Η απόφαση συγκεκριμένων φίλων μου να επισκεφτούμε ένα γκλαμουράτο εστιατόριο της πόλης μας αποτέλεσε την αιτία του εγκλεισμού μου στο σπίτι μου το περασμένο σαββατόβραδο. Όχι, προφανώς δεν ανήκω σε εκείνους, οι οποίοι αποφεύγουν να βγαίνουν για διασκέδαση τα Σάββατα, διότι θέλω δεν θέλω δεν έχω άλλη μέρα ελεύθερη από επαγγελματικές υποχρεώσεις. Απλά με τα χρόνια έχω γίνει εκνευριστικά επιλεκτικός σε βαθμό "γεροντοκορισμού" στους τόπους διασκέδασής μου.
Για να ακριβολογήσω, το προτεινόμενο εστιατόριο ανήκει στην κατηγορία των "μεταμοντέρνων ταβερνών", ό,τι και αν σημαίνει αυτό. Ο χώρος είναι μεγάλος και καλοδιακοσμημένος και βρίσκεται σε κεντρικό σημείο της πόλης μου, ώστε να υπάρχει η δυνατότητα για ένα ποτάκι στη συνέχεια, χωρίς το βραχνά του ξεπαρκαρίσματος και της αναζήτησης νέας θέσης στάθμευσης. Και εδώ τελειώνουν τα θετικά. Διότι το συγκεκριμένο μαγαζί λειτουργεί με τη λογική του κράχτη των φραγκάτων και των μουράτων άντε και των δημοσιογράφων. Και εγώ δεν ανήκω στην πρώτη κατηγορία - και αν, ακόμα, ανήκα, δεν υπήρχε περίπτωση να το διαλαλώ σκορπίζοντας τους κόπους μου σα βλαμμένος - αλλά ούτε και στη δεύτερη, ενώ και η σχέση μου με τη δημοσιογραφία περιορίζεται στην ανάγνωση ορισμένων άρθρων όσων καλών δημοσιογράφων έχουν απομείνει στα παραδοσιακά έντυπα Μ.Μ.Ε. Αν, λοιπόν, δεν ανήκεις σε μια από τις παραπάνω κατηγορίες, το πιο πιθανό είναι, ότι θα σε μεταχειριστούν ως πληβείο, που είχε το απύθμενο θράσος να εισέλθει σε ένα άβατο γι' αυτόν. Και επειδή δεν μπορούν να σε ξωπετάξουν κατάμουτρα, κάνουν ό,τι περνάει από το τραχύ χέρι τους να σε αποθαρρύνουν να ξαναπατήσεις στο μαγαζί τους, ήτοι σου παίρνουν παραγγελία με ύφος απαξιωτικό, σου κοπανάνε το πιάτο στο τραπέζι, σου εκβιάζουν το φιλοδώρημα κ.λπ. Για να μην αναφερθούμε στο επιεικώς μέτριο φαγητό, το οποίο όχι μόνο δε σε χορταίνει αλλά στο χρεώνουν βαπορίσιο, επειδή ίσως σου κάνουν χάρη, που σε υποδέχονται.
Μολονότι η πόλη μου είναι αρκετά μικρή, ώστε να μαθαίνουμε αμέσως ποια μαγαζιά επιλέγουν αυτό τον κώδικα συμπεριφοράς, και είχαμε ήδη λουστεί τις παραπάνω περιποιήσεις των εργαζομένων στο μαγαζί αυτό την πρώτη και μοναδική φορά, που πάτησα εκεί, εντούτοις η συγκεκριμένη παρέα μου διακατεχόταν από την εμμονή να ξαναπάει εκεί. Στην ερώτησή μου, γιατί πρέπει να επιλέξουν το συγκεκριμένο εστιατόριο, η αποστομωτική απάντηση ήταν, ότι δεν έχουμε κάπου αλλού να πάμε και εντέλει όλοι οι γνωστοί μας εκεί πάνε.
Επρόκειτο ακριβώς για εκείνη την απάντηση, που ακούμε συχνά και η οποία προδίδει αφενός την παντελή έλλειψη καταναλωτικής αγωγής αφετέρου το μαζοχιστικό σύνδρομο, που χαρακτηρίζει αρκετούς συνέλληνες. Η καταναλωτική μας αγωγή περιορίζεται στα υποτυπώδη, ήτοι το εξής ένα, ότι το κράτος πρέπει να λάβει μέτρα, για να πατάξει την αισχροκέρδεια, αλλά μέχρι τότε εμείς ασμένως θα υποκύπτουμε στις ορέξεις όσων την ακολουθούν, επισκεπτόμενοι ακριβώς εκείνα τα μαγαζιά, που διαπρέπουν στη συγκεκριμένη συμπεριφορά απέναντί μας. Φυσικά, δεν πρέπει να ξεχνάμε την έμφυτη, πλέον, τάση να δειχνόμαστε, λέγοντας, ότι πήγαμε για βράδυ στο τάδε μαγαζί ή το δείνα μπαράκι ή μπουζουξίδικο, όπου οι υπηρεσίες κοστολογούνται σε εξωφρενικές τιμές και είναι, συνήθως, χαμηλής ποιότητος, ικανοποιώντας, έτσι, τη ματαιοδοξία μας, επειδή είναι μοδάτο το στέκι και όλοι πάνε εκεί. Δηλαδή ακριβώς εκείνοι, που δεν τους περισσεύει ούτε το νιονιό ούτε τα χρήματα αλλά η επιδειξιομανία ξεχειλίζει από τα μπατζάκια τους. Και φυσικά αποκρύπτουμε, ότι η βραδυά μας κόστισε ο κούκος αηδόνι.
Άραξα, λοιπόν, στο σπίτι μου, άπλωσα την αρίδα μου στον καναπέ, έβαλα μια ταινία στο ντιβιντί, επέδραμα ανηλεώς στην πίτσα και απόλαυσα την ηρεμία μου μακρυά από τις ματαιόδοξες και ευρωβόρες ορέξεις της συγκεκριμένης παρέας μου. Και, σας πληροφορώ, δεν το μετάνιωσα καθόλου.
2 σχόλια:
Μαζί σου (κι από την πίτσα μόνο ένα κομμάτι!)
@ pellegrina
Εμ, άδικο έχω;
Δημοσίευση σχολίου