Δημοφιλείς αναρτήσεις

Τρίτη 26 Οκτωβρίου 2010

Καμμία έκπληξη, καμμία ελπίδα αλλαγής

Το "φρούτο" των συνεντεύξεων αποτελεί ένα μέσο, με το οποίο επιχειρείται η τηλεοπτική προβολή του κυβερνητικού έργου αλλά και των σχεδίων της κυβέρνησης για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της χώρας. Προέρχεται, όπως καθετί τηλεοπτικό, από την Εσπερία και αποτελεί το τηλε-ευαγγέλιο κάθε πρωθυπουργού, που επιθυμεί να διατηρήσει τη θέση του.
Για την επιτυχία αυτού του "φρούτου" απαιτούνται κάποιες ελάχιστες προϋποθέσεις, ήτοι μια οργανωμένη συνέντευξη, κάποιοι αποφασισμένοι να κάνουν συγκεκριμένες και όχι απαραίτητα κακές ερωτήσεις στο συνεντευξιαζόμενο πρωθυπουργό, ένας πρωθυπουργός ετοιμόλογος και προετοιμασμένος σωστά από το επικοινωνιακό επιτελείο του και ένα κοινό πρόθυμο να σπαταλήσει μια βραδυά μπροστά στην τηλεόραση όχι για να παρακολουθήσει μια αξιόλογη εκπομπή αλλά ένα πρωθυπουργό, ο οποίος ούτε για την ευγλωττία του φημίζεται ούτε για την πειστικότητά του.
Η χτεσινή διακαναλική συνέντευξη του κ. Πρωθυπουργού δεν άφησε περιθώρια για εκπλήξεις. Είδαμε τον κ. Πρωθυπουργο να επαναλαμβάνει το πρόγραμμα, που έχει εξαγγείλει, δηλώνοντας ότι θα καταφύγουμε σε πρόωρες εκλογές, αν τα αποτελέσματα των επερχόμενων δημοτικών και περιφερειακών εκλογών δεν είναι ευνοϊκά για το κυβερνόν κόμμα. Ακούσαμε ένα αμήχανο και κομπιάζοντα κ. Πρωθυπουργό να έχει όλη την καλή πρόθεση να βγάλει την Ελλάδα από την κατάσταση, στην οποία έχει περιέλθει, αλλά να αδυνατεί να πείσει προς τούτο. Παρακολουθήσαμε τις ερωτήσεις των δημοσιογράφων, οι οποίες δεν ήταν ιδιαίτερα σκληρές και γι' αυτό ήταν προβλέψιμες για ένα συνεντευξιαζόμενο με μια μέση νοημοσύνη και μια καλή προετοιμασία. Και περάσαμε ολίγες ώρες μπροστά στην τηλεόραση, προσπαθώντας να αντιληφθούμε, αν, τελικά, αξίζει τον κόπο να ασχολείται κανείς με την επίφαση πολιτικής, όπως είναι οι συνεντεύξεις, ή να στρέφει τον ενδιαφέρον του σε ουσιαστικότερες μορφές πολιτικής.
Δε νομίζω, ότι αποκόμισε κανείς κάποια οφέλη από την παραπάνω παράσταση. Ο κ. Πρωθυπουργός ήταν μια από τα ίδια, οι δημοσιογράφοι, που του έθεσαν τις ερωτήσεις τα ίδια, από το περιεχόμενο της όλης συνέντευξης δεν προέκυψε, ότι θα αλλάξει κάτι προς το καλύτερο στη χώρα μας. Και μπορεί οι συντελεστές της εν λόγω συνέντευξης να πέρασαν καλά αλλά εμείς σίγουρα δεν περάσαμε καλύτερα.

Κυριακή 24 Οκτωβρίου 2010

Βιβλία : "ΠΑΙΔΙ 44" του Τομ Ρομπ Σμιθ

Και, όμως, ακόμα και στη Σοβιετική Ένωση υπήρχε εγκληματικότητα, η οποία δεν είχε σε τίποτα να ζηλέψει, από πλευράς αποτροπιασμού, από αυτή, που υπήρχε στη Δύση. Και με τον ειδεχθέστερο, ίσως, εγκληματία του κοινού ποινικού δικαίου της χώρας αυτής καταπιάνεται ο πρωτοεμφανιζόμενος συγγραφέας Τομ Ρομπ Σμιθ στο βιβλίο του "ΠΑΙΔΙ 44" (Εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ). Το βιβλίο ξεκινάει στα 1933, χρονιά, κατά την οποία ο λιμός θέρισε μέρος του σοβιετικού πληθυσμού. Δύο αδέλφια πηγαίνουν να αναζητήσουν τροφή αλλά το ένα από αυτά χάνεται. Η απουσία του στοιχειώνει τον άλλο αδελφό. 20 χρόνια αργότερα, το 1953, ο Λέο Ντεμίντοφ, στέλεχος της μυστικής αστυνομίας της Ε.Σ.Σ.Δ. και τυφλά αφοσιωμένο στέλεχος της εξουσίας, βρίσκεται αντιμέτωπος με ένα απεχθές έγκλημα. Ένα ανήλικο παιδί βρίσκεται νεκρό και φρικτά κατακρεουργημένο. Αν και υπάρχουν όλες οι ενδείξεις, ότι το παιδί αυτό έχει δολοφονηθεί, ο Λέο λαμβάνει οδηγία από τους ανωτέρους του να κλείσει την υπόθεση, χαρακτηρίζοντας το εν λόγω έγκλημα ως ατύχημα. Παρά την προθυμία, με την οποία ακολουθεί την οδηγία αυτή, ο Λέο αρχίζει να αμφιβάλλει για την πραγματική φύση του περιστατικού αυτού. Στη συνέχεια, καλείται να παρακολουθήσει την ύποπτη για αντικαθεστωτική δράση γυναίκα του. Αν και υπάρχουν ενδείξεις της ενοχής της, ο Λέο τις αρνείται, με αποτέλεσμα να διωχθεί από την υπηρεσία του και να μετατεθεί με τη γυναίκα του στο Βουάλσκ, μια πόλη δυτικά των Ουραλίων, όπου υποχρεώνεται να εργαστεί στην εκεί πολιτοφυλακή. Στην πόλη αυτή μαθαίνει, ότι ένα, ακόμα, παιδί, έχει βρεθεί νεκρό και κατακρεουργημένο, όπως το άλλο στη Μόσχα. Σύντομα, διαπιστώνει, ότι υπάρχουν αρκετά παιδιά, τα οποία έχουν χάσει τη ζωή τους με τον ίδιο τρόπο. Με κλονισμένη την πίστη του στο καθεστώς της χώρας του, ο Λέο προσπαθεί να ανεύρει, ποιος κρύβεται πίσω από αυτούς τους ειδεχθείς θανάτους, που μόνο για ατύχημα δε μοιάζουν. Η αλήθεια, όμως, θα ξεπεράσει κάθε φαντασία του.
Το βιβλίο καταπιάνεται ουσιαστικά με την ιστορία του κυριότερου κατά συρροή δολοφόνου της Ε.Σ.Σ.Δ., του Αντρέι Ρομάνοβιτς Τσικατίλο, ο οποίος για 12, περίπου, χρόνια, σκόρπιζε το θάνατο, σκοτώνοντας, κυρίως, μικρά παιδιά και παρέμενε ασύλληπτος, λόγω της άποψης, ότι δεν υπήρχε έγκλημα στη χώρα αυτή και της, εντεύθεν, κάκιστης οργάνωσης της εγκληματολογικής υπηρεσίας της χώρας αυτής. Μεταθέτει, βέβαια, τη δράση του στα τελευταία χρόνια της σταλινικής εποχής - ο Τσικατίλο έδρασε την περίοδο 1978-1990 -, αλλά αυτο εξυπηρετεί την πλοκή, η οποία εκτυλίσσεται στα 1953, χρονιά θανάτου του Στάλιν και τέλους της σκληρότερης περιόδου, που γνώρισε η Ε.Σ.Σ.Δ., μετά την οποία άρχισε λίγο να χαλαρώνει η καταπίεση στη χώρα αυτή.
Ο Λέο Ντεμίντοφ είναι ο χαρακτηριστικός εκπρόσωπος της εξουσίας, ο οποίος συμπεριφέρεται σαν υπάκουο κτήνος και εκτελεί με στυγνό επαγγελματισμό τις εντολές της, μέχρι να απωλέσει το αξίωμά του και να μετατραπεί σε διωκόμενο, όπως όσοι αυτός κατεδίωξε, όταν είχε τη σχετική δυνατότητα. Δεν υπάρχει στο νου του χώρος για υποψία λάθους της εξουσίας στις ενέργειές της και με την ίδια ψευδαίσθηση ζει το γάμο του μέχρι να του αποκαλυφθεί η πικρή πραγματικότητα. Η απογύμνωσή του από κάθε εξουσία και η εξορία του σηματοδοτεί την απαρχή της μεταστροφής του, τυπικό στοιχείο αρκετών ανανηψάντων, και την επιστροφή του στην πραγματικότητα.
Ωστόσο, ο Λέο κάθε άλλο παρά αντιπαθής είναι. Υποταγμένος σε μια από τις σκληρότερες εξουσίες, που γνώρισε ποτέ η υφήλιος, και ουσιαστικά φοβισμένος με όσα βλέπει να συμβαίνουν γύρω του την εποχή του σταλινικού τρόμου, όταν ο διώκτης γινόταν εν μια νυκτί διωκόμενος, είναι ο απηνής κυνηγός των θεωρούμενων ως αντιφρονούντων, επειδη αφενός πιστεύει, ότι αυτό, που κάνει, είναι σωστό αφετέρου επειδή,αν δεν το κάνει, θα έχει την τύχη των θυμάτων του. Η μεταστροφή του συμπίπτει μεν με την αδυναμία του, πλέον, να ασκήσει την παραμικρή εξουσία σε βάρος άλλων ανθρώπων αλλά αποκαλύπτει το ανθρώπινο πρόσωπό του σε μια χώρα και μια εποχή, όπου οι επιλογές των ανθρώπων ήταν η εξής μια, να υποταχθούν τυφλά στην εξουσία.
Ο φόβος της σταλινικής εποχής αποτυπώνεται με ιδιαίτερη πειστικότητα από το συγγραφέα, ο οποίος περιγράφει τόσο τις μεθόδους εκφοβισμού και βασανισμού των προσώπων, που χαρακτηρίζονταν ως αντικαθεστωτικοί, όσο και τα συναισθήματα των απλών ανθρώπων απέναντι στους αδίστακτους εκπροσώπους της κρατικής μηχανής. Ταυτόχρονα με την περιγραφή της άθλιας καθημερινότητας στη Σοβιετική Ένωση της σταλινικής εποχής αναπτύσσεται η δράση του βιβλίου με μαεστρικό τρόπο με τον Λέο και τη σύζυγό του να αναζητούν το δολοφόνο και να έρχονται σε αντιπαράθεση με τον κρατικό μηχανισμό, οι εκπρόσωποι του οποίου αρνούνται να δεχθούν την εκδοχή τους. Ο Λέο και η γυναίκα του αλλά και τα πρόσωπα γύρω από αυτούς, εξουσιαστές και εξουσιαζόμενοι, είναι τυπικοί εκπρόσωποι ενός ανελεύθερου καθεστώτος χωρίς περιθώρια επιλογής και με μόνιμο το φόβο της δίωξής τους.
Φυσικά, χρειάζεται κανείς να παρακάμψει ορισμένες αναλήθειες, αρκετά συνηθισμένες σε μυθιστορήματα δράσης, για να απολαύσει το εν λόγω βιβλίο. Επίσης, ο συγγραφέας δείχνει να έχει μελετήσει καλά βιβλία, που αναφέρονται στη σταλινική Σοβιετική Ένωση, αλλά οι πολλές αναφορές, ειδικά, στο βιβλίο "ΑΡΧΙΠΕΛΑΓΟΣ ΓΚΟΥΛΑΓΚ" του Αλεξάντρ Σολζενίτσιν εμφανίζονται σχεδόν αυτούσιες στο κείμενο, πράγμα που προδίδει τη μη αφομοίωσή τους.
Σπουδαία τα πράγματα, θα πείτε, δεν πρέπει να έχει κανείς τόσο αυστηρές αξιώσεις από ένα βιβλίο δράσης. Θα συμφωνήσω και εγώ στο μέτρο, που ένα βιβλίο δράσης κρίνεται, όπως όλα τα υπόλοιπα βιβλία άλλων κατηγοριών. Και, στη συνέχεια, θα αφεθώ ξανά στις σελίδες του, οι οποίες είναι γεμάτες δράση και αγωνία αλλά και απηχούν τον αγώνα ενός ανθρώπου να εξιλεωθεί, για τα κρίματά του, απέναντι στον εαυτό του και να αγωνιστεί για το καλό σε ένα καθεστώς, που δεν επεδίωκε ακριβώς αυτό το καλό.

Παρασκευή 22 Οκτωβρίου 2010

Υποψήφιος εγώ;

Μια εικόνα, που έχει αποτυπωθεί έντονα στο μυαλό μου από τότε, που θυμάμαι τον εαυτό μου, είναι αυτή του πολιτευτή, που κατεβαίνει στις πάσης φύσεως εκλογές και ζητεί την ψήφο μας. Το πρόσωπό του βρίσκεται παντού, σε αφίσες, σε μπιλιέτα, που έχουν μοιραστεί σε μαγαζιά και γραφεία, σε διαφημίσεις στην τηλεόραση και αλλού. Κάποιες φορές, τυγχάνει να συμπέσουμε στον ίδιο δρόμο με τον υποψήφιο αυτό, οπότε παίρνουμε και μια εικόνα, πως ακριβώς είναι αυτός ο άνθρωπος με σάρκα και οστά. Ενίοτε σχηματίζουμε και μια κάποια ιδέα, τι καπνό φουμάρει το εν λόγω πρόσωπο.
Δεν μπορώ να πω, ότι ζηλεύω αυτούς τους ανθρώπους. Αυτές τις μέρες τους βλέπω - γιατί η πόλη μας είναι μικρή και γνωριζόμαστε οι περισσότεροι - να τρέχουν πάνω - κάτω, μοιράζοντας χαιρετούρες και τάζοντας έργο και λαγούς με πετραχήλια σε όσους τους ψηφίσουν. Τρέχουν από το πρωί έως το βράδυ ακατάπαυστα για ένα αμφίβολο αποτέλεσμα. Ελάχιστοι από αυτούς θα χαμογελούν τα ξημερώματα της 7ης Νοεμβρίου.
Όσο περισσότερο βλέπω αυτή την εικόνα, τόσο μεγαλύτερη χαρά αισθάνομαι, που δεν είμαι στη θέση τους. Δεν θα μπορούσα ποτέ μου να τριγυρίζω στους δρόμους, ικετεύοντας ουσιαστικά για την ψήφο ανθρώπων, τους οποίους, υπό άλλες προϋποθέσεις, δεν θα ήθελα ούτε να κοιτάξω πολλώ δε μάλλον να ανταλλάσσω χειραψίες μαζί τους. Δεν θα άντεχα στην ιδέα, ότι θα πρέπει να πω ψέμματα στους υποψηφίους ψηφοφόρους μου. Ούτε, φυσικά, είναι το ευκολότερο πράγμα στον κόσμο να συντάσσεις λόγο, τον οποίο θα καλείσαι να εκφωνήσεις στο κοινό, που θα συγκεντρωθεί να σε ακούσει. Άντε τώρα να ψάχνεις να πεις ουσιαστικά πράγματα από εκείνα, για τα οποία δεν κινδυνεύεις να δεις τους ακροατές σου να κουνάνε το κεφάλι με αποδοκιμασία ή να τινάζονται από τα γέλια!
Για την κόπωση και το χρήμα, που θα σου κοστίσει το όλο εγχείρημα, δεν το συζητάμε. Τρέχεις για ένα μήνα, προσπαθώντας να διαφημίσεις τον εαυτό σου, να μαζέψεις κόσμο, να τους μιλήσεις, να πιάσεις φίλους και γνωστούς να σε προμοτάρουν και, όταν έλθει το πρωί της Δευτέρας μετά την πρώτη Κυριακή των εκλογών, σπεύδεις να μετρήσεις τις ψήφους, μήπως κάτι δεν πήγε καλά στην καταμέτρηση και χάσει ο κόσμος την ευκαιρία να τον υπηρετήσεις πολιτικά. Και ολ' αυτά κοστίζουν. Πρέπει να πληρώσεις για το εκλογικό υλικό (αφίσες, μπιλιέτα, καταχωρήσεις σε έντυπα, διαφημίσεις σε τηλεόραση και ραδιόφωνο κ.λπ.), για τις αίθουσες, που θα κλείσεις για να μιλήσεις για το πρόγραμμά σου, για τη βενζίνη, που θα ξοδέψεις για να πας από το ένα μέρος στο άλλο (αν είναι μεγάλος ο Δήμος, όπου βάζεις υποψηφιότητα, την "πάτησες"). Το πιο πιθανό είναι, ότι στο τέλος θα μείνεις κατάκοπος και άφραγκος.
Γι' αυτό σας λέω, ότι δεν αισθάνομαι καμμία ζήλεια για τους ανθρώπους αυτούς.

Πέμπτη 21 Οκτωβρίου 2010

Κολλημένος στην κίνηση

Βρίσκεσαι κολλημένος στην κίνηση. Το αυτοκίνητό σου δεν μετακινείται πάρα μόνο μερικά εκατοστά το λεπτό. Μπροστά από σένα βρίσκονται εκατοντάδες άλλα ακινητοποιημένα αυτοκίνητα. Έχεις κάμποση ώρα σε αυτή την κατάσταση. Δεν γνωρίζεις το λόγο αλλά φαντάζεσαι, ότι θα λαμβάνει χώρα κάποια πορεία ή θα έχει γίνει κάποιο ατύχημα ή ότι θα επιστρέφει ο κόσμος από τη δουλειά του ή ότι θα κατεβαίνουν για βόλτα και καφέ στο κέντρο όσοι δεν εργάζονται τα απογεύματα. Ό,τι και αν είναι, δεν βοηθάει να ξεκολλήσει το αυτοκίνητό σου από το μποτιλιάρισμα.
Αίφνης ακούγονται κορναρίσματα. Κάποιος ανυπόμονος έχει ανακαλύψει τον τρόπο, για να ξεσπάσει για τη φρικτή κίνηση. Μαζί του ξεσπούν και δεκάδες άλλα κορναρίσματα και δημιουργείται μια παράφωνη συγχορδία ικανή να σμπαραλιάσει ακόμα και το πιο ακμαίο ηθικό. Μάταια, όμως, η κίνηση παραμένει ως έχει, το ίδιο, όμως, και τα κορναρίσματα.
Τώρα μπαίνουν και άλλα μουσικά όργανα στην παραφωνιάδα. Είναι τα βρισίδια των ανυπόμονων οδηγών. Χυδαία και πρόστυχα βρισίδια, που στρέφονται εναντίον όλων, με σκοπό να ακουστούν απ' όλο τον κόσμο, που βρίσκεται τριγύρω. Αν και έχει δροσίσει ο καιρός, τα παράθυρα των υβριστών είναι ορθάνοιχτα, σα να θέλουν να τους ακούσει όλος ο κόσμος. Και έτσι, όμως, τα αυτοκίνητα παραμένουν αμετακίνητα.
Κάποια στιγμή σκάει μύτη ένας τροχονόμος και αποπειράται να ρυθμίσει την κυκλοφορία. Τί να πρωτορυθμίσει ο δόλιος; Εδώ χρειάζονται 10, τουλάχιστον, τροχονόμοι σε κάθε διασταύρωση και οι φωστήρες της Τροχαίας έχουν στείλει μόνο έναν. Τουλάχιστον αυτό τον ένα βλέπεις εσύ και οι λοιποί εγκλωβισμένοι οδηγοί. Τώρα είναι, που πυκνώνουν και χοντραίνουν τα βρισίδια. Δεν ξέρεις, αν οφείλονται στην αλλεργία, που προκαλεί η παρουσία του οργάνου της τάξεως στους κρατιστές αντιστασιακούς, ή στον εκνευρισμό τους για την έλλειψη συντονισμού της Τροχαίας μπρος στο φαινόμενο του μποτιλιαρίσματος αλλά σίγουρα δεν βοηθάει στην εκτόνωση της έντασης πολλώ δε μάλλον στο ξεφρακάρισμα των δρόμων.
Και εσύ, κολλημένος στην κίνηση και αναγκασμένος να υφίστασαι αυτό το ξέσπασμα της αισχρότητας, αναρωτιέσαι, αν πρέπει να ντραπείς περισσότερο για την ανυπαρξία οδικής αγωγής και εν γένει παιδείας των νεοελλήνων ή την ανοργανωσιά της Τροχαίας ή για όλα αυτά μαζί. Το μόνο σίγουρο είναι, ότι έχεις άφθονο χρόνο να το σκεφτείς, μέχρι να ξεκολλήσεις από το μποτιλιάρισμα.

Τετάρτη 20 Οκτωβρίου 2010

Κάτω τα χέρια από την τηλεόρασή μου!

Στις 21/11/2010 η τηλεόρασή μου δεν θα κλείσει. Ίσως παίζει κάποια ενδιαφέρουσα ταινία ή κάποιο καλό ντοκυμανταίρ, οπότε δεν θα ήθελα να τα χάσω. Ίσως, όμως, δεν παίζει τίποτα απολύτως αλλά και πάλι θα μείνει ανοιχτή.
Και αυτό, επειδή :
.- Το πρόβλημα των κατευθυνόμενων ειδήσεων των τηλεοπτικών Μ.Μ.Ε. δεν πρόκειται να αντιμετωπιστεί με το κλείσιμο της τηλεόρασης για ένα 24ωρο. Προτιμότερο είναι να κλείσουν δια παντός τις συσκευές αυτές οι ιδιοκτήτες τους, αν θεωρούν, ότι έτσι θα λύσουν το πρόβλημα της παραπληροφόρησης ή της επιλεκτικής πληροφόρησης. Παρεμπιπτόντως, γιατί να μην κλείσουν και τα ραδιόφωνα, που ανήκουν στους μεγάλους καναλάρχες; Γιατί να μείνουν έξω από αυτή την ενέργεια οι ιστοσελίδες των μεγάλων Μ.Μ.Ε.; Μόνο η τηλεόραση εξυπηρετεί τους σκοπούς των μεγάλων συμφερόντων ή είναι τάχα μου καλύτερη και μη κατευθυνόμενη η ενημέρωση μέσω των λοιπών Μ.Μ.Ε.; Αν οι εμπνευστές αυτής της πρωτοβουλίας θέλουν να δείξουν, ότι δεν τους αρέσει η κατευθυνόμενη ενημέρωση και, με αυτό τον τρόπο, να χτυπήσουν, όπως διατείνονται, τα μεγάλα συμφέροντα, που δρουν στο χώρο της ενημέρωσης, τότε ας απόσχουν απ' όλα τα μέσα, που ανήκουν σε αυτά τα συμφέροντα, όποια μέθοδο ενημέρωσης και αν αυτά ακολουθούν, δια παντός.
.- Αφήνει στο απυρόβλητο τις ευθύνες μας ως καταναλωτών. Διότι έχουμε την ευχέρεια να επιλέξουμε, ποιο τηλεοπτικό πρόγραμμα θα παρακολουθήσουμε, αν πιστεύουμε στην αξία της τηλεόρασης. Εκτός αν λησμονούμε, ότι εμείς είμαστε υπαίτιοι για την κατάντιά της - οι όποιες εξαιρέσεις απλά επιβεβαιώνουν τον κανόνα - , αφού οι περισσότεροι δεχόμαστε ό,τι μας σέρβιραν και εξακολουθούν να μας σερβίρουν οι ιδιοκτήτες των μεγάλων Μ.Μ.Ε.
.- Είναι υποκριτικό να πιστεύουμε, ότι με την ενέργειά μας αυτή θα πλήξουμε τα μεγάλα συμφέροντα, που λυμαίνονται το χώρο των Μ.Μ.Ε. Με μια ημέρα αποχή από την τηλεόραση δεν λύνεται το πρόβλημα της παραπληροφόρησης ή της επιλεκτικής πληροφόρησης. Απλά μας δίδεται η ευκαιρία να εξωτερικεύσουμε την ευαισθητοποίησή μας σε θέματα, που έχουν να κάνουν με την ενημέρωση, θεωρώντας, ότι κάνουμε το καθήκον μας με το να κρατήσουμε κλειστή την τηλεόρασή μας για μια και μόνο ημέρα. Και μετά θα την ξανανοίξουν οι περισσότεροι, πεπεισμένοι, ότι βοήθησαν με την μονοήμερη αποχή τους στην καταπολέμηση της παραπληροφόρησης και της κακής πληροφόρησης.
.- Απεχθάνομαι τη δαιμονοποίηση της τηλεόρασης. Διότι, κακά τα ψέμματα, η τηλεόραση έφερε την εικόνα ολόκληρου του κόσμου στα σπίτια μας, ενημέρωσε, έστω και σε μετρημένες εκπομπές, ψυχαγώγησε, διασκέδασε και κράτησε συντροφιά σε πολύ κόσμο, που δεν είχε, για διάφορους λόγους, εναλλακτικές λύσεις. Η κατάχρηση ή η κακή χρήση της δεν αποτελεί λόγο καταδίκης του συγκεκριμένου μέσου.
Τα όποια προβλήματα στην ενημέρωση δεν λύνονται με δράσεις της μιας ημέρας αλλά με ενέργειες διαρκείας, οι οποίες προϋποθέτουν καθαρό μυαλό και οργάνωση. Και εκστρατείες, όπως η υπό σχολιασμό, αποδεικνύουν, ότι ούτε η μια προϋπόθεση υπάρχει ούτε η άλλη.

Δευτέρα 18 Οκτωβρίου 2010

Βιβλία : "ΠΛΗΓΩΜΕΝΟΙ", του Πέρσιβαλ Έβερετ

Με το ρατσισμό και τις συνέπειες αυτού σε μια μικρή κοινωνία καταπιάνεται στο βιβλίο "ΠΛΗΓΩΜΕΝΟΙ" (Εκδόσεις "ΠΟΛΙΣ") ο Αμερικανός συγγραφέας Περσιβαλ Έβερετ. Πρωταγωνιστής είναι ο Τζον Χαντ, Αφροαμερικανός, ο οποίος ζει σε μια φάρμα στο Γουαϊόμινγκ και εκπαιδεύει άλογα, δύο ιδιότητες όχι και τόσο συνηθισμένες για πρόσωπο της καταγωγής του. Γύρω του όλα μοιάζουν να κυλούν αρμονικά. Ώσπου μια σειρά από γεγονότα συνταράσσουν τη ζωή του και τον βοηθούν να κατανοήσει, ότι τίποτα δεν ειναι αγγελικά πλασμένο.
Τόσο ο πρωταγωνιστής όσο και τα πρόσωπα, που κινούνται γύρω από αυτόν, είναι πληγωμένοι στη ζωή τους. Πληγωμένοι από τις επιλογές τους αλλά και από τον περίγυρό τους, ο οποίος δεν τους αποδέχεται γι' αυτό, που είναι, αγωνίζονται να συνεχίσουν το δρόμο τους και να αντιμετωπίσουν τις όποιες συνέπειες. Αυτό το στίγμα τους κάνει διστακτικούς απέναντι σε γεγονότα, που μπορεί να επηρεάσουν την καθημερινότητά τους, δείγμα ότι ο πληγωμένος άνθρωπος είναι επιρρεπής να πληγώσει με τη σειρά του εκείνους, που θα τον προσεγγίσουν.
Η κατάσταση αυτή δίνει στο συγγραφέα τη δυνατότητα να σχολιάσει την κοινωνική κατάσταση στις σημερινές Η.Π.Α. και, συγκεκριμένα, σε μια επαρχιακή κοινωνία, μακρυά από τα λαμπερά φώτα των μεγάλων αστικών κέντρων της χώρας αυτής. Στα μακρυνά αυτά μέρη, ο ρατσισμός κρατάει γερά, οι αρχές διστάζουν να κάνουν το καθήκον τους, όταν το θύμα ανήκει σε κάποια μειονότητα, και η εμπιστοσύνη των μειονοτήτων στις αρχές είναι απλά ανύπαρκτη. Ο συγγραφέας επιλέγει να αποφύγει τους υψηλούς τόνους και τη συναισθηματική φόρτιση του αναγνώστη, αφήνοντας τους ήρωες του βιβλίου να μιλήσουν γι' αυτά, που υφίστανται, χωρίς κορώνες και βαρύγδουπες καταγγελίες, σε μια γλώσσα λιτή αλλά περιεκτική, την οποία αποδίδει σε πολύ καλά ελληνικά ο εξαιρετικός μεταφρασής Λύο Καλοβυρνάς.
Ωστόσο, ο συγγραφέας ρίχνει περισσότερο βάρος στο φαινόμενο του ρατσισμού και λιγότερο στην ιστορία του πρωταγωνιστή καθαυτή, με αποτέλεσμα το βιβλίο να θυμίζει περισσότερο ντοκυμανταίρ με θέμα τη ζωή του μέλους μιας μειονότητας σε μια επαρχιακή πόλη των Η.Π.Α. σήμερα και λιγότερο τις αλλαγές στη ζωή ενός πληγωμένου από τους ρατσιστές και τις περιστάσεις ανθρώπου. Οι ρυθμοί του βιβλίου είναι πολύ αργοί και μόνο προς τις τελευταίες σελίδες η δράση απογειώνεται.
Αναμφίβολα έχει μεγάλη σημασία να επιτυγχάνει ένας συγγραφέας να καταπιαστεί με ένα μείζον κοινωνικό θέμα, το οποίο μαστίζει μια χώρα, όπως ο ρατσισμός, χωρίς να καταφεύγει σε απλουστεύσεις ή ξύλινο καταγγελτικό ύφος, αλλά είναι σημαντικό να μην περνάει σε δεύτερη μοίρα η πλοκή του βιβλίου. Και ο συγγραφέας διαπρέπει στο πρώτο σκέλος αλλά αφήνει παραπονεμένους όσους περιμένουν να διαβάσουν μια δυνατή πλοκή, παρά την πολύ καλή χρήση της γλώσσας και τους όμορφα δομημένους χαρακτήρες.

Στη χώρα των αντιστασιακών καπνιστών

Διαβάζω σε άρθρο του κ. Νίκου Ξυδάκη στην "Κ", ότι η άρνηση των περισσοτέρων Ελλήνων να υπακούσουν στο νέο αντικαπνιστικό νόμο και να παύσουν να καπνίζουν σε κλειστούς χώρους οφείλεται στη δυσαρέσκεια, που τους έχει προκαλέσει η οικονομική ύφεση. Βέβαια, ο συντάκτης του άρθρου αυτού διευκρινίζει, ότι η αντίσταση αυτή είναι αυτοκαταστροφική αλλά ακόμα και έτσι δεν παύει να τη θεωρεί ως αντίσταση.
Στην πραγματικότητα, δεν πρόκειται για αντίσταση αλλά για εκδήλωση της απαιδευσιάς του νεοέλληνα, ο οποίος αρνείται για πολλοστή φορά να συμμορφωθεί με το νόμο. Γνωρίζω, ότι και σε χώρες του εξωτερικού με σοβαρότερα οικονομικά προβλήματα από εμάς ισχύουν τέτοιοι αυστηροί νόμοι, πλην, όμως, κανένας δεν επικαλέστηκε την οικονομική ύφεση και την απουσία προοπτικής και διεξόδου, ώστε να δικαιολογήσει την παραβατικότητά του. Η δε άρνηση του νεοέλληνα να συμμορφωθεί με τα οριζόμενα στο νόμο υπήρχε πολύ πριν την οικονομική ύφεση, δεν εκδηλώθηκε το πρώτον με τα νέα οικονομικά μέτρα.
Σε άλλο σημείο, ο συντάκτης αναφέρει, ότι "καμία μεταρρύθμιση δεν μπορεί να εμπεδωθεί αν δεν εξασφαλιστεί μια κρίσιμη ποσότητα συναντίληψης και συναίνεσης στην κοινωνία". Μόνο που η συναίνεση αυτή δεν υφίσταται από την πλευρά των κυβερνωμένων, όχι επειδή θεωρούν τη στάση της πολιτείας στο θέμα του καπνίσματος υποκριτική - αν ήταν έτσι, θα είχαν πάρει πόδι όλοι, σχεδόν, οι κυβερνώντες από καταβολής νεοελληνικού κράτους - αλλά επειδή απλά έμαθαν να αγνοούν το νόμο και να παραμένου ατιμώρητοι γι' αυτό. Και τί είδους συναίνεση να ζητήσει η πολιτεία από ανθρώπους, οι οποίοι δεν έμαθαν να σέβονται το μη καπνιστή συνάνθρωπό τους, επικαλούμενοι τις πιο απίθανες συλλογιστικές;
Εκεί, όμως, που ο συντάκτης του παραπάνω άρθρου τα χαλάει, είναι στο σημείο, όπου αναφέρει, ότι " οι βίαιες απαγορεύσεις συχνά οδηγούν σε αντίθετα αποτέλεσματα" και προβάλλει το παράδειγμα της ποτοαπαγόρευσης και της ανόδου του Ισλάμ στην Τουρκία, την οποία δεν κατονομάζει αλλά προκύπτει από τα λεγόμενά του. Αν ήταν έτσι, όμως, τότε ολόκληρη η Ευρώπη και οι χώρες του ανεπτυγμένου κόσμου θα είχαν μετατραπεί σε ένα απέραντο καπνιστήριο. Στην πραγματικότητα, ο σεβασμός στους νόμους και η γενική παιδεία των πολιτών των ανεπτυγμένων χωρών επιβάλλουν την τήρηση ενός μέτρου χωρίς την επίκληση της καταπίεσης και της επιβαλλόμενης αντίστασης. Ο κόσμος στις χώρες αυτές δεν έχει ανάγκη από αστυνόμους και πρόστιμα, ώστε να συμμορφωθεί με τις επιταγές του νόμου, επειδή απλά έχει μάθει από γεννησιμιού του να τον σέβεται. Και, βέβαια, τα παραδείγματα, που αναφέρει ο κ. Ξυδάκης, είναι διαστρεβλωμένα. Στις Η.Π.Α., όπου και ο νόμος περί ποτοαπαγόρευσης κατά τα πρώτα μεσοπολεμικά χρόνια, το οργανωμένο έγκλημα υπήρχε από τη δημιουργία των πρώτων μεγάλων αστικών κέντρων σε αυτή τη χώρα και απλά η ποτοαπαγόρευση του επέτρεψε να γίνει γνωστό και εκτός των συνόρων της χώρας αυτής αλλά και να προσελκύσει και γόνους οικογενειών μεταναστών, πράγμα απόλυτα φυσικό σε μια χώρα, όπου η εγκληματικότητα διαχέεται σε όλα τα κοινωνικά και οικονομικά στρώματα ανεξαρτήτως καταγωγής. Η δε άνοδος του νεοϊσλαμισμού στην Τουρκία οφείλεται καθαρά στην αποτυχία του κεμαλικού μοντέλου να εκσυγχρονίσει το τουρκικό κράτος και την τουρκική εθνική οικονομία.
Δε νομίζω, ότι έχει τελειωμό η παράθεση πιθανών λόγων, για τους οποίους ο νεοέλληνας προτιμά να παραβεί το νόμο παρά να κόψει το κάπνισμα. Δεν πρόκειται, όμως, να έχει τελειωμό και η σχετική συζήτηση, αν δεν ληφθούν τα πλέον δραστικά μέτρα για την τήρηση του νόμου αυτού.

Σάββατο 16 Οκτωβρίου 2010

Δις ζημιωμένοι

Έχω κάνει την επιλογή μου εδώ και χρόνια να μην εμποδίζω τρίτα πρόσωπα να απολαύσουν κάποια αγαθά, σε περίπτωση που εγώ αποφασίσω να απεργήσω, προκειμένου να διεκδικήσω τα όποια δικαιώματά μου. Έτσι, ποτέ μου δεν έκλεισα κάποιο δρόμο, ώστε να φωνάξω για τα δίκαιά μου, ποτέ μου δεν υποχρέωσα τους τρίτους να χάσουν τις διακοπές τους, επειδή τους εμπόδισα να επιβιβαστούν στο πλοίο και ποτέ δεν έβρισα ως μικροαστούς, λοβοτομημένους, ηλίθιους, εγκάθετους και άλλα συναφή όσους δεν υπήρξαν συνοδοιπόροι μου στις όποιες επαγγελματικές μου διεκδικήσεις.
Για τον ίδιο λόγο δεν κατάφερα να μπω στη λογική εκείνων των προσώπων, που ακολούθησαν τις παραπάνω μεθόδους, ώστε να υπερασπιστούν τα όποια επαγγελματικά δικαιώματά τους. Όσο και αν προσπάθησα να κατανοήσω το δίκαιο των συμβασιούχων του ΥΠ.ΠΟ., που κατέλαβαν την Ακρόπολη (πόσο θα τρίβουν τα χέρια του οι Άγγλοι, που αρνήθηκαν να επιστρέψουν τα Ελγίνεια στους απολίτιστους, που καυχιούνται, ότι είναι Έλληνες), δεν μπόρεσα να συλλάβω το νόημα του να στερείς από τον τουρίστα το δικαίωμά του να επισκεφτεί ένα από τα σημαντικότερα μνημεία της ανθρωπότητας, ώστε να διαμαρτυρηθείς για τα επαγγελματικά σου προβλήματα. Υποτίθεται, ότι τέτοιου είδους αποφάσεις λαμβάνονται ύστερα από περίσκεψη της ηγεσίας των απεργών/διαμαρτυρομένων και αφού έχουν εξαντληθεί όλα τα υπόλοιπα μέσα πίεσης προς την κυβέρνηση, ώστε να ικανοποιηθούν τα αιτήματά τους. Και στο τέλος επιλέγεται εκείνη η λύση, που προκαλεί τη μικρότερη δυνατή ταλαιπωρία σε όσους δεν συμμετέχουν σε αυτή την κινητοποίηση.
Τίποτα από τα παραπάνω δεν δείχνει να έχει ληφθεί υπόψη από τους απεργούς του ΥΠ.ΠΟ., οι οποίοι έχουν χίλια δίκαια να ωρύονται για την κατάστασή τους αλλά, ρε παιδιά, χάθηκαν άλλες μορφές αγώνα; Δεν θα μπορούσαν, για παράδειγμα, να αποκλείσουν τα ταμεία του αρχαιολογικού χώρου της Ακρόπολης, ώστε να μπαίνει ο κόσμος τζάμπα και να ζημιωθεί έτσι το ΥΠ.ΠΟ.; Δεν θα μπορούσαν να αποκλείσουν το ΥΠ.ΠΟ, ώστε να μη λειτουργήσει (λες και τώρα λειτουργεί αλλά αυτό είναι αλλουνού παπά Ευαγγέλιο);Μπα, η λογική της τυφλής κινητοποίησης μοιάζει να έχει καταλάβει, εκτός από την Ακρόπολη, και το νου των περισσότερων διαμαρτυρομένων εργαζομένων του ΥΠ.ΠΟ., που συμμετείχαν σε αυτό τον αποκλεισμό.
Ίσως αυτή η λογική να θεωρείται από τους υποστηρικτές της ως η πιο πιθανή να προσελκύσει το ενδιαφέρον του κόσμου. Έχω πετύχει απεργούς και εν γένει διαμαρτυρόμενους καταληψίες δημοσίων οδών και κτιρίων να κουβεντιάζουν και να χασκογελούν, σα να έχουν πάει περίπατο, μέχρι που εμφανίζονται οι κάμερες κάποιου τηλεοπτικού σταθμού, οπότε αίφνης η ανεμελιά και η χαλαρότητα πάνε περίπατο και ένας αγωνιστικός οίστρος κάνει την εμφάνισή του στα παραπάνω πρόσωπα. Τυχαίο; Δε νομίζω. Η λογική, ότι όσοι περισσότεροι υποστούν τις συνέπειες μιας κινητοποίησης τόσο εντονότερη θα είναι η πιθανότητα ανατροπής της πολιτικής της κυβέρνησης ου μην και της ίδιας της κυβέρνησης μοιάζει να έχει διαποτίσει τους πρεσβευτές αυτής της άποψης. Και επειδή ζούμε στην εποχή της αδιαφορίας των πολλών για τα κοινά και τους αγώνες για την κατοχύρωση και προστασίας των πάσης φύσεων δικαιωμάτων, οι φίλοι των καταλήψεων παντός τύπου απλά έχουν επιλέξει να αγνοήσουν τις αντιδράσεις των πολλών, ακριβώς επειδή τους θεωρούν επιζήμιους για τον αγώνα τους και, συνεπώς, δεν τους ενδιαφέρει, αν θα πληγούν από αυτές τις κινητοποιήσεις.
Η χειρότερη, όμως, συνέπεια αυτής της επιλογής των παραπάνω προσώπων είναι, ότι κατάφεραν να στρέψουν τον περισσότερο κόσμο εναντίον τους. Δεν αναφέρομαι μόνο στους τηλεορασόπληκτους συμπολίτες μας, που καταπίνουν αμάσητη την πολεμική των Μ.Μ.Ε., αλλά και σε όσους έχουν στρέψει τα νώτα τους στα παραδοσιακά Μ.Μ.Ε. και τις αόριστες και καθοδηγούμενες φωνές περί αντίστασης και ανατροπής, στάση που τους επιτρέπει να επιλέγουν τρόπους διεκδίκησης των δικαιωμάτων τους, ώστε πας τρίτος, ανεξάρτητα από τις πεποιθήσεις του, να μην υφίσταται τις συνέπειες αυτών των κινητοποιήσεων. Και αυτό είναι το χειρότερο, που μπόρεσαν να πετύχουν οι παραπάνω καταληψίες αλλά και οι λοιποί ομοϊδεάτες τους. Διότι τελικά εισέπραξαν όχι όσα διεκδικούν αλλά το χλευασμό της πλειονότητας των ορθώς σκεπτομένων πολιτών.

Πέμπτη 14 Οκτωβρίου 2010

Για ξέσπασμα και μόνο

Νέα λίστα με ονόματα κατηγορουμένων για συμμετοχή στο κύκλωμα παιδικής πορνογραφίας κυκλοφορεί εδώ και μερικές ημέρες στο Διαδίκτυο. Προηγήθηκε η διάταξη της Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών κας. Ελένης Ράικου, με την οποία επετράπη, σύμφωνα με τα οριζόμενα στους Ν. 2472/1997 και 3625/2007, η δημοσιοποίηση των ονομάτων όσων προσώπων κατηγορούνται για το παραπάνω αδίκημα. Και, βεβαίως, ακολούθησε ένας ορυμαγδός δηλώσεων, άρθρων και λοιπών αναρτήσεων στο Διαδίκτυο, όπου πολύς κόσμος ζητεί όχι μόνο την καταδίκη αυτών των ανθρώπων αλλά και την περαιτέρω τιμωρία τους, η οποία ποικίλει, ανάλογα με το επίπεδο και την αγριότητα του καθενός.
Πρόκειται για μια ιστορία, η οποία ξεκίνησε από αποδεδειγμένες περιπτώσεις προσώπων, κυρίως Δυτικοευρωπαίων, οι οποίοι επισκέπτονταν χώρες της Άπω Ανατολής, με σκοπό να εκτονώσουν τα σεξουαλικά τους ένστικτα σε βάρος ανηλίκων. Ομάδες ακτιβιστών για τα δικαιώματα των παιδιών προέβησαν σε δημοσιοποίηση των στοιχείων των εν λόγω προσώπων, με σκοπό να παύσει αυτό το αίσχος.
Έχω αναφερθεί και στο παρελθόν στις παρενέργειες αυτής της δυνατότητας δημοσιοποίησης ονομάτων. Κυρίως οφείλουμε να σταθούμε στην καταπάτηση του τεκμηρίου της αθωότητας, όπως αυτό ορίζεται στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του ανθρώπου. Η δημοσιοποίηση του ονοματεπωνύμου ενός κατηγορουμένου για συμμετοχή σε ένα κύκλωμα παιδικής πορνείας, χωρίς να έχει προηγηθεί κάποια δίκη, παραβιάζει ευθέως αυτό το τεκμήριο, αφού ο κατηγορούμενος γι' αυτή την πράξη οδηγείται στην αίθουσα του δικαστηρίου όχι μόνο βαρυνόμενος με ένα ομολογουμένως ειδεχθές έγκλημα αλλά και εις γνώση των τρίτων, ήτοι των μη φορέων της δίκης, ότι κατηγορείται για το αδίκημα αυτό, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την πορεία της υπόθεσής του.
Τα παραπάνω έχουν ως συνέπεια, βέβαια, τη δημόσια κατακραυγή, η οποία δεν είναι, σε πρώτη φάση, αδικαιολόγητη, αφού είναι λογική η ευαισθητοποίηση της κοινωνίας, όταν θύματα ενός αδικήματος της γενετήσιας ελευθερίας είναι ανήλικοι, ήτοι πρόσωπα χωρίς δυνατότητα επιλογής και ευάλωτα στις διαθέσεις τρίτων ενηλίκων, ήτοι προσώπων κατά τεκμήριο με ισχυρότερη βούληση και, εκ του λόγου αυτού, με δυνατότητα επιβολής τους στους ανηλίκους. Συχνά αυτή η κατακραυγή εκδηλώνεται με δηλώσεις μίσους προς τους κατηγορουμένους για τα αδικήματα αυτά και προτροπές για βαρύτατες ποινές ελάχιστα συνάδουσες με όσα ορίζονται σε ένα σύγχρονο κράτος δικαιου.
Σε περίπτωση, όμως, που τύχει κάποιοι εκ των κατηγορουμένων να αθωωθούν, τότε εμφανίζεται, πλέον, ένα μεγάλο πρόβλημα, ήτοι της αποδοχής αυτών των ανθρώπων από την κοινωνία. Κακά τα ψέμματα, σε μια κοινωνία αμαθών ξερολών, όπως η ελληνική, αυτοί οι άνθρωποι είναι καταδικασμένοι σε περιθωριοποίηση ου μην και εκτεθειμένοι σε πράξεις βίας από τους αυτόκλητους υπερασπιστές των δικαίων των ανηλίκων, που υπέστησαν σεξουαλική βία. Και τούτο διότι το τεκμήριο της αθωότητας έχει χαθεί με τη δημοσιοποίηση των στοιχείων των προσώπων αυτών και στα μάτια της κοινωνίας οι άνθρωποι αυτοί είναι καταδικασμένοι, ακόμα και αν αθωωθούν τελεσίδικα από το αρμόδιο Δικαστήριο.
Υποστηρίζεται, ότι με τη δημοσιοποίηση των ονομάτων των προσώπων αυτών προστατεύεται η κοινωνία μας. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη παραπλάνηση από αυτό. Ο δράστης ενός ειδεχθούς αδικήματος, όπως η συμμετοχή σε κύκλωμα διακίνησης πορνογραφικού υλικού με ανηλίκους, μπορεί να συλληφθεί και να κρατηθεί προσωρινά μέχρι τη συζήτηση της υπόθεσής του. Συνεπώς, ουδείς κίνδυνος υπάρχει, πλέον, για την κοινωνία. Και ας πούμε, ότι δεν κρατείται και παραμένει ελεύθερος μέχρι να εκδοθεί απόφαση σε βάρος του. Τί εγγυάται, ότι αυτός ο άνθρωπος δεν θα βλάψει την κοινωνία, ακόμα και αν δημοσιευθεί το ονοματεπώνυμό του; Μήπως η δημοσίευση αυτή συνοδεύεται από φωτογραφίες του προσώπου αυτού, ώστε, αν τον δει κάποιος στο δρόμο, να αντιληφθεί, ότι πρόκειται για κατηγορούμενο σε ένα τέτοιο κύκλωμα; Ή έχει η πλειονότητα των συμπολιτών μας μνήμη ελέφαντα, ώστε 2-3 μήνες μετά τη δημοσίευση αυτής της λίστας να θυμάται, ποιά πρόσωπα κατηγορούνται για το αδίκημα αυτό; Ή μήπως ο κατηγορούμενος αυτός δεν μπορεί να κυκλοφορεί με αλλοιωμένα στοιχεία; Αστεία πράγματα! Η διάταξη αυτή περισσότερο θυμίζει νοοτροπία θυρωρού παρά αντιμετωπίζει αποτελεσματικά το πρόβλημα των εγκλημάτων κατά της γενετήσιας ελευθερίας, όταν θύματα είναι οι ανήλικοι. Με αυτή τη λογική, ας μην απορήσουμε αύριο, αν ψηφιστεί νόμος, σύμφωνα με τον οποίο θα δημοσιοποιούνται τα ονόματα όσων έχουν καταδικαστεί για ανθρωποκτονία από πρόθεση, ώστε να ξέρουμε, ποιοί είναι. Μπορεί να υποστηριχθεί, ότι και με αυτή τη δημοσιοποίηση προστατεύεται η κοινωνία μας από ανθρώπους, που απειλούν το υπέρτατο έννομο αγαθό, δηλαδή αυτό της ζωής. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει, ότι θα στέκει πραγματικά ή νομικά.
Είτε μας αρέσει είτε όχι, υπάρχει μια σειρά θεμελιωδών αρχών, στις οποίες πρέπει να στηρίζεται ένα κράτος δικαίου. Και αυτές οι αρχές αφορούν το σύνολο των ανθρώπων σε μια χώρα, όποιο και αν είναι το ποιόν τους. Τα υπόλοιπα είναι άναρθρες κραυγές χωρίς λογική, τα οποία θυμίζουν περισσότερο ζούγκλα και λιγότερο κοινωνία, αφού επιτρέπουν το ξέσπασμα ορισμένων συμπολιτών μας σε βάρος όσων κατηγορούνται για τέλεση αδικημάτων, όπως τα παραπάνω, χωρίς, όμως, να ακολουθεί μια ορθολογιστική αντιμετώπιση του θέματος μετά την καταδίκη τους και την έκτιση της ποινής τους.

Τρίτη 12 Οκτωβρίου 2010

Ένα τσιπ στην υπηρεσία της κινδυνολογίας

Δουλειά δεν είχε ο συνωμοσιολόγος διάολος και έσπερνε φήμες. Στη χώρα της απέραντης μπουρδολογίας ήλθε μια, ακόμα, ιστορία, την οποία οι εμπνευστές πλασάρουν ως αυθεντική, προκειμένου να αποδείξουν, ότι η Νέα Τάξη Πραγμάτων προσπαθεί να μας χειραγωγήσει και, εκ του λόγου αυτού, ο λαός μας κινδυνεύει για μια, ακόμα, φορά.
Η νέα αυτή ιστορία αφορά το verichip ή RFID chip, το οποίο υποτίθεται, ότι εμφυτεύεται στο σώμα μας και με αυτό τον τρόπο θα μας ελέγχουν και παρακολουθούν. Θα έχει μέγεθος ίσο με ένα κόκκο ρυζιού και θα διαθέτει στο εσωτερικό του μια κεραία που το καθιστά πομπό με αποτέλεσμα να εντοπίζεται από δορυφόρο. Στο τσιπάκι αυτό θα είναι καταχωρημένες όλες οι πληροφορίες, που μας αφορούν, όπως, για παράδειγμα, η κατάσταση της υγείας μας. Και η σχετική ιστορία τελειώνει αφενός με την παράθεση εδαφίων από την Αποκάλυψη του Ιωάννου, που κάνουν λόγο για σημάδια στο δεξί τους χέρι ή στο μέτωπο (Αποκάλυψη 13 : 16,17) αφετέρου με την προτροπή να ξεσηκωθούμε εναντίον αυτής της τοποθέτησης και να δείξουμε, πόσο δυνατή είναι η πίστη μας.
Κατ' αρχάς, το RFID είναι τα αρχικά του όρου Radio Frequency Identification, ο οποίος μεταφράζεται στα ελληνικά ως ταυτοποίηση μέσω ραδιοσυχνοτήτων. Πρόκειται για ένα σύστημα, το οποίο βαδίζει στα χνάρια του barcode και αποτελεί τη μετεξέλιξή του, καθόσον αναγνωρίζει αντικείμενα μέσω ενός ηλεκτρονικού κυκλώματος, το οποίο θα είναι ενσωματωμένο σε ένα αντικείμενο και δεν θα είναι ορατό δια γυμνού οφθαλμού, παρέχοντας, έτσι, μια σειρά από πλεονεκτήματα στο χρήστη.
Ήδη από την εποχή καθιέρωσης της υποχρεωτικής αναγραφής του barcode σε διάφορα προϊόντα υπήρξε ένας ξεσηκωμός σχετικά με τους πραγματικούς, δήθεν, σκοπούς αυτής. Πηγή των απανταχού συνωμοσιολόγων είναι η Αποκάλυψη και, συγκεκριμένα, τα εδάφια, που αναφέρουν οι οπαδοί της, από τα οποία προκύπτει, τάχα, ότι είχε προβλεφθεί εκατοντάδες χρόνια πριν η προσπάθεια ελέγχου του πληθυσμού της γης από τις δυνάμεις του Κακού. Μέσα στις όποιες δικαιολογημένες ενστάσεις περί τη χρήση του barcode ήταν επόμενο να εισχωρήσουν και απόψεις, οι οποίες αγγίζουν τα όρια της ανοησίας, αφού δεν στηρίζονται σε κάποια δεδομένα και τις οποίες μπορείτε να δείτε εδώ.
Ελάχιστοι λαμβάνουν υπόψη τους, και σε αυτούς προφανώς δεν κατατάσσονται οι φίλοι των σκοτεινών θεωριών, ότι το χάραγμα στο μέτωπο ή στο χέρι ή οπουδήποτε αλλού αποτελούσε μια πάγια πρακτική, την οποία ακολουθούσαν πολλοί λαοί από αρχαιοτάτων χρόνων. Εξυπηρετούσε, κυρίως, τον έλεγχο των δούλων τους, τους οποίους σταμπάριζαν συνήθως με πυρωμένο σίδερο, ώστε, αν αυτοί δραπέτευαν, να μην μπορούν να κρυφτούν, αφού το σημάδι πάνω τους θα φανέρωνε την κοινωνική τους θέση και θα ήταν εύκολο να αντιμετωπιστούν. Την εποχή, που γράφτηκε η Αποκάλυψη, η δουλεία ήταν άκρως συνηθισμένη πρακτική και, φυσικά, εξίσου συνηθισμένο ήταν και το χάραγμα/σταμπάρισμα των δούλων. Και επειδή η Αποκάλυψη γράφτηκε από άνθρωπο ή ανθρώπους, ήταν επόμενο να λάβει υπόψη της τις κοινωνικές συνθήκες της εποχής εκείνης. Κατά μια άλλη άποψη, η Αποκάλυψη περιέχει καθαρά συμβολικό περιεχόμενο και δεν πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά γράμμα. Άλλη άποψη θέλει το εν λόγω βιβλίο να αποτελεί ένα παραλήρημα χωρίς νόημα. Όποια και αν είναι η αλήθεια, η κρατούσα αντίληψη θέλει το εν λόγω βιβλίο να περιέχει μια σειρά από προφητείες, οι οποίες είτε έχουν εκπληρωθεί, σύμφωνα με τη γνώμη των οπαδών του, είτε όχι. Σε κάθε περίπτωση, η γενικόλογη διατύπωση της Αποκάλυψης επιτρέπει στον κάθε αδαή ή επιτήδειο να διατυπώνει την άποψη, ότι πρόκειται για βιβλίο με συνταρακτικές προφητείες, μια εκ των οποίων εκπληρώνεται στις μέρες μας και είναι αυτή, που σχολιάζουμε εν προκειμένω. Η δε επανάληψη του σημείου στιγματισμού σε αρκετά εδάφια της Αποκάλυψης και, συγκεκριμένα, στα 14:9-11, 15:2, 16:1-2, 19:20 και 20:4 ενισχύει την πεποίθηση των οπαδών των θεωριών συνωμοσίας, ότι αυτό το σημάδι είναι το υπό σχολιασμό.
Υπάρχει, δηλαδή, πιθανότητα να εμφυτευτεί ένα τέτοιο τσιπάκι στον άνθρωπο; Η επιστήμη έχει δείξει, ότι δεν υπάρχει αυτή η δυνατότητα με τα σημερινά τεχνολογικά δεδομένα. Στην πραγματικότητα, υπάρχει μια σύγχυση ανάμεσα στις φορητές συσκευές εντοπισμού και στα παραπάνω τσιπάκια. Οι πρώτες ήδη κυκλοφορούν στο εμπόριο και αφορούν είτε πάσχοντες από γεροντική άνοια και συναφείς ασθένειες, οι οποίοι συχνά εγκαταλείπουν το περιβάλλον, στο οποίο ζουν, με αποτέλεσμα να είναι δυσχερής ο εντοπισμός τους, είτε ανήλικα παιδιά, των οποίων οι γονείς επιθυμούν με τις συσκευές αυτές να γνωρίζουν, που βρίσκονται αυτά. Έχουν τη μορφή μικρής συσκευής, η οποία δεν εμφυτεύονται στο ανθρώπινο σώμα αλλά φοριούνται π.χ. σαν περικάρπιο. Οι δεύτερες αποτελούν μέσο εντοπισμού ενός αντικειμένου και ενσωματώνονται σε προϊόντα της αγοράς βάσει διεθνών συνθηκών και νομοθετημάτων αλλά δεν περιέχουν τις πληροφορίες, που οι υποστηρικτές της παραπάνω θεωρίας αναφέρουν ούτε ενσωματώνονται σε ανθρώπους. Χρησιμοποιούνται συνήθως σε κατοικίδια ζώα, ώστε να μπορούν να εντοπιστούν, αν χαθούν, σε βιβλία, που ανήκουν σε δανειστικές βιβλιοθήκες, σε εμπορικά προϊόντα, όπως ρούχα, και σε κιβώτια. Σε κάθε, όπως, περίπτωση, το βεληνεκές τους είναι πολύ μικρό.
Στην πρεμούρα τους να δείξουν οι οπαδοί των θεωριών συνωμοσίας, ότι το εν λόγω τσιπάκι έχει ήδη ενσωματωθεί σε ομάδες ανθρώπων, προβάλλουν μια είδηση, την οποία μετέδωσε ο ιστότοπος leftbehind.com, σύμφωνα με τον οποίο σε σχολείο της Καλιφόρνιας χρησιμοποιήθηκε το σύστημα RFID, ώστε να γίνεται εντοπισμός των μαθητικών ταυτοτήτων μέσω του συστήματος GPS. Κατ' αρχάς, ουδεμία αναφορά στην επωνυμία του σχολείου αυτού γίνεται, συνηθέστατη πρακτική των απανταχού συνωμοσιολόγων. Έπειτα, Δημιουργείται η εντύπωση, ότι ο κάτοχος της κάρτας αυτής θα μπορεί να εντοπιστεί οπουδήποτε στον κόσμο. Στην πραγματικότητα, οι εν λόγω μαθητικές ταυτότητες χρησίμευαν, ώστε οι μαθητές να μπορούν να ελέγχονται κατά την είσοδό τους στις εγκαταστάσεις του εν λόγω σχολείου. Αλλά μπρος στα κάλλη του εντυπωσιασμού, τί είναι ένα ψεμματάκι; Πάντως δεν είναι αθώο. Ο δε ιστότοπος leftbehind.com βρίθει από εσχατολογικά θέματα, τα οποία δύσκολα μπορούν να σταθούν σε ένα ακροατήριο πιστό στις αρχές του ορθού λόγου. Εδώ μπορείτε να δείτε και άλλες παρόμοιες ιστορίες, τις οποίες οι υποστηρικτές τους τις θεωρούν ως απόδειξη της, δήθεν, επικινδυνότητας αυτών των τσιπς.
Στους παραπάνω συνωμοσιολογικούς ιστότοπους γίνεται μνεία και στον Καρλ Σαντερς, τον υποτιθέμενο εφευρέτη του εν λόγω τσιπ. Το συγκεκριμένο πρόσωπο έχει επανειλημμένως αναφερθεί στις δυνατότητες του εν λόγω τσιπ, το οποίο θα ενσωματώνεται στο ανθρώπινο σώμα και θα εντοπίζεται, έτσι ο φορέας του. Ο ίδιος φέρεται, ότι έχει 35, τουλάχιστον, χρόνια εμπειρίας ως ηλεκτρονικός μηχανικός αλλά και το σχετικό πανεπιστημιακό τίτλο, ενώ είχε αναφερθεί και σε επαφές του με ανώτατους πολιτικούς άρχοντες των Η.Π.Α., μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και ο πασίγνωστος στην ημεδαπή Χένρυ Κίσσινγκερ. Και μόνη η επαφή με τον υποτιθέμενο εμπνευστή της περιβόητης δήλωσης περί δυσκολοκυβέρνητου ελληνικού λαού, που πρέπει να του ξερριζώσουμε τη γλώσσα και άλλα τινά, για να υποταχθεί, αρκούν για να γίνει πιστευτός ο εν λόγω κύριος. Και, πιστέψτε, με η εν λόγω θεωρία συνωμοσίας έχει γινει ιδιαίτερα πιστευτή στην Ελλάδα ακριβώς λόγω της αναφοράς στον κ. Κίσσινγκερ.
Μόνο που σύντομα αποκαλύφθηκε, ότι ο κ. Σάντερς ούτε διαθέτει τα απαραιτητα προσόντα, για να εφεύρει ένα τόσο προηγμένο τσιπάκι, αλλά και ουδέποτε υπήρξε εφευρέτης του. Φυσικά, ουδέποτε συναντήθηκε είτε με τον κ. Κίσσινγκερ είτε με άλλους ανώτατους αξιωματούχους των Η.Π.Α. Απλούστατα, ο εν λόγω ευφάνταστος κύριος εμπνεύστηκε την ιστορία του, προκειμένου να πείσει το ακροατήριό του να μετανοήσει. Παρά το γεγονός, ότι έχει αποκαλυφθεί η απάτη αυτή, ο κ. Σάντερς εξακολουθεί να δίνει συνεντεύξεις και να εμφανίζεται ενώπιον πολυπληθούς κοινού, το οποίο δείχνει να ασπάζεται πλήρως τις απόψεις του περί του καταχθόνιου τσιπ. Και τέτοιοι οπαδοί βρίσκονται και στη χώρα μας.
Και η Applied Digital Solutions τί ρόλο παίζει; Πρόκειται για την εταιρεία, η οποία παρασκευάζει το σύστημα εντοπισμού παιδιών (child locator system), για το οποίο έγινε παραπάνω λόγος και δεν έχει καμμία, απολύτως, σχέση με τα ύποπτα τσιπάκια, τα οποία αναφέρονται στα συνωμοσιολογικά ιστολόγια.
Συμπερασματικά, ουδεμία σχέση με την πραγματικότητα έχει το εν λόγω τσιπάκι. Αλλά όσο εύκολο είναι να εντοπίσει κανείς τις θεωρίες συνωμοσίας και τους θιασώτες τους άλλο τόσο δύσκολο είναι να ανεύρει κανείς ένα κόκκο λογικής και αλήθειας στο σκεπτικό τους.

Δευτέρα 11 Οκτωβρίου 2010

Μια σκληρή αλλά δίκαιη απόφαση

Την εποχή, που δολοφονήθηκε ο 15χρονος Αλέξης Γρηγορόπουλος, μια σκέψη, που πέρασε από το μυαλό πολλών, ήταν μήπως το Δικαστήριο έκρινε μεν ένοχο τον ειδικό φρουρό, που κατηγορούνταν για την παραπάνω πράξη, αλλά του αναγνώριζε ελαφρυντικά. Το παρελθόν της ελληνικής δικαιοσύνης είναι γεμάτο από τέτοιες περιπτώσεις, έστω και αν στο τέλος αποδείχθηκε, ότι δεν ήταν και εντελώς αβάσιμη η αναγνώριση ελαφρυντικών σε κάποιες από τις περιπτώσεις αυτές.
Σήμερα η απόφαση του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Αμφίσσης δεν πρέπει να άφησε κανένα απογοητευμένο. Ο κ. Κορκωνέας καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη για το αδίκημα της ανθρωποκτονίας με άμεσο δόλο και ο συγκατηγορούμενός του κ. Σαραλιώτης σε κάθειρξη 10 ετών για απλή συνέργεια στην παραπάνω πράξη. Αμφότεροι πήραν την άγουσα για τις φυλακές, ενώ ένα κλίμα ικανοποίησης επικράτησε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού.
Νομίζω, ότι είναι μια από τις ελάχιστες αποφάσεις, που αφήνουν την πλειονότητα του κόσμου ικανοποιημένη, ότι απονεμήθηκε δικαιοσύνη. Όσο και αν είναι παράτολμο να σχολιάζουμε δικαστικές αποφάσεις, όταν αγνοούμε τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία βασίστηκαν, εντούτοις μικρή αμφιβολία υπήρχε, ότι οι δύο παραπάνω κατηγορούμενοι βαρύνονταν με τις πράξεις, που τελικά του αποδόθηκαν. Και όσο και αν είναι απάνθρωπο να ευχόμαστε να καταδικαστεί κάποιος συνάνθρωπός μας - γιατί και ο κ. Κορκωνέας είναι συνάνθρωπός μας -, στο τέλος επικράτησε ένα συναίσθημα, ότι αυτή τη φορά η Δικαιοσύνη έκανε τη δουλειά της.

Πέμπτη 7 Οκτωβρίου 2010

Από μικροί στον ετσιθελισμό

Με το ξεκίνημα της νέας σχολικής χρονιάς, άρχισαν οι καταλήψεις στα σχολεία. Ένα φαινόμενο, που ξεκίνησε πριν από αρκετά χρόνια, ως μέσο διεκδίκησης δικαιωμάτων της μαθητικής κοινότητας, διογκώθηκε και συνεχίζει να διογκώνεται και να ευτελίζεται, χωρίς να υπάρχει η ελπίδα να παύσει αυτό το φαινόμενο.
Πολλά είναι τα γενεσιουργά αίτια αυτού του φαινομένου. Σίγουρα δεν διαθέτουμε το πιο επιτυχημένο εκπαιδευτικό σύστημα αλλά δεν είμαστε και σίγουροι, πιο ακριβώς σύστημα θα θέλαμε. Μπορείτε να φανταστείτε, για παράδειγμα, τους μαθητές να επιδεικνύουν στη δημόσια περιουσία, που λέγεται δημόσιο σχολείο, το σεβασμό, που επιδεικνύουν οι μαθητές του αντίστοιχου σχολείου στη Φινλανδία; 'Η τάχα μου ακούστηκαν προτάσεις του συντονιστικού των καταλήψεων στα σχολεία για ένα καλύτερο σχολείο, που να ξεφεύγουν από τη στείρα συνθηματολογία;
Ύστερα είναι και τα αιτήματα των μαθητών, που κατέλαβαν τα σχολεία τους. Κάποια έχουν λογική, όπως τα κενά στους καθηγητές αλλά και η έλλειψη πετρελαίου θέρμανσης, αλλά ουδέποτε μπόρεσα να κατανοήσω, γιατί πρέπει να γίνει κατάληψη για τα αιτήματα αυτά. Σε κάποια άλλα σχολεία εμφανίστηκαν αιτήματα περί καταργήσεως του Μνημονίου, πράγμα που φανερώνει τις κάκιστες κομματικές επιρροές από παρατάξεις, που ονειρεύονται την ανατροπή, που θα τις φέρει στην εξουσία, ενδεχόμενο ιδιαίτερα εφιαλτικό για όσους ακούνε τη λαϊκιστική τους γλώσσα και γνωρίζουν, τι συνέβη, όπου οι παρατάξεις αυτές κατέλαβαν την εξουσία.
Ανεξάρτητα από το λογικό ή όχι των αιτημάτων, προβληματίζει η πρακτική να αποφασίζονται καταλήψεις, παρά το γεγονός ότι δεν έχουν, ακόμα, γίνει εκλογές για την ανάδειξη των οργάνων στα σχολεία (15μελή συμβούλια, εν προκειμένω) για τη λήψη των αποφάσεων αυτών. Εδώ απουσιάζει πάσα νόμιμη διαδικασία για τη λήψη της σχετικής απόφασης αλλά προφανώς αυτό δεν φάνηκε να ενοχλεί τους μελλοντικούς πολίτες της Ελλάδος ούτε προβλημάτισε ιδιαίτερα την κοινωνία μας, η οποία μάλλον δείχνει να αρέσκεται σε τέτοιου είδους αντιδράσεις, οι οποίες δεν διαθέτουν ούτε επίφαση νομιμότητας.
Υποτίθεται, ότι το σχολείο διδάσκει, μεταξύ άλλων, και το σεβασμό στα ατομικά, κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα. Δεν περιμένω από τη δημόσια εκπαίδευση, βέβαια, να έχει μεριμνήσει γι' αυτά, όσο φιλότιμα και αν προσπαθούν κάποιοι καθηγητές. Δεν μπορώ, όμως, να δικαιολογήσω τις πάσης φύσεως νεολαίες, που κινούνται στους σχολικούς χώρους και φωνάζουν για τα δικαιώματα των μαθητών, χωρίς να επικαλούνται την ανάγκη σεβασμού προς τη νομιμότητα και, πρωτίστως, την ανάγκη να διδαχθεί ο μαθητής τις βασικές αρχές του πολιτεύματός μας και της δημοκρατίας. Ούτε θεωρώ, ότι ο επαναστατημένος μαθητής νομιμοποιείται να γράφει στα παλαιότερα των υποδημάτων του τις όποιες διαδικασίες, ώστε να πράττει ό,τι του κατέβει ή του υποδείξουν.
Λέγεται, ότι η απουσία παιδείας στη χώρα μας είναι κληρονομική και πηγαίνει από τους γονείς στα παιδιά τους. Είναι ίσως η πρώτη φορά, που αυτό γίνεται ιδιαίτερα χτυπητό σε τόσο μικρές ηλικίες. Και αποδεικνύει, ότι παρέα με την αποτυχία του εκπαιδευτικού μας συστήματος πηγαίνει και η απροθυμία της μεγαλύτερης μερίδας της κοινωνίας μας να σεβαστεί κάποιες αρχές, διδάσκοντας στους νεότερους βλαστούς της να τηρούν ακριβώς αυτή τη στάση.

Τρίτη 5 Οκτωβρίου 2010

Βιβλία : "ΑΓΑΝΑΚΤΗΣΗ", του Φίλιπ Ροθ

Ο Μάρκους Μέσνερ, αμερικανόπουλο εβραϊκής καταγωγής, τελειώνει το σχολείο και επιλέγει να συνεχίσει τις σπουδές του, με σκοπό να γίνει δικηγόρος. Ανήσυχο πνεύμα με ιδιαίτερη καλλιέργεια για την ηλικία του, διαπιστώνει, ότι ο, μέχρι πρότινος, στοργικός πατέρας του έχει αρχίσει να φοβάται σε βαθμό υπερβολικό για τις πιθανές κακουχίες, που μπορεί να συμβούν στο μοναχοπαίδι του, με αποτέλεσμα να γίνεται καταπιεστικός, και αποφασίζει να σπουδάσει σε ένα κολλέγιο μακρυά από το σπίτι του. Μόνο που η επιλογή του αυτή τον φέρνει σε επαφή με το συντηρητικό και οπισθοδρομικό πρόσωπο των Η.Π.Α. με απρόβλεπτα αποτελέσματα.
Τα παραπάνω διαδραματίζονται στην "ΑΓΑΝΑΚΤΗΣΗ" του Φίλιπ Ροθ (Εκδόσεις "ΠΟΛΙΣ"), ένα βιβλίο, που στέκεται στα κακώς κείμενα των Η.Π.Α. αλλά στις συνέπειές τους στην ψυχοσύνθεση όσων κατοίκων αυτής της χώρας επιλέγουν να ξεχωρίσουν από τη μάζα. Η υπόθεση εκτυλίσσεται στα 1951, εποχή που ο πόλεμος στην Κορέα μαίνεται και οι Η.Π.Α. μετρούν χιλιάδες νεκρούς. Η νίκη στο Β' Παγκόσμιο Πόλεμο έχει ξεχαστεί και ο Ψυχρός Πόλεμος έχει οδηγήσει ένα ολόκληρο έθνος στην ψύχωση και το συντηρητισμό. Τα προοδευτικά μυαλά, όπως ο Μέσνερ, δεν έχουν καμμία θέση σε αυτή την κοινωνία και αυτό φαίνεται και από την αντιμετώπιση, που ο Μέσνερ έχει από τον κοσμήτορα του κολλεγίου του, εκτός αν αποφασίσουν να συμμορφωθούν με τις υποδείξεις των αρχών.
Παρά το γεγονός, ότι το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου διαδραματίζεται σε ένα κολλέγιο και ο πρωταγωνιστής του είναι ένας έφηβος, εντούτοις δεν πρόκειται ούτε για campus novel ούτε για bildungsroman. Η ζωή του πρωταγωνιστή διαδραματίζεται μεν μέσα στο κολλέγιο αλλά οι αιτίες, που έχουν διαμορφώσει το χαρακτήρα του και οι αντιδράσεις του σε όσα τον ενοχλούν έχουν τις ρίζες τους σε γεγονότα εκτός κολλεγίου, ενώ ο χαρακτήρας του έχει διαμορφωθεί ήδη, όταν εισέρχεται στο κολλέγιο, και δεν εξελίσσεται ούτε μεταλλάσσεται σε κάτι άλλο, όσο διαρκεί η πλοκή. Περισσότερο πρόκειται για την αναπαράσταση ενός εφηβικού χαρακτήρα με ιδιότητες, που ελάχιστοι έφηβοι διαθέτουν, με ιδιαίτερη μόρφωση και νοημοσύνη, που του δίδει τη δυνατότητα να αντιπαρατεθεί με τον σκληρό και άτεγκτο κοσμήτορα, αλλά δεν μπορεί απόλυτα να ξεφύγει από το εφηβικό πρότυπο, εκείνου, δηλαδή, του νέου, που δεν έχει τα κότσια να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες της ζωής με την απαιτούμενη ψυχραιμία. Σε αυτό σημαντικό ρόλο παίζει και ο πατέρας του πρωταγωνιστή, ο οποίος φοβάται για τις αναποδιές, που μπορεί να πλήξουν το παιδί του και αποτελεί το λόγο, που ο πρωταγωνιστής επιλέγει να μη φοιτήσει στο σαφώς καλύτερο κολλέγιο της πόλης του αλλά προτιμά ένα σαφώς κατώτερο και υπερσυντηρητικό, το οποίο, όμως, είναι απομακρυσμένο και του εξασφαλίζει, ότι θα βρίσκεται μακρυά από τις εμμονές του πατέρα του.
Στην πραγματικότητα, όμως, ο Μάρκους Μέσνερ κουβαλάει μαζί του στο νέο κολλέγιο και τον πατέρα του. Τον έχει μέσα του, τον εκφράζει κάθε φορά, που αντιμετωπίζει δυσκολίες, και αυτός είναι, που καθορίζει τη ζωή του. Η σκέψη του πατέρα του είναι, που δεν βοηθάει καθόλου το Μάρκους να προσαρμοστεί στις δυσκολίες του νέου κολλεγίου του, οι οποίες, σε τελική ανάλυση, δεν είναι και τόσο σοβαρές. Οι αντιδράσεις του προς όσα τον πειράζουν είναι ενδεικτικές ενός ανθρώπου με μεγάλη αγανάκτηση μέσα του, που νοιώθει την πίεση να ξεχύνεται από κάθε πόρο του κορμιού του και να χτυπάει όσους κρίνει, ότι τον εμποδίζουν να αναπνεύσει και να εκφραστεί, όπως αυτός επιθυμεί. Και αυτές ακριβώς τις συνέπειες των αντιδράσεων μετράει στο τέλος ο συγγραφέας, ώστε να συμπεράνει, ότι τα πράγματα θα μπορούσαν να εξελιχθούν διαφορετικά και προς όφελος του πρωταγωνιστή, αν δεν υπήρχαν αυτές οι αντιδράσεις.
Στα προηγούμενα βιβλία του Φίλιπ Ρόθ κυριαρχούσε μια ιδιαίτερη ανάλυση των γεγονότων και των χαρακτήρων, η οποία είχε ως συνέπεια τα βιβλία του να είναι σχετικά πολυσέλιδα με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τον αναγνώστη. Η "ΑΓΑΝΑΚΤΗΣΗ", όμως, καταφέρνει να κλείσει μέσα σε 230, περίπου, σελίδες, ένα υπέροχα σκιαγραφημένο πρωταγωνιστικό χαρακτήρα αλλά και την περιγραφή μιας κοινωνίας καταπιεσμένης είτε από τις οικογενειακές εμμονές είτε από το ασφυκτικό περιβάλλον και να περιγράψει την πορεία ενός νέου ανθρώπου, που υφίσταται τις συνέπειες ενός ανεξέλεγκτου συναισθήματος. Κυρίαρχο είναι το τραγικό στοιχείο, καθόσον ο πρωταγωνιστής γνωρίζει, ότι πρέπει να κρατήσει την ψυχραιμία του και να μην αφήσει την αγανάκτησή του να γκρεμίσει τα σχέδιά του για το μέλλον, πλην, όμως, αποφασίζει να συνεχίσει την κατά μέτωπον επίθεση σε βάρος όσων δεν του αρέσουν.
Μοναδική παραφωνία του εκπληκτικού αυτού μυθιστορήματος είναι η αποκάλυψη της τελικής κατάληξης του Μάρκους Μέσνερ στην αρχή του βιβλίου, η οποία αφαιρεί πολύ από το ενδιαφέρον του αναγνώστη, αφού το μόνο, που απομένει, είναι να ανεύρει ο αναγνώστης, γιατί ο πρωταγωνιστής είχε αυτή την κατάληξη. Ίσως είμαι πολύ αυστηρός με το συγγραφέα αλλά νομίζω, ότι δεν είναι και η πιο επιτυχημένη συνταγή να προϊδεάζεις τον αναγνώστη γι' αυτό, που συνέβη στον πρωταγωνιστή του βιβλίου σου.
Έστω και έτσι, όμως, το βιβλίο αποπνέει μια δύναμη, αυτή της αγανάκτησης του πρωταγωνιστή για όσα τον απωθούν και τον τρελλαίνουν, η οποία μεταφέρεται και στον αναγνώστη.

Δευτέρα 4 Οκτωβρίου 2010

Χριστιανοί με συμπεριφορά αντιχριστιανική

Είχα κάποτε ένα καλό φίλο, ιδιαίτερα συνεσταλμένο την εποχή, που ήμαστε μαθητές, ο οποίος λόγω του χαρακτήρα του, είχε γίνει στόχος των περισσότερο ξεθαρρεμένων συμμαθητών του αλλά και υφίστατο ουκ ολίγα πειράγματα και στη δική μας παρέα. Το κυριότερο δούλεμα το έτρωγε κατά την περίοδο της νηστείας του Δεκαπενταύγουστου, όταν και τηρούσε τη σχετική νηστεία και μάλιστα στην αυστηρή εκδοχή της και απείχε από το κρέας. Θυμάμαι, που τον καλούσαμε να έλθει μαζί μας σε κάποιο σουβλατζίδικο και στο άκουσμα της νηστείας αυτής άρχιζε η χοντρή καζούρα. Παλιές παιδικές, ακόμα, εποχές, όταν ακόμα και οι κακίες, που ετύγχανε να εκτοξεύουμε ο ένας στον άλλο, δεν προέρχονταν από αυθεντική κακία αλλά περισσότερο από περιπαικτική διάθεση.
Τα χρόνια πέρασαν και οι μεγαλώσαμε αλλά η φιλία μας παρέμεινε αναλλοίωτη. Φοιτητής πια στη Θεσσαλονίκη φιλοξένησα το φίλο μου αυτό, ο οποίος σπούδαζε στη γενέθλια πόλη μας. Το πρώτο πράγμα, που θυμάμαι από το συγκεκριμένο φίλο μου, ήταν ένα ανελέητο θάψιμο προς κάποια κοπέλα, η οποία τον είχε απορρίψει. Ετύγχανε να γνωρίζω τη συγκεκριμένη κοπέλα όπως και τον τύπο άνδρα, που τη γοήτευε εκείνα τα χρόνια, τον οποίο τύπο ο φίλος μου αυτός δεν διέθετε ούτε κατά διάνοια. Παρ' ολ' αυτά η κοπέλα "στολίστηκε" δεόντως από το φίλο μου και, μάλιστα, με λέξεις ελάχιστα κομψές. Και επειδή ήταν πολύ αργά και ήμαστε κομμάτια από τη νυχτερινή περιπλάνηση στη Θεσσαλονίκη των φοιτητικών μας χρόνων, πέσαμε για ύπνο, αφού πρώτα ο φίλος μου έκανε το σταυρό και την προσευχή του, πράγμα που είναι το δεύτερο πράγμα, που θυμάμαι από εκείνη την επίσκεψή του.
Δεν είμαι, πλέον, ιδιαίτερα δεμένος με αυτό το παιδί για λόγους, που δεν ενδιαφέρουν. Ωστόσο, θυμάμαι ζωηρά αρκετές από τις πτυχές του χαρακτήρα του, ήτοι το φρικτό βρισίδι προς όσες κοπέλες είχαν αρνηθεί να συνάψουν δεσμό μαζί του - και ήταν αρκετές, δεδομένου ότι το εν λόγω πρόσωπο στόχευε πολύ ψηλά σε σχέση με τις δυνατότητές του - την απίστευτη τσιγκουνιά του, όταν πηγαίναμε διακοπές, η οποία συνδυαζόταν με την επιθυμία του να επισκεπτόμαστε τα πιο μουράτα και ακριβά μαγαζιά, ώστε να έχουμε να λέμε, ότι πήγαμε σε αυτά, την απροθυμία του να σκουπίσει τα παπούτσια του, όταν έμπαινε σε ξένο σπίτι, την απέχθειά τους προς όσους δεν πίστευαν εν γένει και την εμμονή του με τις νηστείες και τις θρησκευτικές του υποχρεώσεις.
Σαφώς και κάθε άνθρωπος έχει τα ελαττώματά του και, αν είναι φίλος μας, οφείλουμε να τα δούμε με κατανόηση και να τα δεχθούμε ου μην και να τον προτρέψουμε να τα βελτιώσει. Εκείνο, όμως, που μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση, ήταν η θρησκοληψία του, η οποία έφτανε μέχρι του σημείου να αρνείται να παίξει μαζί μας ηλεκτρονικά παιχνίδια με το αιτιολογικό, ότι περιείχαν σατανιστικά σύμβολα, ενώ προηγούμενα είχε σχολιάσει με τρόπο κάθε άλλο παρά χριστιανικό πρόσωπα, που είχαν αρνηθεί τη φιλία, που τους είχε προσφέρει. Εν ολίγοις, ο παλιός μου αυτός φίλος ήταν ένα αμάλγαμα θρησκοληψίας και αγένειας, το οποίο είχε ως στόχο της ζωής του να γίνει και παραμείνει σωστός χριστιανός. Μόνο που ως σωστό χριστιανό ο εν λόγω φίλος μου εννοούσε το πρόσωπο, που τηρεί το τυπικό της χριστιανικής θρησκείας, ήτοι ακολουθεί τις οριζόμενες από το εορτολόγιο νηστείες, εξομολογείται τακτικά, κάνει το σταυρό του, όταν περνάει έξω από εκκλησία αλλά και πριν πέσει για ύπνο, αφήνει τον οβολό του στο παγκάρι της εκκλησίας, φιλάει το χέρι του παπά της ενορίας του και άλλα πολλά σχετικά. Από τις συνήθειές του απουσίαζε η κομψότητα στο λόγο του - αρκούνταν να μη βρίζει τα θεία αλλά οι υπόλοιπες βρισιές ήταν στην ημερησία διάταξη -, το τακτ στις επαφές του με τις γυναίκες και τους τρίτους εν γένει αλλά και τις επισκέψεις του στα ξένα σπίτια, η προσαρμοστικότητα στους ρυθμούς της παρέας του, όταν πήγαιναν διακοπές αλλά και άλλες αρετές, όχι ασυνήθιστες σε πολύ κόσμο, ο οποίος δεν έχει τη θρησκεία ως πρώτη προτεραιότητα στη ζωή του, αν υποθέσουμε, ότι θρησκεύεται ή έστω πιστεύει σε κάτι μεταφυσικό.
Όσο περνάει ο καιρός διαπιστώνω, ότι ένα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού εκείνου, που διατείνεται, ότι πιστεύει, και τηρεί το τυπικό αυτού, που είθισται να λέγεται "σωστός χριστιανός", ακολουθεί, ανεξαρτήτως ηλικίας, ένα τρόπο ζωής ελάχιστα συμβατό με όσα δίδαξε ο Χριστός. Απουσιάζει από τη συμπεριφορά αυτών των ανθρώπων μια κάποια ευγένεια στη στάση τους έναντι των τρίτων σε βαθμό, που να θεωρούνται και να είναι κοινωνικά απαίδευτοι. Συχνά δείχνουν να αγνοούν την επικαιρότητα. Μένουν προσκολλημένοι σε μύθους και δοξασίες, οι οποίες έχουν καταρριφθεί εδώ και πολλά χρόνια (δεν εντάσσω εδώ το δικαίωμά τους να πιστεύουν σε κάποια θεότητα, επειδή αυτό πρέπει να είναι σεβαστό ανεξάρτητα από τα πιστεύω του καθενός ή την απουσιά τους) και μάχονται με φανατισμό να πείσουν, ότι αυτές είναι πραγματικές. Πολλές φορές ξεχωρίζουν από το κατσούφικο ύφος τους, από την παντελή απουσία του γέλιου και χρώματος από τη ζωή τους και θυμίζουν το Χόρχε, το φανατικό πολέμιο του γέλιου μοναχό του μυθιστορήματος του Ουμπέρτο Έκο "ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΡΟΔΟΥ". Βδελύσσονται την πρόοδο ως κάτι, που πρέπει να μας ανησυχεί, επειδή με αυτή κινδυνεύουμε να χάσουμε την ψυχή μας, και πιστεύουν τυφλά σε ιερείς αποδεδειγμένα οπισθοδρομικούς και επικίνδυνους, αφού γι' αυτούς ο ιερέας είναι ιερό και υπεράνω αμφισβήτησης πρόσωπο. Και, φυσικά, απεχθάνονται εκείνους, οι οποίοι δεν ακολουθούν το δικό τους τυπικό.
Αναγνωρίζω απόλυτα το δικαίωμα αυτών των ανθρώπων να επιλέγουν τον τρόπο ζωής, που τους εκφράζει. Δεν μπορώ, όμως, να κλείσω τα μάτια μου σε συμπεριφορές, οι οποίες έρχονται σε ευθεία αντίθεση προς όσα πρεσβεύει ο ιδρυτής της θρησκείας, που τα συγκεκριμένα πρόσωπα ακολουθούν.