαν μεταπολιτευτικά οι εκλεγμένοι πολιτικοί, και ότι οι χουντικοί υπήρξαν ένθερμοι πατριώτες, που διακατέχονταν από αγαθά κίνητρα, όταν κατέλυσαν το Σύνταγμα, και γι' αυτό το λόγο η κράτησή τους ήταν καθαρά πολιτική. Άλλωστε, στην Ελλάδα είσαι ό,τι δηλώσεις και ο κ. Ντερτιλής έχει επανειλημμένως δηλώσει, ότι δεν αναγνωρίζει το πολίτευμα της δημοκρατίας άρα, σύμφωνα με λογική του παραλόγου, ο άνθρωπος είναι πολιτικός κρατούμενος.



Εν ολίγοις, η αποχουντοποίηση αφορούσε τον πολιτικό κόσμο - και εκεί όχι απόλυτα, αν αναλογιστούμε το παρελθόν ορισμένων υπουργών και συνεργατών του Κωνσταντίνου Καραμανλή - το δημόσιο τομέα - και εκεί παρέμειναν κάποια κατάλοιπα - και την πανεπιστημιακή κοινότητα αλλά όχι την κοινωνία μας ή την Εκκλησία της Ελλάδος. Φυσικά, δεν εισήλθε ποτέ στο Κοινοβούλιο ένας αμιγώς φιλοχουντικό κόμμα - ως προς αυτό μάλλον κάτι μας δίδαξε η επταετία 1967-1974 - αλλά τα πεπραγμένα της χούντας ουδέποτε αποτέλεσαν αντικείμενο ευρύτερης ανάλυσης, ώστε να καταστεί σαφές στις νεότερες γενιές το "έργο" της, πέρα από την επιστημονική κοινότητα και τους λάτρεις - και χωρίς παρωπίδες - της νεότερης ιστορίας. Η παροιμιώδης αλλεργία του νεοέλληνα στα πάσης φύσεως γνωστικά αντικείμενα έκανε για μια, ακόμα, φορά το θαύμα της σε συνεργασία με την κοντή μνήμη του και οι ημέρες των επίορκων συνταγματαρχών λησμονήθηκαν, σε βαθμό ώστε να εμφανίζονται ως μέρες εθνικής υπερηφάνειας, όταν η Ελλάδα ήταν ασφαλής χώρα (παραμένει το ερώτημα, από ποίους κινδύνευε), χωρίς οικονομικά προβλήματα (αλλά ο κόσμος μετανάστευε στο εξωτερικό με τους ίδιους ρυθμούς όπως προδικτατορικά) και άλλα φαιδρά, που απλά δεν αντέχουν σε σοβαρή κριτική. Βέβαια, έβαλαν το χεράκι τους και οι πολιτικοί μας, τουλάχιστον οι περισσότεροι εξ αυτών, με τα τερτίπια τους, δίνοντας την αφορμή για συγκρίσεις με όσα συνέβησαν στα χρόνια της χούντας αλλά ακόμα και έτσι η τελευταία δεν εξαγνίζεται για τις πράξεις και παραλείψεις της. Ψιλά γράμματα αυτά, βεβαίως, για τους νοσταλγούς της επταετίας!



Καμμία έκπληξη, λοιπόν, δεν πρέπει να νοιώθουμε για τη δήλωση του Καλαβρύτων Αμβροσίου. Θα έλεγα, μάλιστα, ότι άργησε να εκδηλωθεί, σε αντίθεση με την κοινωνία μας, η οποία εδώ και καιρό έχει φανερώσει το πραγματικό της πρόσωπο.


Τετάρτη 10 Αυγούστου 2011

Οι λάτρεις της εξέγερσης μπορούν να κοιμούνται ήσυχοι. Πριν από 3, περίπου, χρόνια και με αφορμή τα επεισόδια στο κέντρο της Αθήνας μετά τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου διακαής πόθος αρκετώς εξεγερμένων αλλά και επίδοξων πατρώνων τους ήταν η εξαγωγή της επανάστασης και εκτός Ελλάδος. Σήμερα, οι εικόνες των καμμένων σπιτιών στο Κρόυντον, το Κλάφαμ και σε άλλες υποβαθμισμένες περιοχές του Λονδίνου όχι απλά ανταποκρίνονται στο επαναστατικό τους ιδεώδες αλλά το υπερβαίνουν κατά πολύ.


Αν πιστεύουν, όμως, οι παραπάνω επαναστάτες της ημεδαπής, ότι οι ξεσηκωμένοι νέοι του Λονδίνου προσδοκούν σε ένα καλύτερο αύριο και γι' αυτό εξεγέρθηκαν, μάλλον πρέπει να κοιτάξουν καλύτερα, τι ακριβώς συμβαίνει στην πρωτεύουσα της Αγγλίας. Κανένας δεν αντιλέγει, ότι οι εξεγέρσεις ξεσπούν στις υποβαθμισμένες περιοχές. Θα ήταν αστείο να περιμένουμε τους κατοίκους του Μέηφερ ή του Χάμπστηντ να επαναστατήσουν. Ωστόσο, τα επεισόδια δείχνουν να έχουν περιοριστεί στις ταπεινές γειτονιές του Λονδίνου όχι τόσο επειδή αυτές έχουν περικυκλωθεί από αστυνομικούς αλλά επειδή οι επαναστατημένοι νέοι των περιοχών αυτών δεν επιθυμούν μια πραγματική ρήξη με όσα τους βλάπτουν. Τα περισσότερα κτίρια και καταστήματα, που λεηλατήθηκαν, ανήκαν σε μικρομεσαίους επιχειρηματίες. Οι μεγάλες αλυσίδες καταστημάτων φρουρούνταν

Τρίτη 9 Αυγούστου 2011

Μια πανέμορφη παραλία και μια ακόμα πιο ωραία ενέργεια



Όταν το σύμπαν δημιούργησε τη Λευκάδα, είχε τρελλά κέφια. Πάντρεψε το χρυσό της άμμου με το γαλάζιο της θάλασσας και δημιούργησε μια σειρά από πανέμορφες παραλίες, που διεκδικούν ισάξια τον τίτλο της καλύτερης παραλίας της Ελλάδος. Προσωπικά ξεχωρίζω τους Εγκρεμνούς. Από ψηλά οι λουόμενοι φαίνονται, ότι κολυμπούν στον αέρα. Για να φτάσεις κανείς στην παραλία αυτή χρειάζεται να κατεβεί 352 σκαλοπάτια, τα τελευταία εκ των οποίων μοιάζουν να κατασκευάστηκαν για να να ταλαιπωρούν τους υποψήφιους επισκέπτες της. Μα μόλις φτάσει κανείς στο τέρμα αυτής της διαδρομής, θα αντικρύσει την ομορφιά της φύσης.


Φαίνεται, όμως, ότι υπάρχουν φορές, που εμείς οι Έλληνες εκτιμάμε το ωραίο και θέλουμε να το διατηρήσουμε ωραίο. Στην παραλία δεν υπάρχουν κάδοι απορριμμάτων, ίσως επειδή δεν είναι και το ευκολότερο πράγμα στον κόσμο να τους μεταφέρει κανείς ανεβαίνοντας 352 σκαλοπάτια, τα οποία δεν είναι ακριβώς κατασκευασμένα με τους κανόνες της τέχνης και της επιστήμης. Στην ίδια παραλία λειτουργία μια καντίνα, η οποία με κάθε αγορά χορηγεί στον πελάτη και μια πλαστική σακκούλα με την προτροπή να βάλει εκεί τα σκουπίδια του και να τα πετάξει σε κάδο στο πάρκινγκ μετά τα σκαλοπάτια. Στην ίδια καντίνα χορηγούν τα γνωστά αυτοσχέδια χάρτινα σταχτοδοχεία, για να μη γεμίσει η παραλία με γόπες.


Προς μεγάλη μου χαρά και έκπληξη, δεν υπήρξε κανένας λουόμενος, που να πετάξει ακόμα και μια γόπα στην άμμο. Όλοι - μα όλοι - χρησιμοποίησαν επιμελώς τα παραπάνω τασάκια, γέμισαν τις σακκούλες με τα σκουπίδια τους και, όσο κουρασμένοι και αν ήταν, τα πήραν μαζί τους, για να τα πετάξουν στους κάδους, που βρίσκονταν πάνω στο χώρο στάθμευσης των οχημάτων. Και μιλάμε για μια ανάβαση 20 λεπτών, τουλάχιστον, μετά από έντονη κολύμβηση, καθόσον μετά τα πρώτα 5 βήματα η θάλασσα είναι άπατη, για να μην αναφερθούμε στην εξουθενωτική ζέστη. Κανένας νεοελληνικός ωχαδερφισμός δεν σκίασε αυτή την πρωτοβουλία.


Και κανένα σκουπιδάκι δεν ρύπανε τους πανέμορφους Εγκρεμνούς.

Πέμπτη 4 Αυγούστου 2011



Ένα ταξίδι στο εξωτερικό μπορεί να αποβεί πολλαπλά χρήσιμο για ένα λαό σαν το δικό μας, που ανέκαθεν καμωνόταν, ότι η χώρα του αποτελεί το κέντρο της γης και εδώ αναπτύχθηκε ο πολιτισμός και οι ξένοι μας χρωστάνε μεγάλη χάρη γι' αυτό. Μια τέτοια εκδρομή αποδεικνύει, για όσους συμπατριώτες μας δεν αρκούνται στις ξεναγήσεις ή στις απολαύσεις των all inclusive ξενοδοχειακών μονάδων, ότι έχουμε πολλά να διδαχθούμε από λαούς, που βίωσαν και αυτοί δυστυχίες αλλά, τουλάχιστον, κάποια στιγμή άφησαν πίσω τους τη μοιρολατρεία και έκαναν πραγματικά άλματα προόδου.



Ας πάρουμε, για παράδειγμα, τις διαβάσεις πεζών, που στην Ελλάδα τείνουν να καταστούν διακοσμητικές του οδοστρώματος και μόνο. Με το που πατάει ο πεζός τη διάβαση, τα αυτοκίνητα κοκκαλώνουν, μέχρις ότου περάσει και ο τελευταίος πεζός. Στο διάστημα της διάσχισης εκ μέρους των πεζών της διάβασης δεν ακούγεται ούτε ένα κορνάρισμα και, φυσικά, κανένα μπινελίκι. Δεν θα ισχυριστώ, ότι δεν υπάρχουν και στο εξωτερικο οι καμικάζι της ασφάλτου, πλην, όμως, δεν τους είδα στον αριθμό και το θράσος των δικών μας επίδοξων Σουμάχερ.



Επίσης, ακόμα και στην τελευταία καφετερία στο εξωτερικο κόβουν απόδειξη. Ούτε εξυπνάδες τύπου "μας χάλασε το μηχάνημα" ούτε γράψιμο του πελάτη στα παλαιότερα των υποδημάτων τους ούτε, γενικά, όλες εκείνες οι γνώριμες σε όσους κυκλοφορούν μαγκιές. Και αυτό διότι η εφορία στο εξωτερικό δεν αστειεύεται και δεν ακούει ούτε παρακάλια ούτε απειλές περί προσφυγής στον τοπικό βουλευτή, που θα φροντίσει, ώστε ο ανυπάκουος εφοριακός να μετατεθεί σην παραμεθόριο.



Ακόμα, σε βραδυνή τσάρκα διαπιστώσαμε, ότι μετά τις δώδεκα τα μαγαζιά παύουν να παίζουν μουσική, αν βρίσκονται σε αμιγώς οικιστικές περιοχές. Όσοι το επιθυμούν, παραμένουν σε αυτά αλλά μουσική δεν παίζει. Φυσικά, κανένα μαγαζί δεν σερβίρει "μπόμπες", διότι σε αυτή την περίπτωση, όπως και στην περίπτωση, που ακουστεί μουσική σε ώρα κοινής ησυχίας, το μαγαζί θα κλείσει χωρίς περαιτέρω διατυπώσεις. Δεν χρειάζεται να προσθέσω, ότι κανένας βουλευτής και καμμία ομάδα μπράβων δεν θα διανοηθεί να απειλήσει θεούς και δαίμονες, ώστε το μαγαζί να συνεχίσει να παρανομεί ανενόχλητο.



Ναι, ακόμα και στο εξωτερικό η Ελλάδα μου δίνει αφορμές να γκρινιάξω. Ναι, στο εξωτερικό συνάντησα και αρκετές ατέλειες.