Προφανώς και δεν είμαστε η μοναδική χώρα στον κόσμο, όπου υπάρχουν πρόσωπα με ελάχιστες ανοχές στην αντίθετη άποψη και, κυρίως, τάσεις να εμποδίζουν τις σχετικές φωνές να εκφραστούν ελεύθερα. Επειδή, όμως, αποφάσισα να ζήσω στην Ελλάδα, με ενδιαφέρει και με πονά η συμπεριφορά ορισμένων προσώπων απέναντι σε εκείνους, οι οποίοι τυγχάνει να αρθρώνουν διαφορετικό λόγο απ' ό,τι αυτοί.
Η πρόσφατη επίθεση φασιστοειδών, αγνώστων λοιπών αποχρώσεων, στη "
ΣΤΟΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ", όπου γινόταν η παρουσίαση του βιβλίου του δικηγόρου και λογοτέχνη Βασίλη Γκουρογιάννη "
ΚΟΚΚΙΝΟ ΣΤΗΝ ΠΡΑΣΙΝΗ ΓΡΑΜΜΗ" επιβεβαίωσε αυτο, που πολύς σκεπτόμενος κόσμος φοβάται, ότι, δηλαδή, πυκνώνουν τα περιστατικά βίας σε βάρος προσώπων, τα οποία διατυπώνουν απόψεις μη αποδεκτές από το ευρύτερο σύνολο. Φυσικά, η παρουσίαση αυτή διεκόπη, ενώ κάποιος ιδιαίτερα εμπνευσμένος συνέλληνας είχε την ιδέα να βιντεοσκοπήσει το περιστατικό και, στη συνέχεια, να το ανεβάσει στο Διαδίκτυο (στο ιστολόγιό του, ο κ. Σαραντάκος παραπέμπει στο σχετικό βιντεάκι, το οποίο μπορείτε να απολαύσετε στο
www.youtube.com/watch?v=GaGmMrHj9AQ και παρακαλώ δώστε προσοχή στα σχόλια, που το συνοδεύουν), το οποίο, μάλιστα, τιτλοφορεί ως "το ξεβράκωμα του Γκουρογιάννη", αποδεικνύοντας, ότι ο φασισμός ουδέποτε διακρινόταν για τη λεπτότητά του.
Ήδη το Διαδίκτυο έχει γεμίσει από διαμαρτυρίες για την εν λόγω επίθεση, πράγμα, το οποίο αποδεικνύει, ότι στους χοντρόπετσους καιρούς μας υπάρχουν άνθρωποι, που διαθέτουν αρκετές ευαισθησίες, ώστε πρόθυμα να καταδικάζουν αυτές τις πρακτικές. Και οι πρόσφατες επιθέσεις σε πρόσωπα, όπως η Σώτη Τριανταφύλλου, αποδεικνύουν ότι ως κοινωνία δεν έχουμε αποκτήσει τερατώδη ανοχή στη βία.
Μόνο που ο ξεσηκωμός και οι επικρίσεις για τις επιθέσεις αυτές δεν έχουν εκδηλωθεί, τουλάχιστον στο βαθμό, που θα έπρεπε, σε περιπτώσεις, όπου τα θύματα των επιθέσεων αυτών τυγχάνει να εντάσσονται πολιτικά στο χώρο της άκρας δεξιάς ή οι επιτιθέμενοι να ανήκουν στο χώρο της Αριστεράς. Έτσι το κάψιμο του βιβλιοπωλείου του βουλευτού του ΛΑ.Ο.Σ., κ. Άδωνη Γεωργιάδη πέρασε στα ψιλά του Διαδικτύου, η παλαιότερη επίθεση σε βάρος του πρώην υπουργού και βουλευτή του Ν.Δ., κ. Πάνου Καμμένου προ δεκαετίας, περίπου, κατά την ομιλία του σε κάποια πανεπιστημιακή σχολή αντιμετωπίστηκε είτε με σιωπή είτε με συγκεκαλυμμένους επαίνους. Τέλος, το μπουκάρισμα μελών της Πανσπουδαστικής στην αίθουσα, που μιλούσε ο εκ των συγγραφέων της "ΜΑΥΡΗΣ ΒΙΒΛΟΥ ΤΟΥ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΥ" κ. Στεφάν Κουρτουά, που είχε ως αποτέλεσμα να διακοπεί η ομιλία του εν λόγω προσώπου, επαινέθηκε από αρκετά μέλη του Κ.Κ.Ε., μιας παράταξης, η οποία έζησε αυτό τον τραμπουκισμό περισσότερο, ίσως, από οποιαδήποτε άλλη παράταξη στη νεότερη ελληνική ιστορία και υποτίθεται, ότι θα έπρεπε να διαθέτει και ανάλογες ευαισθησίες, χωρίς να αναφέρουμε την συνένοχη σιωπή αρκετών διανοητών, που ανήκουν στο χώρο της ευρύτερης Αριστεράς.
Η διαφωνία μας με μια άποψη σαφέστατα και εντάσσεται στα αναφαίρετα δικαιώματά μας, όπως αυτά έχουν διαμορφωθεί σε μια ελεύθερη κοινωνία. Κανένας δεν υποχρεούται να σιωπήσει σε μια αντίθετη προς τις πεποιθήσεις του γνώμη. Και η πολυφωνία των απόψεων καταμαρτυρεί μια πολιτισμένη και δημοκρατική κοινωνία με παιδεία ικανή.
Μπορώ να δεχθώ, ότι ως κοινωνία ούτε για την πολιτισμένη συμπεριφορά μας διακρινόμαστε ούτε για την εφαρμογή της δημοκρατίας στην καθημερινότητά μας. Όσο για το επίπεδο της παιδείας μας, εδώ ρίχνουμε άγριες τσουγκρανιές σε πολυκαιρισμένες πληγές της Ελλάδος. Αλλά τα παραπάνω πλεονεκτήματα δεν αρκούν, ώστε να δικαιολογηθεί το φαινόμενο της βίαιης διακοπής εκδηλώσεων με περιεχόμενο αντίθετο προς τις αντιλήψεις των επιτιθεμένων. Και, σε κάθε περίπτωση, δεν εξετάζω, εν προκειμένω, την απουσία παιδείας σε ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού της χώρας μας, που ως κατάσταση ευθύνεται για τις ακραίες αντιδράσεις προς ό,τι δεν ασπαζόμαστε, αλλά την επιλεκτική ευαισθησία μας στη βία, που ασκείται κατά των εκφραστών διαφόρων απόψεων. Φυσικά, δεν υιοθετώ τις απόψεις λ.χ. του κ. Γεωργιάδη ούτε μπορώ να παραγνωρίσω ορισμένες υπερβολές των συντακτών της "ΜΑΥΡΗΣ ΒΙΒΛΟΥ ΤΟΥ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΥ". Δεν αναγνωρίζω, όμως, σε κανένα το δικαίωμα να επιχειρεί να φιμώσει καθ' οιονδήποτε τρόπο τους παραπάνω κυρίους ούτε δικαιολογώ την απουσία αντιδράσεων για τις επιθέσεις αυτές αλλά και τη χλιαρότητα και απροθυμία, με την οποία καταδικάστηκαν, τελικά.
Είναι ίσως καιρός να γίνει κατανοητό, ότι η αντίδρασή μας προς αυτές τις επιθέσεις δεν πρέπει να περιορίζεται μόνο σε εκείνες, που αφορούν απόψεις κοντινές προς τις δικές μας. Διότι ο φασισμός δεν έχει χρώμα αλλά εκτείνεται σε πρόσωπα όλου του πολιτικού και ιδεολογικού φάσματος, με κοινό γνώρισμά τους την επιθυμία τους να βουλώσουν τα στόματα, που εκφράζουν απόψεις μη αρεστές σε αυτούς. Συνεπώς, αρμόζει η καταδίκη του απ' όποια ομάδα και αν προέρχεται. Η αντίθετη στάση, αυτή, δηλαδή, που επικρατεί στις μέρες μας, προδίδει αφενός επιλεκτικές ευαισθησίες και, εκ του λόγου αυτού, υποκρισία μη συνάδουσα σε υπεύθυνα πρόσωπα, αφετέρου φανερώνει τη σιωπηρή συναίνεσή μας προς αυτές τις επιθέσεις. Και μια υποκριτική άλλως επιλεκτικά ευαίσθητη κοινωνία δεν μπορεί να αποκαλείται πολιτισμένη, αφού αρνείται να καταδικάσει έστω αυτές τις λίγες καταστάσεις δε πολλώ μάλλον προλειαίνει το έδαφος για ανάλογες εκδηλώσεις βίας και κατά των λιγότερων ακραίων απόψεων, που, όμως, δεν θα αρέσουν στους πολέμιους του γούστου των τρίτων.
«Όταν ήρθαν να πάρουν τους Εβραίους,δεν διαμαρτυρήθηκα, γιατί δεν ήμουν Εβραίος.Όταν ήρθαν για τους κομμουνιστές δεν φώναξα, γιατί δεν ήμουν κομμουνιστής.Όταν κατεδίωξαν τους τσιγγάνους,ούτε τότε φώναξα, γιατί δεν ήμουν τσιγγάνος.Όταν έκλεισαν το στόμα των Ρωμαιοκαθολικών που αντιτάσσονταν στο φασισμό,δεν έκανα τίποτα γιατί δεν ήμουν καθολικός.Μετά ήρθαν να συλλάβουν εμένα,αλλά δεν υπήρχε πια κανείς να αντισταθεί μαζί μου», έγραψε πριν από αρκετά χρόνια ο Μπρεχτ. Μπορεί να απέχουμε από τις εποχές, κατά τις οποίες γράφτηκε το παραπάνω κείμενο, αλλά η ανοχή του εκφραστή της παραπάνω σκέψεως ελάχιστα διαφέρει από την απροθυμία της πλειοψηφίας να καταδικάσει όλες τις αυτές επιθέσεις. Αλλά νομίζω, ότι δεν ιδρώνει το αυτί κανενός. Ή, μάλλον, ιδρώνει αλλά επιλεκτικά.
Υ.Γ. Τελικά, ο εκφραστής της παραπάνω ρήσης λέγεται Μάρτιν Νιμέλερ, σύμφωνα με το φίλο Αμπραβανέλ. Τον ευχαριστώ θερμά για τη διόρθωση!