Και, όμως, ακόμα και στη Σοβιετική Ένωση υπήρχε εγκληματικότητα, η οποία δεν είχε σε τίποτα να ζηλέψει, από πλευράς αποτροπιασμού, από αυτή, που υπήρχε στη Δύση. Και με τον ειδεχθέστερο, ίσως, εγκληματία του κοινού ποινικού δικαίου της χώρας αυτής καταπιάνεται ο πρωτοεμφανιζόμενος συγγραφέας Τομ Ρομπ Σμιθ στο βιβλίο του "ΠΑΙΔΙ 44" (Εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ). Το βιβλίο ξεκινάει στα 1933, χρονιά, κατά την οποία ο λιμός θέρισε μέρος του σοβιετικού πληθυσμού. Δύο αδέλφια πηγαίνουν να αναζητήσουν τροφή αλλά το ένα από αυτά χάνεται. Η απουσία του στοιχειώνει τον άλλο αδελφό. 20 χρόνια αργότερα, το 1953, ο Λέο Ντεμίντοφ, στέλεχος της μυστικής αστυνομίας της Ε.Σ.Σ.Δ. και τυφλά αφοσιωμένο στέλεχος της εξουσίας, βρίσκεται αντιμέτωπος με ένα απεχθές έγκλημα. Ένα ανήλικο παιδί βρίσκεται νεκρό και φρικτά κατακρεουργημένο. Αν και υπάρχουν όλες οι ενδείξεις, ότι το παιδί αυτό έχει δολοφονηθεί, ο Λέο λαμβάνει οδηγία από τους ανωτέρους του να κλείσει την υπόθεση, χαρακτηρίζοντας το εν λόγω έγκλημα ως ατύχημα. Παρά την προθυμία, με την οποία ακολουθεί την οδηγία αυτή, ο Λέο αρχίζει να αμφιβάλλει για την πραγματική φύση του περιστατικού αυτού. Στη συνέχεια, καλείται να παρακολουθήσει την ύποπτη για αντικαθεστωτική δράση γυναίκα του. Αν και υπάρχουν ενδείξεις της ενοχής της, ο Λέο τις αρνείται, με αποτέλεσμα να διωχθεί από την υπηρεσία του και να μετατεθεί με τη γυναίκα του στο Βουάλσκ, μια πόλη δυτικά των Ουραλίων, όπου υποχρεώνεται να εργαστεί στην εκεί πολιτοφυλακή. Στην πόλη αυτή μαθαίνει, ότι ένα, ακόμα, παιδί, έχει βρεθεί νεκρό και κατακρεουργημένο, όπως το άλλο στη Μόσχα. Σύντομα, διαπιστώνει, ότι υπάρχουν αρκετά παιδιά, τα οποία έχουν χάσει τη ζωή τους με τον ίδιο τρόπο. Με κλονισμένη την πίστη του στο καθεστώς της χώρας του, ο Λέο προσπαθεί να ανεύρει, ποιος κρύβεται πίσω από αυτούς τους ειδεχθείς θανάτους, που μόνο για ατύχημα δε μοιάζουν. Η αλήθεια, όμως, θα ξεπεράσει κάθε φαντασία του.
Το βιβλίο καταπιάνεται ουσιαστικά με την ιστορία του κυριότερου κατά συρροή δολοφόνου της Ε.Σ.Σ.Δ., του Αντρέι Ρομάνοβιτς Τσικατίλο, ο οποίος για 12, περίπου, χρόνια, σκόρπιζε το θάνατο, σκοτώνοντας, κυρίως, μικρά παιδιά και παρέμενε ασύλληπτος, λόγω της άποψης, ότι δεν υπήρχε έγκλημα στη χώρα αυτή και της, εντεύθεν, κάκιστης οργάνωσης της εγκληματολογικής υπηρεσίας της χώρας αυτής. Μεταθέτει, βέβαια, τη δράση του στα τελευταία χρόνια της σταλινικής εποχής - ο Τσικατίλο έδρασε την περίοδο 1978-1990 -, αλλά αυτο εξυπηρετεί την πλοκή, η οποία εκτυλίσσεται στα 1953, χρονιά θανάτου του Στάλιν και τέλους της σκληρότερης περιόδου, που γνώρισε η Ε.Σ.Σ.Δ., μετά την οποία άρχισε λίγο να χαλαρώνει η καταπίεση στη χώρα αυτή.
Ο Λέο Ντεμίντοφ είναι ο χαρακτηριστικός εκπρόσωπος της εξουσίας, ο οποίος συμπεριφέρεται σαν υπάκουο κτήνος και εκτελεί με στυγνό επαγγελματισμό τις εντολές της, μέχρι να απωλέσει το αξίωμά του και να μετατραπεί σε διωκόμενο, όπως όσοι αυτός κατεδίωξε, όταν είχε τη σχετική δυνατότητα. Δεν υπάρχει στο νου του χώρος για υποψία λάθους της εξουσίας στις ενέργειές της και με την ίδια ψευδαίσθηση ζει το γάμο του μέχρι να του αποκαλυφθεί η πικρή πραγματικότητα. Η απογύμνωσή του από κάθε εξουσία και η εξορία του σηματοδοτεί την απαρχή της μεταστροφής του, τυπικό στοιχείο αρκετών ανανηψάντων, και την επιστροφή του στην πραγματικότητα.
Ωστόσο, ο Λέο κάθε άλλο παρά αντιπαθής είναι. Υποταγμένος σε μια από τις σκληρότερες εξουσίες, που γνώρισε ποτέ η υφήλιος, και ουσιαστικά φοβισμένος με όσα βλέπει να συμβαίνουν γύρω του την εποχή του σταλινικού τρόμου, όταν ο διώκτης γινόταν εν μια νυκτί διωκόμενος, είναι ο απηνής κυνηγός των θεωρούμενων ως αντιφρονούντων, επειδη αφενός πιστεύει, ότι αυτό, που κάνει, είναι σωστό αφετέρου επειδή,αν δεν το κάνει, θα έχει την τύχη των θυμάτων του. Η μεταστροφή του συμπίπτει μεν με την αδυναμία του, πλέον, να ασκήσει την παραμικρή εξουσία σε βάρος άλλων ανθρώπων αλλά αποκαλύπτει το ανθρώπινο πρόσωπό του σε μια χώρα και μια εποχή, όπου οι επιλογές των ανθρώπων ήταν η εξής μια, να υποταχθούν τυφλά στην εξουσία.
Ο φόβος της σταλινικής εποχής αποτυπώνεται με ιδιαίτερη πειστικότητα από το συγγραφέα, ο οποίος περιγράφει τόσο τις μεθόδους εκφοβισμού και βασανισμού των προσώπων, που χαρακτηρίζονταν ως αντικαθεστωτικοί, όσο και τα συναισθήματα των απλών ανθρώπων απέναντι στους αδίστακτους εκπροσώπους της κρατικής μηχανής. Ταυτόχρονα με την περιγραφή της άθλιας καθημερινότητας στη Σοβιετική Ένωση της σταλινικής εποχής αναπτύσσεται η δράση του βιβλίου με μαεστρικό τρόπο με τον Λέο και τη σύζυγό του να αναζητούν το δολοφόνο και να έρχονται σε αντιπαράθεση με τον κρατικό μηχανισμό, οι εκπρόσωποι του οποίου αρνούνται να δεχθούν την εκδοχή τους. Ο Λέο και η γυναίκα του αλλά και τα πρόσωπα γύρω από αυτούς, εξουσιαστές και εξουσιαζόμενοι, είναι τυπικοί εκπρόσωποι ενός ανελεύθερου καθεστώτος χωρίς περιθώρια επιλογής και με μόνιμο το φόβο της δίωξής τους.
Φυσικά, χρειάζεται κανείς να παρακάμψει ορισμένες αναλήθειες, αρκετά συνηθισμένες σε μυθιστορήματα δράσης, για να απολαύσει το εν λόγω βιβλίο. Επίσης, ο συγγραφέας δείχνει να έχει μελετήσει καλά βιβλία, που αναφέρονται στη σταλινική Σοβιετική Ένωση, αλλά οι πολλές αναφορές, ειδικά, στο βιβλίο "ΑΡΧΙΠΕΛΑΓΟΣ ΓΚΟΥΛΑΓΚ" του Αλεξάντρ Σολζενίτσιν εμφανίζονται σχεδόν αυτούσιες στο κείμενο, πράγμα που προδίδει τη μη αφομοίωσή τους.
Σπουδαία τα πράγματα, θα πείτε, δεν πρέπει να έχει κανείς τόσο αυστηρές αξιώσεις από ένα βιβλίο δράσης. Θα συμφωνήσω και εγώ στο μέτρο, που ένα βιβλίο δράσης κρίνεται, όπως όλα τα υπόλοιπα βιβλία άλλων κατηγοριών. Και, στη συνέχεια, θα αφεθώ ξανά στις σελίδες του, οι οποίες είναι γεμάτες δράση και αγωνία αλλά και απηχούν τον αγώνα ενός ανθρώπου να εξιλεωθεί, για τα κρίματά του, απέναντι στον εαυτό του και να αγωνιστεί για το καλό σε ένα καθεστώς, που δεν επεδίωκε ακριβώς αυτό το καλό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου