Δημοφιλείς αναρτήσεις

Πέμπτη 30 Δεκεμβρίου 2010

Είσαι απλός πολίτης; Θα ζήσεις.

Δημοσιεύθηκε στο tvxs.gr η δήλωση των προσωρινά κρατουμένων Νίκου Μαζιώτη, Πόλας Ρούπα και Κώστα Γουρνά για τις πρόσφατες βομβιστικές επιθέσεις στις πρεσβείες της Χιλής και της Ελβετίας στη Ρώμη, όπου οι ανωτέρω ζητούν να μην γίνονται τέτοιες ενέργειες, οι οποίες βάζουν σε κίνδυνο τη ζωή απλών ανθρώπων, στο όνομα του Λάμπρου Φούντα. Αναφέρουν, μάλιστα, ότι οι ενέργειές τους ήταν πάντα πολιτικά στοχευμένες και οργανωμένες κατά τρόπο, ώστε να αποφεύγονται οι τραυματισμοί ανθρώπων, που δεν ανήκαν στους παραπάνω στόχους.
Μια απλή ανάγνωση των παραπάνω οδηγεί σε ορισμένα πολύτιμα συμπεράσματα για τον τρόπο σκέψης κάποιων ανθρώπων, που αυτοαποκαλούνται επαναστάτες. Συγκεκριμένα, διαπιστώνουμε, ότι για τα παραπάνω πρόσωπα οι ζωές των απλών ανθρώπων είναι πολυτιμότερες από εκείνες όσων αποτελούν πολιτικούς στόχους - και προφανώς, κατά το σκεπτικό τους, παύουν να είναι απλοί άνθρωποι- των οποίων οι ζωές σαφέστατα αξίζει να χαθούν, προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι των ανωτέρω προσωρινώς κρατουμένων. Τούτο σημαίνει, ότι κάποια πρόσωπα έχουν στοχοποιηθεί, ήτοι, κατά δήλωση των ανωτέρω "στοχεύανε (οι βομβιστικές τους ενέργειες, προφανώς) το καθεστώς, τους θεσμούς και αυτούς που το εκπροσωπούν και το προστατεύουν". Συνεπώς, οι εκφραστές της παραπάνω δήλωσης ζυγίζουν με τα δικά τους κριτήρια τις ζωές των άλλων και αποφασίζουν, ποιοί είναι άξιοι να συνεχίσουν να ζουν και ποιοί όχι.
Και εδώ, βέβαια, τίθεται το ερώτημα, με ποια λογική κάποιες ανθρώπινες ζωές κρίνονται αναλώσιμες στα πλαίσια της δράσης μιας ομάδος ανθρώπων με ξεκάθαρα βίαιο χαρακτήρα. Είναι ανατριχιαστικός ο κυνισμός, που κρύβεται πίσω από αυτή τη δήλωση, και αποκαλύπτει το μίσος, με το οποίο κινούνται οι άνθρωποι αυτοί, αλλά και η ευκολία, με την οποία θεωρούν πολιτικές κάποιες πράξεις τους, επιθυμώντας, έτσι, να προσδώσουν στις πράξεις τους αυτές κάποιο ευγενικό σκοπό, ήτοι την ανατροπή της καθεστώσας τάξης. Πλάνη ή οργιαστική σκοπιμότητα;
Περαιτέρω, απορίας άξιον είναι, με ποιο κριτήριο κάποιος πολίτης κρίνεται ως εκπρόσωπος και προστάτης του καθεστώτος και των θεσμών του. Πέραν από τους στενή εννοία εκπροσώπους του καθεστώτος, όπως υπουργούς, βουλευτές, πολιτευτές, αστυνομικούς και γενικά εκπροσώπους των σωμάτων ασφαλείας, τραπεζικούς, επιχειρηματίες, που αναλαμβάνουν εργολαβίες του Δημοσίου και λοιπούς παρεμφερείς, είναι εύκολο ένας μετερχόμενος τη βία να συμπεριλάβει στα πρόσωπα, που προστατεύουν ένα καθεστώς, και απλούς πολίτες, θεωρώντας τους συνένοχους στη διαιώνιση ενός καθεστώτος. Η ιστορία έχει, δυστυχώς, καταδείξει, ότι παρόμοιες πρακτικές αποτελούν κοινό παρονομαστή σε όσες οργανώσεις πίστεψαν, ότι δια της βίας μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο. Στις περιπτώσεις αυτές, όπου η βία είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο ανθρώπων, οι οποίοι ουδεμία σχέση είχαν με την άσκηση εξουσίας, οι θάνατοι αυτοί αντιμετωπίστηκαν ως παράπλευρες απώλειες, όταν, μάλιστα, δεν δικαιολογήθηκαν με τη λογική της συλλογικής ευθύνης. Αμφότερες αυτές οι αποφύσεις του ανθρώπινου νου αποτελούν καθαρά φασιστική πρακτική και ουδεμία σχέση (πρέπει να) έχουν με πραγματικούς αγώνες για την ελευθερία.
Κάνει άσχημο μεθύσι το ανέρωτο κρασί της βίας και οι συνέπειές του είναι σαφείς στα παραπάνω τρία πρόσωπα, αποδεικνύοντας όχι μόνο τις στρεβλώσεις ενός κινήματος, το οποίο στο ξεκίνημά του απεχθανόταν θανάσιμα τη βία, αλλά και τα αδιέξοδα, στα οποία οδηγεί η βία.

Τετάρτη 29 Δεκεμβρίου 2010

Η λογική του παραλόγου

Βία στη βία της εξουσίας, έλεγε κάποιο σύνθημα γραμμένο από πρόσωπα, που ήθελαν να αυτοαποκαλούνται αναρχικοί. Οι συνθήκες, υπό τις οποίες ζούμε εδώ και αρκετούς μήνες, είναι υπεραρκετές όχι μόνο για την εφαρμογή αυτής της άποψης αλλά και για την παγίωσή της. Το είδαμε το Δεκέμβριο του 2008, όπου τις ειρηνικές διαδηλώσεις στη μνήμη του νεκρού Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου αλλά και κατά της αστυνομικής βίας αμαύρωσαν και επεσκίασαν οι καταστροφές περιουσιών αλλά και οι εν γένει βίαιες συμπεριφορές ορισμένων προσώπων. Το είδαμε και πιο πρόσφατα στην άνανδρη επίθεση σε βάρος του πρώην Υπουργού κ. Χατζηδάκη, όπου περίσσεψαν οι - διαδικτυακοί και όχι μόνο αυτοί - έπαινοι προς όσους τον έδειραν.
Οι υποστηρικτές της βίας διαθέτουν πλήθος επιχειρημάτων στη φαρέτρα τους. Θεωρούν, ότι η βία είναι η μόνη γλώσσα, που καταλαβαίνει το κράτος, φρονούν, ότι έτσι θα συνετίσουν όσους δεν ασπάζονται τις απόψεις τους και πιστεύουν, ότι ο απελπισμένος άνθρωπος - είδος ενα αφθονία αυτό τον καιρό στην Ελλάδα - δεν μπορεί να διεκδικήσει τα δικαιώματά του με το σταυρό στο χέρι, αφού η βία της εξουσίας είναι δεδομένη και μόνο με βία αντιμετωπίζεται. Υπάρχει η λογική - αν μπορεί, βέβαια, να χρησιμοποιηθεί αυτή η λέξη, για να περιγράψει την τακτική της βίας - της ανατροπής με κάθε μέσο, όπου η προσφυγή στη βία νομιμοποιείται από την επικρατούσα κατάσταση. Μέσα από το πρίσμα της βίας οι οπαδοί της δικαιολογούν πάσα εκτροπή από τις ευπρεπείς νόρμες συμπεριφοράς, εφόσον ο σκοπός της ειναι ανώτερος.
Ουδείς, όμως, εκ των θιασωτών της βίας έχει μια ξεκάθαρη εικονα της επόμενης μέρας από την ανατροπή του καθεστώτος και, ενδεχόμενα, την εξόντωση των εκφραστών αυτού. Δεν βλέπουμε κάποιο σχέδιο για την οργάνωση της κοινωνιας, ώστε να αντιμετωπιστούν τα φλέγοντα ζητήματά της παρά μόνο ακούμε αοριστίες περί εξάλειψης της αδικίας και άλλα ωραία, τα οποία φαντάζουν ελκυστικά και κανένας λογικός άνθρωπος δεν τα αντιπαρέρχεται, πλην, όμως, δεν γνωρίζουμε τα μέσα για την επίτευξή τους, αφού κανένας φίλος της βίας δεν έχει μπει στον κόπο να τα επεξεργαστεί, ώστε να μας τα προσφέρει. Μόνη εξαίρεση σε αυτό τον τομέα είναι το Κ.Κ.Ε., η προσήλωση, όμως, του οποίου στο ένδοξο παρελθόν των αδελφών κομμάτων του στο εξωτερικό είναι ολίγον τι ανατριχιαστική.
Δυστυχώς για όσους πιστεύουν, ότι η βία θα δώσει τη λύση στα προβλήματα μιας κοινωνίας, η ιστορία βρίθει παραδειγμάτων, όπου ομάδες ανθρώπων ανέτρεψαν δια της βίας την εξουσία, για να αναγκαστούν, στη συνέχεια, υπό το βάρος των αδιεξόδων, στα οποία περιήλθαν, να τη χρησιμοποιήσουν, ώστε να κρατηθούν σε αυτή. Η βία αποτελεί τη μέθοδο με τα περισσότερα αδιέξοδα στην πολιτική και συνάμα την πιο επικίνδυνη. Οι χρήστες της, εθισμένοι στην ψυχολογία της, δεν γνωρίζουν άλλο τρόπο για την προάσπιση των ιδεών τους, ενώ η ψυχοδομή τους είναι διαμορφωμένη, εις τρόπον ώστε να αντιμετωπίζουν ως εχθρούς τους όχι μόνο όσους διαφωνούν με τις απόψεις του αλλά και εκείνους, που αποκλίνουν ελάχιστα από αυτές. Ο βίαιος πολέμιος της εξουσίας δεν αντιλαμβάνεται, ότι με την ανατροπή της εξουσίας δια της βίας καθίσταται και αυτός εξουσιαστής, συχνά σκληρότερος από αυτόν, που αποκαθήλωσε, και ζει στην πλάνη, ότι υπηρετεί ένα ευγενικό σκοπό, ο οποίος, όμως, είναι λουσμένος στο αίμα και τη στάχτη, που έχει αφήσει πίσω του. Και βαφτίζεται αντιεξουσιαστής και αναρχικός, παραβλέποντας ότι ιστορικά οι γνήσιοι αναρχικοί βδελύσσονταν τη βία ως μέσο για την επίτευξη των σκοπών τους.
Δεν περιμένω να αλλάξει κάτι άμεσα, όσες φωνές κατά της βίας και αν ακουστούν, μόνο θέλω να πιστεύω, ότι κάποτε θα πρυτανεύσει η λογική και θα αναφανεί, τελικά, ότι με τη βία θα καταλήξουμε οι περισσότεροι ή μακαρίτες ή σακατεμένοι τόσο στο σώμα όσο και στο μυαλό.

Τρίτη 21 Δεκεμβρίου 2010

Αντιστασιακοί κατά περίσταση

Αυτές τις μέρες μαίνονται οι ταραχές στην Κερατέα με αφορμή την επικείμενη δημιουργία ΧΥΤΥ στη θέση "ΟΒΡΙΟΚΑΣΤΡΟ". Περιττεύουν οι όποιες λεπτομέρειες, αφού η εικόνα, που μεταδίδεται από πολλά Μ.Μ.Ε. είναι ενδεικτική του βίαιου κλίματος, που επικρατεί.
Επειδή έχουν ακουστεί πολλά για την αντιστασιακή δράση των κατοίκων της Κερατέας και κυκλοφορούν στο Διαδίκτυο αρκετές σχετικές αναφορές, καλό θα είναι να δούμε κάποια πράγματα με ψυχραιμία, διότι στη χώρα, όπου είσαι ό,τι δηλώσεις, είναι πανεύκολο να βαφτίζεται κανείς αντιστασιακός και αντιεξουσιαστής.
Κατ' αρχάς, οι κάτοικοι της Κερατέας ξεσηκώθηκαν όχι ενάντια στην κρατική πολιτική εν γένει αλλά ενάντια στην εγκατάσταση ΧΥΤΥ στην περιοχή τους. Εξ όσων γνωρίζω, ουδεμία άλλη αντιστασιακή δράση έχει να επιδείξει η περιοχή, τουλάχιστον τα τελευταία χρόνια. Και ο αντιστασιακός κρίνεται εκ της εν γένει πολιτείας του και όχι επειδή αποφάσισε να ανάψει μια φωτιά στο δρόμο ή να εκτοξεύσει ένα καρδόνι στα ΜΑΤ.
Ας υποθέσουμε, περαιτέρω, ότι αποφασίζει αύριο μεθαύριο η κυβέρνηση να μη δημιουργηθεί ΧΥΤΥ στην παραπάνω περιοχή και επιλέγεται μια άλλη περιοχή της Αττικής, όπως το Σούνιο (τυχαίο το παράδειγμα). Δε νομίζω, ότι η αντιστασιακή και αντιεξουσιαστική δράση των κατοίκων της Κερατέας θα συνεχιστεί με εκδηλώσεις αλληλεγγύης προς τους κατοίκους του Σουνίου, αφού είναι γνωστή η κρατούσα στην Ελλάδα τακτική "μακρυά από μένα και ας είναι και ένας πόντος". Η ιστορία θυμίζει τους διαβόητους αντιστασιακούς κατοίκους του ηρωικού Βραχασίου στην Κρήτη, που αντιστέκονταν στη συνένωση της κοινότητάς τους με το γειτονικό Δήμο προ ετών. Όταν το 2004 αποφασίστηκε, ότι το Βραχάσι θα παραμείνει ανεξάρτητη κοινότητα, οι κάτοικοί του επέστρεψαν στην καθημερινότητά τους και ουδεμία δράση τους υπέρ του τάδε ή του δείνα εξουσιαζόμενου χωριού ή προσώπου ακούστηκε.
Ακόμα, γίνεται επίκληση του ιδιαίτερου φυσικού κάλλους και της αρχαιολογικής αξίας της περιοχής. Όλως τυχαίως, κανένα από τα δύο δεν προστατεύεται ιδιαίτερα και ας υπάρχει το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο. Και μιλάμε για περιοχές, οι οποίες έχουν χαρακτηριστεί ως ανωτέρω με νόμους είτε από το 1980 (ΦΕΚ 1070/Β/03-09-1980, για το χαρακτηρισμό της περιοχής ως ιδιαίτερου φυσικού κάλλους) είτε από το 1995 (ΦΕΚ 107/Β/29-12-1995 για την αρχαιολογική σημασία της περιοχής). Δεν θυμάμαι όλ' αυτά τα χρόνια να υπήρξε κάποια φωνή από τους κατοίκους της Κερατέας για τα παραπάνω.
Γιατί δεν πάνε το ΧΥΤΥ σε μια περιοχή, όπου ζουν προνομιούχοι, ερωτάται από κάποιους κατοίκους της περιοχής αλλά και από υποστηρικτές τους. Η απάντηση είναι, ότι σκουπίδια παράγει κάθε Έλληνας είτε πλούσιος είτε φτωχός ή έστω μη προνομιούχος και δεν αποτελεί λύση να πάει όπου αλλού θέλει ο ΧΥΤΥ εκτός από το σπίτι μας. Αυτό δεν είναι επαναστατική αντίληψη αλλά μικροαστική και ωφελιμιστική τακτική, αφού ξεφορτωνόμαστε το ΧΥΤΥ και, βέβαια, όταν αυτός εγκατασταθεί κάπου, όπου οι αντιστάσεις των κατοίκων θα είναι λιγότερες, δεν θα μας ενοχλήσει ιδιαίτερα να στέλνουμε εκεί και τα δικά μας σκουπίδια.
Το όλο πρόβλημα ξεκινάει από την άρνηση των δύο πλευρών να συνεννοηθούν. Δεν υπάρχει περιθώριο διαβουλεύσεων, ώστε να επιλεγεί η συμφερότερη για όλους λύση, δεν υπάρχει ενημέρωση, ώστε ο κάθε αντιστασιακός ή υποστηρικτής των αντιστασιακών να γνωρίζει, ποιες θα είναι οι επιπτώσεις και σε τι θα οφείλονται, και, κυρίως, δεν υπάρχει καλή θέληση για να βρεθεί μια κοινώς αποδεκτή λύση.
Ξεκαθαρίζω, ότι δεν υποστηρίζω τους ξυλοδαρμούς, που φέρονται να υφίστανται κάποιοι κάτοικοι της Κερατέας από τις δυνάμεις ασφαλείας, όπως απεχθάνομαι και τις εκδηλώσεις βίας κάποιων κατοίκων της περιοχής εναντίον των δυνάμεων αυτών. Δεν αναγνωρίζω, όμως, και κάποιο αντιστασιακό και αντιεξουσιαστικό χαρακτήρα στις κινήσεις των κατοίκων αυτών.

Όταν το παρελθόν αποθεώνεται

Άκουγα χτες κάποιο παλαιό συνάδελφό μου να αναπολεί τις παλαιές εκείνες εποχές, που ο κόσμος ήταν καλύτερος και η ζωή πιο εύκολη. Γύρω του συγκατένευαν αρκετά άλλα πρόσωπα, ακόμα και νέα παιδιά, τα οποία ενδεχόμενα με αυτό τον τρόπο εξέφραζαν την αποδοκιμασία τους για το παρόν και τις αμφιβολίες τους για το μέλλον.
Με όλο το σεβασμό προς τους πρεσβευτές αυτής της άποψης, θα διαφωνήσω. Ζούμε σε μια εποχή ομολογουμένως δύσκολη και με πολλά προβλήματα. Βιώνουμε μια κρίση σε κάθε επίπεδο, απόρροια του εφησυχασμού ου μην και αδιαφορίας, με την οποία αντιμετωπίζαμε στο παρελθόν τις ζωές μας αλλά και τα τακταινόμενα στη χώρα μας. Ένα πέπλο απαισιοδοξίας έχει πέσει στην Ελλάδα και σαν μεταδοτική ασθένεια έχει κυριεύσει τις καρδιές και τις ψυχές πολλών. Δεκτά όλ' αυτά τα δεδομένα!
Ωστόσο, είναι ίσως η μοναδική εποχή, κατά την οποία ο Έλληνας δύναται να πετύχει πράγματα, τα οποία μέχρι και πριν από 30 χρόνια ήταν αδιανόητα. Κατ' αρχάς, σήμερα εισάγονται στο πανεπιστήμιο 80.000, τουλάχιστον, νέοι ετησίως, αριθμός που αντιστοιχεί στους εισαχθέντες στο πανεπιστήμιο πολλών ετών του παρελθόντος. Τούτο σημαίνει, ότι έχουν τη δυνατότητα, εφόσον το θελήσουν, να αποκτήσουν μια επιστημονική κατάρτιση, την οποία μπορούν να διευρύνουν με μεταπτυχιακές σπουδές είτε στην Ελλάδα είτε στο εξωτερικό. Οι σημερινοί γονείς επενδύουν μεγάλα ποσά στις σπουδές των παιδιών τους. Οι παλαιότεροι ενθυμούνται γονείς, οι οποίοι αρνούνταν να σπουδάσουν τα κορίτσια τους, αρκούμενοι να τα προικίσουν καλά, ώστε να ανεύρουν ένα καλό γαμπρό, κλείνοντας τους πνευματικούς και επαγγελματικούς ορίζοντές τους, κατάσταση η οποία αποτελεί παρελθόν.
Έπειτα, υπάρχει η δυνατότητα μετακίνησης για επαγγελματικούς λόγους στο εξωτερικό. Θυμηθείτε από πόσες διατυπώσεις έπρεπε να περάσει στο παρελθόν ένας Έλληνας, για να ταξιδέψει για εργασία στην Ευρώπη, για να μην αναφερθούμε στην Αυστραλία ή τις Η.Π.Α.! Εκείνα τα χρόνια, η συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων, που μετανάστευαν για εργασιακούς λόγους, ήταν αμόρφωτοι χειρωνάκτες, συχνά ανειδίκευτοι, οι οποίοι βίωναν απίστευτα σκληρές καταστάσεις και έντονη προκατάληψη από τους ξένους. Το σκηνικό έχει αλλάξει πολύ τα τελευταία χρόνια με την ένταξη πολλών Ελλήνων στην επαγγελματική και πανεπιστημιακή κοινότητα του εξωτερικού, όπου συχνά διακρίνονται για τον εργασιακό τους ζήλο, την επινοητικότητα και την εξυπνάδα τους. Ρωτήστε, όσους μετανάστευσαν στην Αυστραλία ή τη Δυτική Γερμανία τη δεκαετία του '60 και του '70, να σας πουν, πόσο αντίξοες ήταν γι' αυτούς οι συνθήκες!
Ο σημερινός Έλληνας είναι, επίσης, χορτάτος, ενώ στο παρελθόν πεινούσε και στερούνταν ακόμα και βασικά αγαθά. Δεν είναι πολύ μακρυά οι εποχές, που οι περισσότεροι Έλληνες έτρωγαν κρέας μόνο στις γιορτές και αγνοούσαν τα γαλακτοκομικά. Ούτε είχαν τη δυνατότητα να ταξιδέψουν ακόμα και στην ίδια τους τη χώρα, με αποτέλεσμα να έχουν στενότατους ορίζοντες. Σήμερα, τα πράγματα έχουν αλλάξει. Ο Έλληνας τρώει σα να είναι το τελευταίο του γεύμα και έχει τη δυνατότητα να ταξιδέψει παντού στον κόσμο.
Ακόμα, ζούμε στην εποχή του Διαδικτύου, όπου η πληροφορία ανευρίσκεται ευκολότερα από το παρελθόν, με αποτέλεσμα ο κόσμος ή, τουλάχιστον, ένα τμήμα του, μεγαλύτερο απ΄ό,τι στο παρελθόν, να είναι περισσότερο υποψιασμένο για όσα συμβαίνουν γύρω του. Μια πληκτρολόγηση στο Διαδίκτυο και ιδού πληροφορίες για πολλά θέματα, πράγμα αδιανόητο στην εποχή των πατεράδων μας! Ανεξάρτητα, μάλιστα, από τη χρήση του Διαδικτύου - η χώρα μας έχει ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά πανευρωπαϊκά - υπάρχει η δυνατότητα χρήσης του.
Μπορώ να θυμηθώ και πολλές άλλες διαφορές του χτες και του σήμερα. Σημασία δεν έχει, όμως, η απαρίθμησή τους. Απλά η νοσταλγία του παρελθόντος κάνει συχνά αρκετό κόσμο, όταν βλέπει τα δεινά του σήμερα, να αναπολεί εποχές με περισσότερα δεινά, τα οποία, λόγω της παρόδου του χρόνου, έχουν θαμπώσει και δεν επιτρέπουν μια αντικειμενική θεώρηση του παρελθόντος.

Κυριακή 19 Δεκεμβρίου 2010

Η επέλαση των βαρβάρων

Πριν από κάποια χρόνια, ταξίδεψα στη Βιέννη, την οποία και λάτρεψα. Ομολογώ, βέβαια, ότι έμεινα λίγες ημέρες εκεί και δεν κατάφερα να συναναστραφώ τους ντόπιους, ώστε να σχηματίσω κάποια άποψη για το ποιόν των Βιεννέζων, αλλά έστω και έτσι θεωρώ , ότι πήρα μια ιδέα από μια όμορφη ευρωπαϊκή πρωτεύουσα.
Θυμάμαι, ότι ήταν εβδομάδα του Πάσχα των Ορθοδόξων και εκείνη τη χρονιά αυτό συνέπιπτε με το Πάσχα των Καθολικών. Ήταν Μεγάλο Σάββατο και κατά τη βόλτα μας στο κέντρο της πόλης μπήκαμε σε μια καθολική εκκλησία. εκείνο, που μου έκανε τρομερή εντύπωση, ήταν η απόλυτη, σχεδόν νεκρική, ησυχία, που επικρατούσε στην εκκλησία. Ακουγόταν μόνο κάποια ψαλμωδία και όλο το εκκλησίασμα παράμενε σιωπηλό. Ούτε γελάκια, ούτε ψιθυρίσματα στο διπλανό, ούτε ματιές αριστερά και δεξιά! Μόνο προσήλωση στη λειτουργία και, κυρίως, ησυχία!
Το ίδιο βράδυ επισκεφτήκαμε τον Άγιο Γεώργιο, μια από τις δύο ορθόδοξες εκκλησίες της Βιέννης. Ομολογώ, ότι δεν μπόρεσα να ακούσω ούτε κουβέντα από τη Λειτουργία της Ανάστασης, αφού εντός της εκκλησίας αλλά και εντός αυτής επικρατούσε χάβρα Ιουδαίων. Ο κόσμος μιλούσε στην εκκλησία σα να βρισκόταν στο κλαμπ, όπου πρέπει να φωνάξεις για να σε ακούσει ο διπλανός σου. Πιτσιρίκια τσίριζαν, επειδή δεν τα σήκωναν οι δικοί τους αγκαλιά, κυρίες φώναζαν τους συζύγους τους και νεαρόκοσμος χαζογελούσε, σα να παρακολουθούσε κωμωδία. Και η αλήθεια είναι, ότι με τόση ιλαρότητα, που επικρατούσε, νόμιζε κανείς, ότι παρακολουθεί κωμωδία και όχι τη Λειτουργία της Ανάστασης. Και, όμως, όλο αυτό το πλήθος ήταν πιστοί αλλά συμπεριφέρονταν λες και βρίσκονταν σε χασαποταβέρνα.
Την Κυριακή της Λαμπρής πήγαμε στον καθεδρικό ναό του Αγίου Στεφάνου στο κέντρο της πόλης. Τεράστια εκκλησία, γεμάτη κόσμο, που παρακολουθούσε τη Λειτουργία της Αγάπης! Οι πιστοί κάθονταν ήσυχοι και παρακολουθούσαν με κατάνυξη τη λειτουργία. Εκείνο, όμως, που μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση, ήταν ο σεβασμός των επισκεπτών - που ήταν πολλαπλάσιοι από τους πιστούς - και η απόλυτη ησυχία, με την οποία παρακολουθούσαν το τελετουργικό. Οι περισσότεροι από αυτούς έκαναν μπαμ από χιλίομετρα, ότι δεν πιστεύουν, αλλά σέβονταν το δικαίωμα των άλλων να τελούν τα λατρευτικά τους καθήκοντα και παρακολουθούσαν ήσυχοι τη λειτουργία αυτή.
Δεν μπόρεσα να αποφύγω τη σύγκριση ανάμεσα στους έχοντες ένδοξους - τρομάρα μας - προγόνους συμπατριώτες μου και τους έχοντες λιγότερο σημαίνοντες προγόνους ξένους με αφορμή τα παραπάνω γεγονότα. Αντιλήφθηκα, ότι ο σεβασμός στην καθημερινότητα αποτελεί terra incognita για την πλειονότητα των ελληναράδων, οι οποίοι προτιμούν να συμπεριφέρονται το ίδιο απολίτιστα όπου και αν βρεθούν, θεωρώντας ότι πρέπει να μην καταπιέζονται, ειδικά όταν βρίσκονται σε διακοπές - το μεγαλύτερο μέρος του χριστεπώνυμου πλήθους στον ελληνορθόδοξο ναό της Βιέννης ήταν εκδρομείς, ως, επίσης, ότι ως πολιτισμό ο μέσος ελληναράς, που αποτελεί και την πλειονότητα των κατοίκων της χώρας μας, θεωρεί το ένδοξο παρελθόν μας, τα μνημεία μας και τις πολιτιστικές εκδηλώσεις, που λαμβάνουν χώρα στην ελληνική επικράτεια, και δεν συμπεριλαμβάνει στην έννοια αυτή και την υποχρέωσή του να φέρεται με ευγένεια και σεβασμό προς τους τρίτους.
Φυσικά, ουδείς στη χώρα μας δείχνει να ασχολείται με το φαινόμενο αυτό, αφού κυριαρχούν είτε η ιδιοτέλεια είτε η καλλιέργεια ουτοπικών επαναστάσεων, οι οποίες θα βοηθήσουν την Ελλάδα να λύσει ως δια μαγείας τα όποια προβλήματά της, ή απλά η αδιαφορία για τα πάντα. Φαίνεται, ότι αρκεί να έχουμε ο καθένας από μια δουλίτσα, να αποκερδαίνουμε κάμποσα ευρουλάκια για να καλύπτουμε τα έξοδά μας και με το περίσσευμα να διασκεδάζουμε και όλα τα υπόλοιπα απλά δεν μας αφορούν.
Όσο για τους ξένους, αυτοί, ρε παιδάκι μου, είναι καραξενέρωτοι, που δεν χαίρονται τη ζωή τους, που τα έχουν όλα προγραμματισμένα, που δεν γελούν, που δεν κάνουν λίγη πλάκα, ώστε να αποκτήσει χρώμα η ζωή τους και άλλα παρεμφερή, που προσάπτουμε με περισσή ευκολία και ανοησία στους ανθρώπους, που σέβονται την ιστορία μας αλλά φροντίζουμε, ώστε να τους αποδεικνύουμε, πόσο ελάχιστο σεβασμό ως λαός αξίζουμε και πόσο ανάξιοι της ιστορίας μας είμαστε.
Και έπειτα απορούμε, που η χώρα μας έφτασε στην κατάσταση αυτή!

Παρασκευή 17 Δεκεμβρίου 2010

Ο παραλογισμός της βίας

Η αφορμή να ανοίξει και πάλι η κουβέντα περί χρησιμότητας της βίας ήταν ο ξυλοδαρμός του κ. Χατζηδάκη. Το περιστατικό αυτό έχει ήδη κάνει το γύρο του Διαδικτύου, καταδεικνύοντας ένα από τα πολλά απεχθή πρόσωπα της βίας.
Η λογική καταδικάζει τη βία. Απεχθάνεται το μέσο αυτό ως μέσο επιβολής αλλά και ως τακτική, με την οποία κάθε πρόσωπο επιδεικνύει την αντίθεσή του με κάποιες ενέργειες. Χρειάστηκαν αιώνες, ώστε να φτάσει ο άνθρωπος σε μια κοινωνία, όπου η βία είναι καταδικαστέα, χωρίς να ενδιαφέρει είτε ο μετερχόμενος αυτή είτε το θύμα αυτής.
Απ' όσο, όμως, φαίνεται, η λογική στη χώρα μας έχει πάει περίπατο και μαζί με αυτή η άποψη, ότι η βία είναι καταδικαστέα. Το επεισόδιο με θύμα τον πρώην υπουργό μεταφορών έφερε στην επιφάνεια για μια, ακόμα, φορά τον παραλογισμό της νόμιμης και δικαιολογημένης βίας, την οποία επιβάλλεται να δείξουν, όσοι είναι αγανακτισμένοι με την ελληνική πραγματικότητα. Πολύς κόσμος ένοιωσε άγρια χαρά στη θέα του αιμόφυρτου κ. Χατζηδάκη και απέδειξε, ότι διψάει για αίμα και στάχτη.
Ο παραλογισμός είναι απόρροια της έλλειψης ψυχραιμίας, που συναντάται στις κρίσιμες στιγμές. Συχνά, όμως, αποτελεί και διαμορφωμένη ιδεολογία ορισμένων προσώπων, τα οποία θεωρούν, ότι με τη χρήση μορφών παραλογισμού, στις οποίες (πρέπει να) συγκαταλέγεται η βία, θα επιτευχθούν ορισμένοι στόχοι της κοινωνίας ή κάποιας ομάδος προσώπων, τα οποία υποτίθεται, ότι θέλουν να σβήσουν από τον κατάλογο των ζωντανών ή έστω ενεργών πολιτών εκείνους, που θεωρούν επιβλαβείς. Στη χώρα μας αλλά και στο εξωτερικό ο παραλογισμός αυτός απαντά στη θεωρία περί επιβεβλημένης ήτοι νόμιμης βίας και απαυγάσματα αυτής της θεωρίας βρίσκουμε εγκατεσπαρμένα ανά το Διαδίκτυο αλλά και στα παραδοσιακά Μ.Μ.Ε. Φυσικά, αυτή η εξάλειψη ορισμένων ζωών συνοδεύεται και από τις απαραίτητες υλικές ζημίες, οι οποίες ενίοτε φτάνουν έως και την ολοκληρωτική καταστροφή περιουσιών.
Φοβάμαι, ωστόσο, ότι, όσο ανεκτικός και αν είναι κανείς με τις πάσης φύσεως θεωρίες περί διαχείρισης μιας κρίσης, δεν μπορεί να μη γίνει αντιληπτή η απουσία κάποιου σχεδίου για την επόμενη μέρα, δηλαδή εκείνη, κατά την οποία θα έχουν επιτευχθεί οι στόχοι των οπαδών της βίας. Ουδείς εκ των υποστηρικτών του άνανδρου ξυλοδαρμού του κ. Χατζηδάκη μοιάζει να έχει κατά νου, τί θα ακολουθήσει την εξόντωση των βλαβερών συμπολιτών μας και πως θα βελτιωθεί η δεινή κατάσταση της Ελλάδας.
Μια ματιά στην παγκόσμια ιστορία αποδεικνύει, ότι, όπου επικράτησε η τυφλή βία, δεν έμεινε τίποτα όρθιο και καμμία πρόοδος δεν σημειώθηκε. Ακόμα και σε καθεστώτα, όπου η βία χρησιμοποιήθηκε για την εξόντωση ορισμένων αντιφρονούντων αλλά και για την αλλαγή στις κρατικές, οικονομικές και κοινωνικές δομές, έγινε σύντομα αντιληπτό, ότι η ίδια ήταν η μόνη μέθοδος, για να κρατηθούν τα ίδια καθεστώτα στην εξουσία. Τη βίαιη κατάληψη της εξουσίας από τους μπολσεβίκους του Λένιν και τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις, που έδωσαν μια ανάσα στο μεγαλύτερο μέρος των κατοίκων της τότε Ε.Σ.Σ.Δ., ακολούθησε ο σταλινικός τρόμος, που εκτός από την εξόντωση εκατομμυρίων πολιτών, αποδιοργάνωσε όλους τους τομείς της σοβιετικής κοινωνίας. Η Γαλλική Επανάσταση άρχισε να σβήνει, όταν η Τρομοκρατία του Ροβεσπιέρου οδήγησε στη λαιμητόμο χιλιάδες ανθρώπους, οι οποίοι απλά δεν ταίριαζαν με τα χνώτα του εν λόγω κυρίου.
Θα ήταν χρήσιμο να επισημανθεί, ότι η βία ως μέθοδος ξεσπάσματος πρέπει να καταδικάζεται, όποιος και αν είναι ο φορέας της και ανεξάρτητα από το στόχο της. Μόνη η ψύχραιμη σκέψη οδηγεί στην επίλυση των όποιων προβλημάτων και δρομολογεί εξελίξεις προς όφελος του κοινωνικού συνόλου. Εκτός αν προέχει η εκτόνωση του κόσμου με τους ξυλοδαρμούς και τους εμπρησμούς!

Τετάρτη 15 Δεκεμβρίου 2010

Συμβολική βία και άλλες δικαιολογίες

Τον λυπήθηκε η ψυχή μου, μοναχό άνθρωπο να τρώει το ξύλο της αρκούδας από τους άνανδρους, που χαρακτηρίζονται "αγανακτισμένοι πολίτες".
Τον κ. Χατζηδάκη μπορεί κανείς να τον μεμφθεί για αρκετά πράγματα. Η θητεία του ως Υπουργού Μεταφορών σφραγίστηκε από τη σώρευση υπέρογκων χρεών στον ΟΣΕ. Η κλίση του προς το νεοφιλελευθερισμό τον κατέστησε αντιπαθή σε μεγάλη μερίδα του κόσμου. Η συμμετοχή του στη χειρότερη, ίσως, κυβέρνηση της Μεταπολίτευσης τον στιγμάτισε στα μάτια πολλών. Και αυτά είχαν ως αποτέλεσμα να περάσει σε δεύτερη μοίρα η απαλλαγή της χώρας μας από το βραχνά των προστίμων, ελέω Ολυμπιακής Αεροπορίας, για τις συνεχείς παραβάσεις της κοινοτικής νομοθεσίας, ο εκσυγχρονισμός του σιδηροδρομικού μας δικτύου αλλά και η σοβαρότητά του ως ανθρώπου και πολιτικού.
Με ό,τι και αν πιστώνεται ο εν λόγω πολιτικός, ο ξυλοδαρμός του αποδεικνύει με το χειρότερο τρόπο την ανανδρία των δραστών του. Η βία πρέπει να είναι καταδικαστέα, απ' όπου και αν προέρχεται πολλώ δε μάλλον όταν στόχος είναι ένας ανυπεράσπιστος εκείνη τη στιγμή πολίτης, όποιος και αν είναι ο πρότερος βίος του. Ούτε δέχομαι, ότι ήταν συμβολική η βία, που ασκήθηκε σε βάρος του κ. Χατζηδάκη, διότι ως τέτοια έχουν βαφτίσει χιλιάδες βίαιων ανθρώπων στη μακροχρόνια ιστορία του ανθρώπινου γένους κάθε βίαια πράξη τους σε βάρος τρίτων.
Καταδικαστέα, λοιπόν, είναι η βία σε βάρος του κ. Χατζηδάκη και καταδικαστέοι και οι αυτουργοί της, όπως θα έπρεπε να είναι κάθε βίαιη πράξη, όποιος και αν είναι ο δράστης και όποιο και αν είναι το θύμα.

Δευτέρα 13 Δεκεμβρίου 2010

Πλησιάζουν Χριστούγεννα;

Ίσως είναι τα πιο καταθλιπτικά Χριστούγεννα των τελευταίων ετών. Τα λαμπερά φώτα, περιορισμένα και αυτά ύστερα από την υπερβολή χρόνων, δεν αρκούν για να φωτίσουν τα κατηφή και αγέλαστα πρόσωπα των περαστικών, αν έχει κανείς το κουράγιο να βολτάρει και δεν προτιμήσει να κρύψει τη θλίψη του στο σπίτι του. Τα δώρα πίσω από τις στολισμένες βιτρίνες μάταια μοιάζουν να εκλιπαρούν τον περαστικό να τα αγοράσει, αφού οι περισσότεροι περαστικοί είναι στεγνοί από ρευστό και γεμάτοι από στενοχώρια για τις δυσκολίες, που αντιμετωπίζουν.
Λείπουν τα χαμόγελα άλλων εποχών, που κάλυπταν τις όποιες δυσχέρειες της ζωής πίσω από το σκηνικό των Χριστουγέννων. Η μίζερη πραγματικότητα είναι πανταχού παρούσα και το πνεύμα της πιο χαρούμενης γιορτής του ανεπτυγμένου κόσμου δείχνει να έχει ηττηθεί κατά κράτος στον αγώνα του εναντίον της απαισιοδοξίας.
Δεν ειναι η πρώτη φορά στη νεότερη ελληνική ιστορία, που η απαισιοδοξία του κόσμου έχει φτάσει σε τόσο υψηλά επίπεδα. Είναι, όμως, ίσως η πρώτη φορά, που δεν φαίνονται στον ορίζοντα σημάδια ανάκαμψης. Όσο περνάει ο καιρός, ο πεσσιμισμός θεριεύει και μεταλλάσσεται σε ένα ανελέητο μηδενισμό ικανό να ισοπεδώσει κάθε νου και να παρασύρει τα πάντα στο διάβα του, χωρίς να αφήνει υποσχέσεις, ότι κάτι καλό θα προκύψει από αυτό τον Αρμαγεδδώνα.
Και είναι αυτή η απαισιοδοξία, που έχει συμπαρασύρει τα Χριστούγεννα και μόνο ορισμένες φωτεινές βιτρίνες και ο στολισμός των πόλεων - φτωχικός και αυτός, αφού η κρατική δεξαμενή, από την οποία οι άπληστοι και ασυλλόγιστοι δήμαρχοι της επικρατείας αντλούσαν χρήματα για το συχνά κακόγουστο στολισμό της πόλης τους, έχει στερέψει - έχουν απομείνει να θυμίζει, ότι πλησιάζει μια γιορτή, που κάποτε οι περισσότεροι από μας χαίρονταν. Τώρα, όμως, ελάχιστοι έχουν τη διάθεση να χαρούν.

Παρασκευή 10 Δεκεμβρίου 2010

Στη χώρα των οξύμωρων

Οργιάζουν τα αρνητικά σχόλια στο Διαδίκτυο για τις απολύσεις σε εφημερίδες, ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς σταθμούς. 60 άτομα απέλυσε ο "90,2" (Αριστερά στα FM, για να μην ξεχνιόμαστε), καμπόσους άλλους απέλυσε η "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ" και ο "ΔΟΛ" και πολύ φοβάμαι, ότι έπεται συνέχεια στις απολύσεις.
Η αλήθεια είναι, ότι αυτές τις δύσκολες εποχές είναι εξαιρετικά τραγικό να χάνει κανείς τη δουλειά του, δεδομένης και της ελάχιστης ζήτησης εργατικών χεριών. Ο απολυμένος πάντοτε προκαλεί κάποιο αίσθημα συμπάθειας λόγω της κατάστασης, στην οποία περιέρχεται μετά την απώλεια της εργασίας του. Και οι παραδοσιακοί υποστηρικτές του δικαίου των αδυνάτων, απ' όπου και αν προέρχονται, δικαιωματικά στηλιτεύουν την πρακτική των απολύσεων από τους παραπάνω οργανισμούς.
Το φαινόμενο αυτό, όμως, δεν οφείλεται μοναχά στην οικονομική κρίση, από την οποία, όπως δείχνουν τα πράγματα, έχουμε δει μόνο ένα μικρό μέρος. Η παρακμή των παραδοσιακών Μ.Μ.Ε. έχει δρομολογηθεί εδώ και μερικά χρόνια, ιδίως αφότου το Διαδίκτυο άρχισε να αποκτά περισσότερους χρήστες και στη χώρα μας, οι οποίοι το προτιμούν, πλέον, για την ενημέρωση και ψυχαγωγία τους από μια εφημερίδα ή την τηλεόραση. Η πρόσβαση στην πληροφορία έχει καταστεί ευκολότερη, πλέον, και είναι εύκολο για ένα μέσο χρήστη του Διαδικτύου να ανακαλύψει την πραγματικότητα πίσω από την εικόνα, που προβάλλουν η τηλεόραση ή η εφημερίδα. Αρκετοί εκ των χρηστών του Διαδικτύου, με τους οποίου ομιλώ τακτικά, δεν έχουν καν τηλεόραση, δεν αγοράζουν εφημερίδα και ανοίγουν σπανίως το ραδιόφωνό τους. Θεωρούν, μάλιστα, ότι η ενημέρωση από τα παραδοσιακά Μ.Μ.Ε., από τα οποία απολύεται τόσος κόσμος εσχάτως, είναι κατευθυνόμενη, εξυπηρετεί τα μεγάλα συμφέροντα, αποκρύπτει τις πραγματικά σημαντικές ειδήσεις και παραποιεί άλλες. Σε άλλες περιπτώσεις, τη θεωρούν περιττή.
Χωρίς να απέχει από την πραγματικότητα αυτή η διαπίστωση, εντούτοις καταδεικνύει ένα οξύμωρο από τα πολλά, που συμβαίνουν στη χώρα μας. Ήτοι ότι ενώ είμαστε πρόθυμοι να φωνάξουμε για τα εργασιακά δικαιώματα όσων εργάζονται στα παραδοσιακά Μ.Μ.Ε., εντούτοις βδελυσσόμαστε το ρόλο τους και αρνούμαστε να τα μεταχειριστούμε για την ενημέρωσή μας. Δεν χρειάζεται να κατέχει κανείς διδακτορικό δίπλωμα στη θεωρία της οικονομίας ή να έχει εντρυφήσει στις βασικές αρχές του καπιταλισμού, για να αντιληφθεί, ότι, όταν δεν στηρίζεις τις υπηρεσίες μιας επιχείρησης, αυτή αυτόματα έχει μικρότερο κέρδος και μεγαλύτερη ζημία. Και επειδή ειναι επιχείρηση και όχι φιλανθρωπικό ίδρυμα, ήτοι επιδιώκει το κέρδος και δεν πετάει τα λεφτά της άσκοπα, θα φροντίσει, ώστε να έχει τη μικρότερη δυνατή χασούρα, κόβοντας τα έξοδα, ήτοι απολύοντας κόσμο. Είναι η σκληρή αλλά αναπόφευκτη πραγματικότητα της εξέλιξης.
Αν επιθυμούμε, λοιπόν, να οδυρόμαστε για τις θέσεις εργασίας, που χάνονται στα κλασσικά Μ.Μ.Ε., καλό θα ειναι να αναλογιστούμε, μήπως και εμείς με την άρνησή μας να ενημερωνόμαστε ή ψυχαγωγούμαστε από αυτά συντελέσαμε σε αυτές τις απώλειες. Αν το αντιληφθούμε, τότε θα καταλάβουμε, πόσο υποκριτικό είναι να φωνάζουμε για τις απολύσεις αυτές και να βρίζουμε τα μεγάλα συγκροτήματα, που κατέχουν το πλειοψηφικό πακέτο των μετοχών των μεγάλων Μ.Μ.Ε., και εκ του λόγου αυτού να αποφεύγουμε να τα χρησιμοποιήσουμε είτε για την ενημέρωσή μας ή για την ψυχαγωγία μας, ενώ την ίδια στιγμή θέλουμε κανένας να μη χάσει τη δουλειά του στις επιχειρήσεις αυτές.

Τετάρτη 8 Δεκεμβρίου 2010

Ο τιμώμενος και ο άκλαυτος

Έβλεπα την προχτεσινή πορεία για τον Αλέξη Γρηγορόπουλο και ήλθε στο νου μου ο Θάνος Αξαρλιάν. Για όσους τον έχουν ξεχάσει, είναι εκείνο το 20χρονο παλληκάρι, που σκοτώθηκε από ρουκέτα της οργάνωσης "17 Νοέμβρη" πριν από 18 χρόνια. Η ρουκέτα αυτή είχε ως στόχο της τον τότε υπουργό, κ. Παλαιοκρασσά.
Όπως και ο Αλέξης Γρηγορόπουλος, έτσι και ο Θάνος Αξαρλιάν δεν είχε καμμία φανερή πολιτική δράση. Και οι δύο τους ήταν δύο ξέγνοιαστα παιδιά, που χαίρονταν τη νιότη τους και κατέστρωναν, φαντάζομαι, τα σχέδιά τους για το μέλλον. Αμφότερα έπεσαν θύματα βίας, η μεν Αλέξης Γρηγορόπουλος της κρατικής βίας ο δε Θάνος Αξαρλιάν της τρομοκρατικής βίας.
Όσο, όμως, τιμήθηκε ο πρώτος, άλλο τόσο πέρασε στη λήθη ο δεύτερος. Καμμία πορεία δεν έγινε στη μνήμη του, κανένα ψήφισμα διαμαρτυρίας δεν είδαμε, καμμία καταδίκη από τα γνωστά πρόσωπα, που σπεύδουν να καταδικάσουν την κρατική βία δεν ακούσαμε. Τον έφαγε το μαύρο σκοτάδι το δύστυχο Θάνο.
Στην Ελλάδα αρκεί ο προσδιορισμός του δράστη μιας δολοφονίας, ώστε να ξεσηκωθεί ο κόσμος και να διαδηλώνει στους δρόμους, ενίοτε σπάζοντας και καίγοντας ό,τι βρει μπροστά του, ή να αδιαφορήσει επιδεικτικά. Η λογική της νόμιμης και παράνομης βίας έχει διαποτίσει ένα σημαντικό τμήμα του ελληνικού λαού, με αποτέλεσμα τις επιλεκτικές διαμαρτυρίες. Σε αυτή την κατάσταση ευθύνονται και οι παρατάξεις, που πρωτοστατούν στις διαμαρτυρίες, για τις οποίες η τρομοκρατική και πάντως μη προερχόμενη από κρατικά όργανα βία είναι συχνά επιβεβλημένη, ώστε ο λαός να διεκδικήσει τα δικαιώματά του ή να στείλει μήνυμα στην εξουσία, και σε κάθε περίπτωση δικαιολογημένη ως απάντηση στη βία της εξουσίας.
Οι θιασώτες, όμως, αυτής της άποψης λησμονούν, ότι δεν μπορούν να υπάρχουν διακρίσεις ανάμεσα στα θύματα της βίας ανάλογα με το δράστη. Η βία πρέπει να καταδικάζεται, απ' όπου και αν προέρχεται. Ο αστυνομικός, που σηκώνει το όπλο του και πυροβολεί στο ψαχνό, ενεργεί το ίδιο απαράδεκτα με τον κουκουλοφόρο, που πετάει τη μολότοφ σε κτίρια, στα οποία βρίσκεται κόσμος. Ούτε έχουν σημασία τα κίνητρα της μιας ή της άλλης πλευράς, αφού η απώλεια είναι δεδομένη και, αν μιλάμε για ανθρώπινη ζωή, αναντικατάστατη.
Χωρίς να παραγνωρίζω το δικαίωμα των διαδηλωτών να διαμαρτύρονται για το θάνατο του Αλέξη Γρηγορόπουλου και να τιμούν τη μνήμη του, πιστεύω, ότι κάθε άνθρωπος έχει χρέος να καταδικάζει τη βία, απ' όπου και αν προέρχεται, χωρίς να τη διαχωρίζει, ανάλογα με το φορέα της και την ταυτότητα του θύματος, σε νόμιμη και μη νόμιμη. Αλλιώς υποκρίνεται το δημοκράτη και είναι επικίνδυνος για την κοινωνία μας.

Τρίτη 7 Δεκεμβρίου 2010

Σκοταδισμός και προκαταλήψεις

Σε μια εποχή, που καθίσταται επιτακτικός ο σεβασμός των δικαιωμάτων των πάσης φύσεως μειονοτήτων και ζητείται η δημιουργία των κατάλληλων υποδομών, ώστε να είναι δυνατή η προστασία και άσκηση των δικαιωμάτων αυτών, έρχεται αίφνης ένα άρθρο μιας συγγραφέως και διανοουμένης για να αποδείξει, ότι ο σεβασμός αυτός δεν είναι δεδομένος ούτε καν από πρόσωπα, που θα έπρεπε να τον επιδείξουν.
Για το συγγραφικό έργο και τη σκέψη της κας. Τριανταφύλλου οι συστάσεις περιττεύουν. Κοσμοπολίτισσα και πολέμια των στενοκέφαλων αντιλήψεων και των μύθων, που κυριαρχούν στη χώρα μας, αλλά και συγγραφέας πολυδιαβασμένων βιβλίων, η κα. Τριανταφύλλου κατέχει μια ξεχωριστή θέση στην ελληνική διανόηση και παρέχει όλα τα εχέγγυα, ότι θα προασπίζεται τα δικαιώματα εκείνων των προσώπων, τα οποία αποτελούν μειονότητα σε μια χώρα, που δεν φημίζεται ακριβώς για το σεβασμό προς αυτά.
Στο ανωτέρω άρθρο της, όμως, η κα. Τριανταφύλλου θεωρεί, ότι η ίδρυση ισλαμικών τεμενών θα συμβάλει στη δημιουργία σκοταδιστικών αντιλήψεων μεταξύ των εν Ελλάδι εγκαταβιούντων μουσουλμάνων. Αναφέρει, μάλιστα, ότι η αδυναμία των μουσουλμάνων μεταναστών να μεταβούν στις χώρες της Δύσης και ο εγκλωβισμός τους σε μια χώρα, που δεν τους σέβεται, συντελεί στην καλλιέργεια μίσους. Η καλή συγγραφέας συνδέει ουσιαστικά τη θρησκεία και, συγκεκριμένα, την ίδρυση θρησκευτικών ναών με το μίσος, που μπορεί να αισθάνεται κάποιο πρόσωπο για τον τόπο, που το φιλοξενεί ή από τον οποίο δεν μπορεί να φύγει προς τον προορισμό του.
Κατ' αρχάς, το μίσος δεν ξεπηδάει απαραίτητα από τη θρησκεία. Όσο και αν ορισμένα εδάφια των ιερών κειμένων των διαφόρων θρησκειών, εν προκειμένω του Κορανίου, προσφέρονται για πολεμικές ερμηνείες και συντηρητικές τακτικές, όπως αυτές που με περισσή επιμέλεια προωθεί ο ουαχαβισμός, ωστόσο από μόνη της μια θρησκεία δεν οδηγεί απαραίτητα σε μίση και συρράξεις. Χρειάζονται και τα απαραίτητα διεστραμμένα μυαλά, ώστε να καταφύγει κανείς σε διώξεις και πάσης φύσεως δυσμενή μέτρα σε βάρος των ετεροθρήσκων και ετεροδόξων συνανθρώπων του. Η ιστορία έχει δείξει, ότι τέτοια μυαλά, δυστυχώς, περίσσευαν ανέκαθεν αλλά η γνώστης της ιστορίας κα. Τριανταφύλλου παραβλέπει, ότι δεν έλειψαν και τα φωτισμένα μυαλά αρχόντων, που ακολούθησαν μετριοπαθή και συνετή πολιτική έναντι των λοιπών θρησκειών και δογμάτων και περιόρισαν τους φανατικούς θρησκόληπτους.
Ουσιαστικά, η ερμηνεία της κας. Τριανταφύλλου δαιμονοποιεί όχι μόνο μια θρησκεία, η οποία στη βάση της είναι περισσότερο δημοκρατική και δίκαιη από το χριστιανισμό, αλλά και τις εκδηλώσεις της, θεωρώντας ότι οι η ανέγερση ισλαμικών ναών, οδηγεί οπωσδήποτε στο συντηρητισμό των μουσουλμάνων και στην εντεύθεν αποφυγή τήρησης των νόμων του τόπου, στον οποίο ζουν. Πρόκειται για μια αντίληψη, η οποία φοριέται ιδιαίτερα στις Η.Π.Α., όπου η συγγραφέας έχει περάσει ένα σημαντικό μέρος της ζωής της και η κουλτούρα και ο τρόπος σκέψης της οποίας την έχει επηρεάσει. Η αντίληψη αυτή έχει γίνει περισσότερο έκδηλη μετά τις 11.9.2001 και έχει οδηγήσει στην εν γένει στοχοποίηση του Ισλάμ.
Η ερμηνεία της κας. Τριανταφύλλου μπορεί κάλλιστα να οδηγήσει σε περιορισμό των θρησκευτικών ελευθεριών των εν Ελλάδι διαβιούντων μουσουλμάνων. Η ύπαρξη παραδειγμάτων από το εξωτερικό, όπου η ίδρυση ισλαμικών ναών οδήγησε στην αποκοπή των μουσουλμάνων από τις κοινωνίες, όπου ζουν, εκτός του ότι γενικεύει, βάζοντας στο ίδιο μισαλλόδοξο τσουβάλι όλους τους μουσουλμάνους, καθόσον υπήρξαν και πολλοί εξ αυτών, που απέφυγαν την κατήχηση και τον εντεύθεν φανατισμό και ενσωματώθηκαν απόλυτα στην κοινωνία, όπου ζούσαν, μπορεί να ερμηνευθεί και ως προσπάθεια αποστέρησης του δικαιώματος να εκδηλώνει κανείς τα λατρευτικά του καθήκοντα σε συγκεκριμένους χώρους, όπου υπάρχουν οι κατάλληλες συνθήκες. Όταν η κα. Τριανταφύλλου δηλώνει, ότι "η ανεξιθρησκία είναι ένα δικαίωμα, ο σεβασμός της χώρας υποδοχής είναι μια υποχρέωση " παραλείπει να αναρωτηθεί, πως θα εκδηλωθεί αυτή η ανεξιθρησκεία, όταν δεν υπάρχουν οι πρέποντες λατρευτικοί χώροι, ώστε αυτή να αποκτήσει σάρκα και οστά πολλώ δε μάλλον η σύνδεση της υποχρέωσης του σεβασμού προς τη χώρα φιλοξενίας με την άρνηση αυτής να χτίσει ένα τζαμί είναι παράλογη και ουσιαστικα οδηγεί σε καταστρατήγηση των δικαιωμάτων των θρησκευτικών μειονοτήτων. Ήδη η χώρα μας έχει καταδικαστεί για παρόμοιες περιπτώσεις (Υπόθεση Κοκκινάκη κατά Ελλάδας στο Ε.Δ.Δ.Α.), οπότε περιττεύει να αναφέρουμε, ποια θα είναι η τύχη της, αν υιοθετήσει την άποψη της κας. Τριανταφύλλου.
Η προοδευτική κοινωνία της κας. Τριανταφύλλου είναι μια απόλυτα κοσμική κοινωνία, όπου απουσιάζουν οι θρησκευτικές πιέσεις. Ακόμα και στις λιγότερο επηρεαζόμενες από τη θρησκεία κοινωνίες, όμως, οι οποίες προσεγγίζουν το παραπάνω πρότυπο, τα δικαιώματα όσων επιθυμούν να θρησκεύονται ή έστω εκκλησιάζονται γινονται σεβαστά και ανεγείρονται ναοί, προκειμένου να ασκεί ο πιστός τα λατρευτικά του καθήκοντα. Υπάρχουν, για παράδειγμα, ελληνορθόδοξοι ναοί ακόμα και σε πόλεις του εξωτερικού, όπου οι χριστιανοί ορθόδοξοι είναι ελάχιστοι, ακόμα και ανύπαρκτοι. Δεν γνωρίζω, πότε θα φτάσουμε στην εποχή, όπου η θρησκεία θα αποτελεί παρελθόν και η εκκοσμίκευση της κοινωνίας θα είναι απόλυτη. Μέχρι τότε, όμως, θεωρώ, οτι υπάρχει υποχρέωση του κράτους να σέβεται τα θρησκευτικά δικαιώματα, όσων κατοικούν στο εσωτερικό του.
Η μισαλλοδοξία του πιστού πηγάζει περισσότερο από την προκατάληψη, με την οποία τον αντιμετωπίζει ο ετερόθρησκος/ ετερόδοξος ενίοτε και ο άθεος/άθρησκος. Η γκετοποίηση των μουσουλμάνων σε πολλές δυτικοευρωπαϊκές χώρες οδήγησε στην περιθωριοποίησή τους, αφού στις υποβαθμισμένες περιοχές, όπου ζούσαν, οι πιθανότητες μορφωτικής και επαγγελματικής ανέλιξης ήταν ελάχιστες, χωρίς να παραβλέπουμε, ότι όσοι κατάφεραν να ξεφύγουν από το στενό κλοιό του γκέτο, έπρεπε να κοπιάσουν δύο φορές περισσότερο από τους γηγενείς, οι οποίοι τους έβλεπαν ως τους; ξένους, που ήλθαν να τους πάρουν τις δουλειές. Ένα πρόσωπο, το οποίο τυγχάνει τέτοιας αντιμετώπισης, αυτόματα αντιλαμβάνεται, ότι είναι διαφορετικός και, αν δεν έχει τα κατάλληλα αντισώματα, ώστε να αντιπαλέψει αυτή την προκατάληψη, τότε είναι εύκολο να παρασυρθεί από τα κελεύσματα των θρησκόληπτων ομοθρήσκων του και να αρνηθεί την όποια ενσωμάτωσή του στη δυτική κοινωνία. Χωρίς να παραγνωρίζω τις πιθανές παρενέργειες από την ίδρυση ενός ισλαμικού τεμένους στην Αθήνα, δεν τις θεωρώ δεδομένες και αναπόφευκτες. Φρονώ, λοιπόν, ότι, όσο και αν επιβάλλεται το ανήσυχο πνεύμα της κας. Τριανταφύλλου να βομβαρδίζει τις διαφορετικές απόψεις της κοινωνίας μας και να επισημαίνει τις προβληματικές αποφύσεις, που προκύπτουν από την άσκηση ενός θεμελιώδους δικαιώματος και τις διευκολύνσεις, που η πολιτεία οφείλει να παρέχει στην άσκηση αυτή, μια κοινωνία, που θέλει να λέγεται πολιτισμένη και να σέβεται την ετερότητα, οφείλει να προστατεύει τα δικαιώματα των μειονοτήτων της. Αλλιώς μπορεί να παραδειγματιστεί απ' όσα συνέβησαν και συμβαίνουν σε όσες κοινωνίες συντάσσονται με τα λεγόμενα της κας. Τριανταφύλλου.

Κυριακή 5 Δεκεμβρίου 2010

2 χρόνια πέρασαν (και ψυχραιμία ακόμα δεν υπάρχει)

Σας σήμερα πριν από δύο χρόνια, χρειάστηκε η δολοφονική ηλιθιότητα ενός ανεγκέφαλου ειδικού φρουρού, για να ξεσπάσουν οι χειρότερες, ίσως, ταραχές στη χώρα μας από τη Μεταπολίτευση. Ένας έφηβος νεκρός, χιλιάδες περιουσιές κατεστραμμένες και ένας λαός φοβισμένος από επεισόδια, τα οποία ερμηνεύτηκαν ποικιλοτρόπως, χωρίς κάποια ερμηνεία να αποδεικνύεται επαρκής και με αρκετούς υποστηρικτές της μιας άποψης για τις ταραχές αυτές να εκτοξεύουν βολές σε βάρος των φίλων των άλλων απόψεων, αποδεικνύοντας ότι είναι, τελικά, ευκολότερο να παγώσει η Κόλαση παρά να μάθει ο νεοέλληνας να μάθει να συζητάει.
Υποστηρίχθηκε, ότι η Αστυνομία άφησε τους ταραχοποιούς να καταστρέψουν το κέντρο της Αθήνας αλλά και άλλων πόλεων, ενώ θα έπρεπε να είναι πιο σκληρή απέναντί τους. Όσο και αν με ενόχλησε η καταστροφολαγνεία των ημερών εκείνων, δεν μπορώ να φανταστώ, πόσες περισσότερες καταστροφές θα γίνονταν, αν η Αστυνομία δρούσε διαφορετικά. Μιλάμε για μια Αστυνομία ελάχιστα εκπαιδευμένη, με προσωπικό που αδυνατεί πολλές φορές να συγκρατήσει την ψυχραιμία του, το οποίο πιστώνεται με αρκετές πράξεις άσκοπης βίας, που έχουν πυροδοτήσει χειρότερα επεισόδια από αυτά, που σκόπευαν να αποσοβήσουν.
Εδώ και μερικές ημέρες γίνεται τακτική υπενθύμιση από αρκετό κόσμο, είτε στα παραδοσιακά Μ.Μ.Ε. είτε στα ηλεκτρονικά, της επετείου από τη δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου. Επειδή γνωρίζω, ότι σε τέτοιες επετείους πολύς κόσμος σπεύδει να καπηλευτεί τη μνήμη ενός νεκρού παιδιού, με σκοπό να προβεί σε φθορές ξένης ιδιοκτησίας ή να δικαιολογήσει τις φθορές ,που άλλοι προκαλούν, οφείλω να επισημάνω, ότι από τις περισσότερες αναφορές στη θλιβερή αυτή επέτειο απουσιάζουν οι συστάσεις για ψυχραιμία σε όσους θα συμμετάσχουν στις σχετικές πορείες. Σε μια χώρα, που κυριαρχεί η άποψη, ότι όσο περισσότερος ντόρος προκληθεί τόσο περισσότερες πιθανότητες να πάρει η εξουσία το μήνυμά της υπάρχουν και με δεδομένη την τάση για καταστροφές όσων πιστεύουν, ότι έτσι θα αλλάξουν τον κόσμο, έχω κάθε δικαίωμα να φοβάμαι και να αγανακτώ με την τακτική αυτή. Φοβάμαι, επειδή κανένας δεν φροντίζει, ώστε να παύσουν αυτοί οι ελάχιστοι ανόητοι να αμαυρώνουν τις πορείες μνήμης αλλά και αγανακτώ, επειδή οι ίδιοι οι ειρηνικοί διαδηλωτές αποφεύγουν επιμελώς να εμποδίσουν τους ελάχιστους ανεγκέφαλους να τελέσουν το "θεάρεστο" έργο τους.
Δεν τρέφω ελπίδες, ότι θα είναι εντελώς ειρηνικές οι αυριανές πορείες. Εκεί, που φτάσαμε, κατέληξα και εγώ να εύχομαι να είναι λιγότερα από πέρσυ τα επεισόδια, που αύριο θα λάβουν χώρα και τα οποία θα επισκιάσουν μια επέτειο, η οποία θα έπρεπε να εξελιχθεί σε μια πορεία κατά της βίας απ' όπου και αν προέρχεται. Αλλά όταν ακούγονται φωνές, που μιλάνε για νόμιμη βία - η οποία, όλως τυχαίως, είναι αυτή, που στρέφεται κατά του κράτους και των "μικροαστών" -, δεν μπορώ να περιμένω, ότι θα υπάρξει ποτέ καθολική καταδίκη της βίας στην Ελλάδα.

Παρασκευή 3 Δεκεμβρίου 2010

Η επανάσταση πρέπει να ξεκινήσει από τα χειροπιαστά

Δεν χρειάζεται να εντρυφήσει κανείς για καιρό στις συνήθειες των νεοελλήνων, για να διαπιστώσει μια τάση τους για μεγαλοστομία και μεγαλόπνοα οράματα. Στο χώρο εργασίας του, στο πανεπιστήμιο, στο καφενείο της γειτονιάς του, στις παρέες του ο νεοέλληνας ωρύεται για τα δεινά της χώρας μας και θεωρεί, ότι πρέπει να λάβει χώρα μια επανάσταση, να χυθεί αίμα και να καούν περιουσίες, ενδεχόμενα να πέσουν και μερικά κεφάλια πολιτικών και μεγαλοκεφαλαιούχων, που πίνουν το αίμα του κοσμάκη, μήπως και αλλάξει κάτι στον ταλαίπωρο αυτό τόπο. Την εποχή, μάλιστα, που ξέσπασαν οι ταραχές στις μεγάλες πόλεις της Ελλάδας, με αφορμή τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, δεν έλειπαν οι φωνές, που χαίρονταν με τον ξεσηκωμό των νέων - και όχι μόνο αυτών, προσδοκώντας σε κάτι χειρότερο, το οποίο, ευτυχώς, απεφεύχθη.
Χωρίς να αρνούμαι το δικαίωμα του καθενός στο μεγαλοϊδεατισμό, οφείλω να επισημάνω, ότι ο νεοέλληνας είναι εύκολος στα λόγια, όταν σκέφτεται τα άφταστα και την εν γένει ανατροπή. Κάτι το εν γένει απαισιόδοξο κλίμα κάτι η ατιμωρησία των πολιτικών, που βούλιαξαν τον τόπο μας, κάτι η οικονομική κρίση, που έχει αρχίσει να κάνει αισθητή την παρουσία της, το έδαφος για την καλλιέργεια ιδεών περί ανατροπής και ταραχών εν γένει σταδιακά στρώνεται και απομένει κάποιος να ρίξει το σπόρο της φασαρίας, για να φυτρώσει το κακό και να θρηνήσουμε ενδεχόμενα και θύματα και σίγουρα περιουσίες τρίτων προσώπων, όχι απαραίτητα του Δημοσίου ή τραπεζών ή μεγαλοκεφαλαιούχων.
Ελάχιστοι σκέφτονται, ότι θα ήταν ίσως προτιμότερο ο νεοέλληνας να ξεκινήσει από μερικά μικρά αλλά σημαντικά πράγματα, ώστε να αλλάξει την πορεία των πραγμάτων στη χώρα μας. Για παράδειγμα, η Αθήνα συγκαταλέγεται στις πιο βρώμικες πόλεις της Ευρώπης και, όμως, κανένας δεν σκίζεται γι' αυτό. Στην ίδια κατάσταση βρίσκονται και άλλες ελληνικές μεγαλουπόλεις. Θα μπορούσαν οι νεοέλληνες, αν θέλουν να λέγονται πολίτες, να πιέσουν τους τοπικούς άρχοντες προς επίλυση του φλέγοντος αυτού ζητήματος, το οποίο δεν αφορά μόνο την αισθητική αλλά και τη δημόσια υγεία. Οι ίδιοι, μάλιστα, οι πολίτες θα μπορούσαν να περιορίσουν τη ρύπανση, κρατώντας λιγάκι παραπάνω πάνω τους τα σκουπίδια ή καθαρίζοντας τους δημόσιους χώρους, που οι ίδιοι ρυπαίνουν. Δείτε την εικόνα, που παρουσιάζει ένα δημόσιο εκπαιδευτικό ίδρυμα ή μια πλατεία και θα αντιληφθείτε, ότι στη θεωρία της επανάστασης είμαστε πρώτοι αλλά στην καθαριότητά έχουμε τρυπήσει τον πάτο και συνεχίζουμε προς τα κάτω. Σε πολλές, μάλιστα, περιπτώσεις ρύπανσης δημοσίων χώρων έχει προηγηθεί κάποια εκδήλωση με θέμα την ανάγκη να επαναστατήσει ο κόσμος σήμερα ή κάτι παρεμφερές. Το τέλος αυτής της εκδήλωσης βρίσκει το χώρο αυτό στολισμένο με απομεινάρια πλακάτ, αφισών και λοιπών σκουπιδιών, που οι επαναστατημένες ψυχές θεώρησαν αμελητέο να πάρουν μαζί τους.
Επίσης, όσο και αν η παιδεία μας είναι ανύπαρκτη, δεν μπορώ και πάλι να δικαιολογήσω τους εξυπνάκηδες, που φουμάρουν αρειμανίως το τσιγάρο τους σε κλειστούς δημόσιους χώρους, ποντάροντας στο γεγονός, ότι το κράτος δεν έχει τους επαρκείς μηχανισμούς, για να ελέγξει, αν ο νόμος περί απαγόρευσης του καπνίσματος εφαρμόζεται. Ανάμεσα στους μανιώδεις καπνιστές, που έγραψαν το νόμο αυτό στα παλαιότερα των υποδημάτων τους, είναι και μερικοί άνθρωποι του πνεύματος, που θυμήθηκαν το επαναστατικό τους παρελθόν, αν υποθέσουμε, ότι υπήρξαν ποτέ επαναστάτες, και σήκωσαν το λάβαρο της υπέρ του ντουμανιού επανάστασης. Το γεγονός, ότι ένας διανοούμενος προτρέπει τον κόσμο να παραβεί το νομο - και δεν μιλάμε για κάποιο νόμο παλαιότερων εποχών, που προσβάλλει θεμελιώδη δικαιώματα - αποδεικνύει, ότι έχουμε τους διανοούμενους, που μας αξίζουν και ότι η πραγματική επανάσταση θα ήταν να προτρέψουν τα ίδια πρόσωπα τον υπόλοιπο κόσμο να τηρήσει το νόμο.
Ένας μηχανικός ποτέ δεν ξεκινάει την κατασκευή ενός σπιτιού από τη στέγη αλλά από τα θεμέλια. Οι σωστοί και συνειδητοποιημένοι πολίτες, λοιπόν, οφείλουν να ξεκινήσουν από την τήρηση κάποιων βασικών αρχών του δικαίου και της κοινωνικής συμβίωσης και, στη συνέχεια, να περάσουν στην υλοποίηση κάποιων περισσότερο μακροπρόθεσμων αλλαγών. Εκτός αν προτιμάμε να δαπανούμε την ενεργητικότητά μας, θεωρητικολογώντας για την επανάσταση, που πρέπει να γίνει, και αδιαφορώντας για περισσότερο χειροπιαστά και υλοποιήσιμα θέματα.

Πέμπτη 2 Δεκεμβρίου 2010

Ο Μανωλιός και τα ρούχα του

Βάζει μια σπίθα να φουντώσει και εύχεται αυτή να γίνει η καθαρτήρια φωτιά, που θα μας σώσει, δήλωσε ο κ. Μίκης Θεοδωράκης στην ομιλία του, με αφορμή την ίδρυση της ανεξάρτητης κίνησης πολιτών, που ακούει στο παραπάνω όνομα. Ακολούθησαν και άλλες δηλώσεις, από τις οποίες ο κ. Θεοδωράκης άφησε να εννοηθεί, ποιο θα είναι το ύφος της παράταξης αυτής.
Από την ανάγνωση των άρθρων, που αναφέρονται στο παραπάνω γεγονός, εύκολα μπορεί να συμπεράνει κανείς, ότι οι καταβολές του ιδρυτού της φαίνονται με γυμνό μάτι. Η αναφορά στην ανυπακοή, την οποία πρέπει να επιδείξει ο λαός απέναντι σε μια κυβέρνηση, η οποία δεν έχει την ηθική νομιμοποίηση για όσα κάνει, αλλά και η άποψη, ότι η κυβέρνηση βάζει τα συμφέροντα των Η.Π.Α. πάνω από τα συμφέροντα του ελληνικού λαού, θυμίζουν έντονα το κόμμα εκείνο, από το οποίο προέρχεται ο κ. Θεοδωράκης. Δεν είναι κακό οι πολιτικές καταβολές να επηρεάζουν τις σημερινές πολιτικές απόψεις του εκάστοτε εκφραστή αλλά η ξύλινη γλώσσα του συγκεκριμένου εκφραστή μαρτυρεί πολιτική αγκύλωση σε ένα παρελθόν γεμάτο μελανές σελίδες.
Περαιτέρω, ενθυμούμαι, ότι, όταν πρόσφατα ιδρύθηκε η "Δημοκρατική Συμμαχία" της κας. Μπακογιάννη, αναρτήθηκαν στο Διαδίκτυο αλλά και δημοσιεύθηκαν στον τύπο οι θέσεις του κόμματος αυτού. Στην περίπτωση του κ. Θεοδωράκη, όμως, δεν γνωρίζουμε, ποιές είναι το πρόγραμμά του για τη χώρα μας και πως θα αντιμετωπίσει τα προβλήματά της. Η παράθεση τσιτάτων προδίδει και πάλι τις κομματικές καταβολές του κ. Θεοδωράκη αλλά, τουλάχιστον, στο Κ.Κ.Ε. υπάρχουν απόψεις για την αντιμετώπιση ποικίλων ζητημάτων της Ελλάδος, τις οποίες συχνότατα τα στελέχη του κόμματος αυτού αναφέρουν.
Ακόμα, κακά τα ψέμματα, ένα πρόσωπο, το οποίο έχει στο παρελθόν πολιτευτεί τουλάχιστον με άλλα δύο κόμματα, τα οποία, μάλιστα, τυγχάνει να έχουν εκ διαμέτρου αντίθετες πολιτικές, αλλά και έχει εσχάτως ταυτιστεί με εθνικιστικούς και συνωμοσιολογικούς κύκλους, ελάχιστα πείθει για τη σοβαρότητα και σταθερότητά του. Δεν παραγνωρίζω ούτε τους αγώνες του κ. Θεοδωράκη για τη Δημοκρατία στην Ελλάδα αλλά δεν πρέπει και να αφήσουμε το ένδοξο παρελθόν του να σκεπάσει τα πολιτικά και ιδεολογικά του ατοπήματα.
Τέλος, ιδιαίτερα ανησυχητικό πρέπει να θεωρηθεί το γεγονός, ότι τα περισσότερα επαινετικά σχόλια για την ανωτέρω κίνησή του ο κ. Θεοδωράκης τα εξασφάλισε από ιστολόγια, όπως αυτό και αυτό. Προφανώς είναι ακόμα νωρίς να κρίνουμε τον κ. Θεοδωράκη για το εν λόγω εγχείρημά του, πλην, όμως, από ένα προσωπο, το οποίο αγωνίστηκε και διώχθηκε για τους αγώνες του για την ελευθερία, περιμένουμε να αποστασιοποιείται από φωνές, οι οποίες όχι μόνο αναπολούν τις εποχές, που αυτός εδιώκετο, αλλά και συστηματικά παραποιούν την ιστορία, ώστε να συκοφαντήσουν όσους θεωρούν εχθρούς τους.
Είναι αλήθεια, ότι υπάρχει ανάγκη να εμφανιστούν κάποιες φωνές, οι οποίες θα αφυπνίσουν τον κόσμο και θα τον εμπνεύσουν, ώστε να πάρει στα χέρια του τις τύχες αυτής της χώρας και να δώσει λύσεις στα αδιέξοδα, που αυτή αντιμετωπίζει. Φοβάμαι, όμως, ότι ο κ. Θεοδωράκης δεν έχει αυτή τη δυνατότητα, ειδικά όταν τα λεγόμενα θυμίζουν τη γνωστή παροιμία με το Μανωλιό και τα ρούχα του. Και το πολιτικό παρελθόν του, κυρίως αυτό της τελευταίας εικοσαετίας, μάλλον θα έπρεπε να τον αποθαρρύνει από το εγχείρημά του αυτο.

Τετάρτη 1 Δεκεμβρίου 2010

Με την κατάληψη δεν λύνεται κανένα πρόβλημα

Έχω πάψει να πιστεύω στο δίκαιο των καταληψιών μαθητών εδώ και καιρό.
Όσο και αν αναγνωρίζω τα προβλήματα της δημόσιας εκπαίδευσης, εντούτοις δεν μπορώ να αντιληφθώ, πως μια κατάληψη συνδέεται με το Μνημόνιο και με ποια λογική θα λυθούν τα προβλήματα της δημόσιας εκπαίδευσης με μια κατάληψη πολλώ δε μάλλον με ποια λογική πιστεύουν κάποιοι μαθητές, ότι με την κατάληψη του σχολείου τους θα καταργηθεί το Μνημόνιο. Επίσης, δεν πείθομαι, ότι οι μαθητές αυθόρμητα αποφάσισαν να καταλάβουν τα σχολεία τους. Το λεξιλόγιο των ανακοινώσεών τους όζει ξένης χειρός από χιλιόμετρα μακρυά. Η αντίληψη, ότι με μια κατάληψη θα λυθούν ή έστω θα αναδειχθούν τα πρόβλήματα της δημόσιας εκπαίδευσης δεν είναι απαραίτητα εσφαλμένη, πλην, όμως, είναι άστοχη, αφού και οι πέτρες, πλέον, γνωρίζουν, ότι με μια κατάληψη το μόνο, που επιτυγχάνεται, είναι η απώλεια διδακτικών ωρών και η διαφήμιση των απανταχού ανατροπέων, οι οποίοι στερούνται λύσεων και εν γένει προτάσεων για τη δημόσια εκπαίδευση.
Το μόνο, που μπορώ να δεχθώ, είναι, ότι το δημόσιο σχολείο ελάχιστα εμπνέει, πλέον, τους μαθητές, οι οποίοι αναζητούν αφορμή να γλυτώσουν τα μαθήματα. Αλλά με τις καταλήψεις δεν πρόκειται να καταστεί το σχολείο ελκυστικότερο. Αυτό, όμως, οφείλουν να το κατανοήσουν οι μαθητές πρώτοι και καλύτεροι.