Δημοφιλείς αναρτήσεις

Δευτέρα 26 Ιουλίου 2010

Βιβλία : "ΣΤΑΥΡΟΦΟΡΟΙ ΧΩΡΙΣ ΣΤΑΥΡΟ", του Σταύρου Λυγερού

Στις γεωπολιτικές εξελίξεις στη Μέση Ανατολή μας μεταφέρει το βιβλίο του δημοσιογράφου της "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ" κ. Σταύρου Λυγερού με τίτλο "ΣΤΑΥΡΟΦΟΡΟΙ ΧΩΡΙΣ ΣΤΑΥΡΟ" (Εκδόσεις "ΛΙΒΑΝΗ"). Με αφορμή την εισβολή των Η.Π.Α. σε Αφγανιστάν και Ιράκ ο συγγραφέας επιχειρεί να αναλύσει και σχολιάσει τα αίτια, που ώθησαν τις Η.Π.Α. να καταφύγουν σε αυτή την τακτική, και τις αντιδράσεις, που πυροδότησε η τακτική αυτή στις εμπλακείσες χώρες.
Το βιβλίο αποτελεί μια ψύχραιμη ματιά στις εξελίξεις στην περιοχή αυτή. Εστιάζει στην αποτυχία της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής επί Τζωρτζ Μπους του νεότερου, επί των ημερών του οποίου το αυτοκρατορικό σχέδιο των Η.Π.Α. για παγίωση της παγκόσμιας κυριαρχίας τους ναυάγησε πανηγυρικά, δίδοντας την ευκαιρία σε Ρωσσία και Κίνα να κερδίσουν έδαφος στον αγώνα για την παγκόσμια επιρροή. Αποφεύγει τους εύκολους αντιαμερικανισμούς και αναλύει τα αίτια της αδυναμίας των Η.Π.Α. να ελέγξουν την περιοχή αλλά και τις συνέπειες αυτής της αδυναμίας. Παράλληλα, στέκεται περιληπτικά αλλά κατανοητά στην έκρηξη του φαινομένου της ισλαμικής τρομοκρατίας, τα αίτια, που το προκάλεσαν, αλλά και τη διαφοροποίησή του από άλλες τρομοκρατικές οργανώσεις.
Η εισβολή στο Ιράκ ενεργοποίησε και μια σειρά αντιδράσεων στις όμορες χώρες. Η Τουρκία είδε την εισβολή αυτή ως μια χρυσή ευκαιρία για μερική αναθεώρηση της εξωτερικής πολιτικής της, με δεδομένη και την επιθυμία των μετριοπαθών ισλαμιστών του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να έλθουν σε ευθεία αντιπαράθεση με την κεμαλική πεπατημένη. Το δε Ιράν, διαβλέποντας, ότι οι Η.Π.Α. δεν στέκονται και πολύ γερά στα πόδια τους στο Ιράκ, αποφάσισε να συνεχίσει την ανάπτυξη του πυρηνικού του προγράμματος, συνεχίζοντας, παράλληλα, να ενισχύει τις αποσχιστικές τάσεις των εθνικών και θρησκευτικών ομάδων του Ιράκ προς όφελός του. Τέλος, το Ισραήλ, έχοντας χάσει σημαντικό μέρος από την επιρροή του στις Η.Π.Α., συνεχίζει να συμβάλει στην επιδείνωση των σχέσεών του με τις περισσότερες ισλαμικές χώρες, καταδεικνύοντας την αδυναμία ή την απροθυμία του να ανεύρει λύσεις σε πολιτικό επίπεδο για τα προβλήματα, που το ταλανίζουν.
Η εκλογή του Μπάρακ Ομπάμα στην προεδρία των Η.Π.Α. υπήρξε καθοριστική στην επαναχάραξη της εξωτερικής πολιτικής των Η.Π.Α. Χωρίς να απαρνηθεί το δικαίωμα της χώρας του να χαρακτηρίζει χώρες ως επικίνδυνες αλλά και να εισβάλει σε κάποιες από αυτές, ο κ. Ομπάμα έθεσε ως πρωταρχικό στόχο του την εξομάλυνση των σχέσεων των Η.Π.Α. με τις μουσουλμανικές χώρες αλλά, δυστυχώς, η στάση του απέναντι στο παλαιστινιακό ζήτημα ναι μεν συνοδεύτηκε από κάποιες επικρίσεις προς την πολιτική του Ισραήλ στο θέμα αυτό αλλά επί της ουσίας απέτυχε να συμβάλει στη λύση του, χάνοντας σε σημαντικό βαθμό την όποια εκτίμηση είχε γι' αυτόν ο ισλαμικός κόσμος.
Το εν λόγω βιβλίο αποτελεί ουσιαστικά μια εισαγωγή στο πρόβλημα της Μέσης Ανατολής, όπως αυτό εμφανίζεται σήμερα. Προσφέρεται για την ανάπτυξη προβληματισμών σχετικά με την αποτυχία των Η.Π.Α. να ελέγξουν την περιοχή αλλά και την ικανότητα των χωρών της περιοχής αυτής να καρπωθούν τα όποια οφέλη από την αποτυχία αυτή. Κυρίως, όμως, αποφεύγει επιμελώς τις αντιαμερικανικές πρακτικές, που εμφανίζονται στη χώρα μας, και υιοθετεί μια άκρως ψύχραιμη και χρήσιμη στάση απέναντι σε ένα πρόβλημα, που χρόνια μετά την εμφάνισή του, συνεχίζει να υφίσταται μεταλλαγμένο αλλά άκρως επίκαιρο.

Τετάρτη 21 Ιουλίου 2010

Μια λησμονημένη επέτειος

Αύριο συμπληρώνονται 36 χρόνια από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στη χώρα μας. Είναι μια επέτειος, που οι περισσότεροι έχουν λησμονήσει. Ίσως φταίει το γεγονός, ότι δεν συνοδεύεται από κάποια αργία στο δημόσιο τομέα ή τα σχολεία, ώστε η ραστώνη, που ακολουθεί τέτοιες περιστάσεις, να θυμίζει έστω ακροθιγώς στους ωφελημένους την ύπαρξη κάποιας επετείου. Μπορεί να οφείλεται στο ότι σήμερα, μετά από 36 χρόνια, τίθεται σε αμφισβήτηση η ύπαρξη της ίδιας της Δημοκρατίας αλλά και εμφανίζονται περισσότερες φωνές, που θεωρούν, ότι τα πράγματα δεν ήταν καθόλου άσχημα επί χούντας.
Η πάροδος του χρόνου ρίχνει τη σκόνη της στην εποχή εκείνη και καθιστά δυσδιάκριτη την πραγματικότητα για όσους δεν την έζησαν και τη γνωρίζουν από διηγήσεις τρίτων αλλά και όσους έχουν κοντή μνήμη. Και σε μια χώρα, όπως η Ελλάδα, όπου η ιστορική μνήμη έχει κολλήσει σε ηρωικές στιγμές του πολύ μακρινού παρελθόντος και το σύνολο των κατοίκων της αρνούνται να διδαχθούν από τα παθήματά τους, είναι πανεύκολο να παραποιηθεί η ιστορία και να περάσει σε δεύτερη μοίρα μια σημαντική επέτειος προς όφελος όσων πιστεύουν, ότι η χώρα μας ευρίσκετο σε καλύτερη μοίρα κατά την επταετία 1967-1974. Για να μην αναφερθούμε στην παραδοσιακή αδιαφορία της πλειονότητας των Ελλήνων απέναντι σε τέτοιες αντιλήψεις.
Όσο και αν η ιστορία έχει αποδείξει, ότι η δημοκρατία είναι η καλύτερη μορφή διακυβέρνησης μιας χώρας, εντούτοις έχω ουκ ολίγες αμφιβολίες, αν ως λαός είμαστε σε θέση να εκτιμήσουμε την αξία της και να θέσουμε στο περιθώριο τις απόψεις εκείνες, που φέρουν τη δικτατορία της περιόδου 1967-1974 ως μια εποχή ευμάρειας της Ελλάδος σε κάθε επίπεδο, αλλά και τους εκφραστές της (προσοχή, δεν ζητάω την απαγόρευση της έκφρασης τέτοιως απόψεων). Και, δυστυχώς, φαίνεται, ότι τέτοια ζητήματα ουδόλως απασχολούν τους λάτρεις της κλειδαρότρυπας, των πάσης φύσεως συνωμοσιολόγων, του υπερκαταναλωτισμού και της βολής, που λέγονται συμπατριώτες μας.

Τρίτη 20 Ιουλίου 2010

Όχι και πλήγμα στη Δημοκρατία!

Ο Σωκράτης Γκόλιας υπήρξε δημιούργημα της εποχής μας. Μαθήτευσε δίπλα σε δημοσιογράφους με συζητήσιμες μεθόδους εκμαίευσης πληροφοριών και ακόμα πιο συζητήσιμο τρόπο προβολής τους, εκμεταλλευόμενος ένα μέσο, που η γενιά του γνώριζε πολύ καλύτερα από τους μέντορές του, το Διαδίκτυο, ώστε να προβάλει τις "ειδήσεις" του μέσα από το γνωστό ιστολόγιο. Ιδιαίτερη ηθική δεν απαιτείται, προκειμένου να λειτουργήσει κανείς κατ' αυτό τον τρόπο και ο κ. Γκόλιας δεν έδειξε να τη θεωρεί απαραίτητη για την εξάσκηση αυτού, που προφανώς δεν θεωρούσε ως λειτούργημά του.
Δεν έχει ιδιαίτερη σημασία να επαναλάβουμε, πόσο βλαπτικά λειτούργησε για το θεσμό των ιστολογίων το προϊόν του ανωτέρω δημοσιογράφου. Με αμφιβόλου βασιμότητος ειδήσεις, λαϊκιστικό και συχνά εμπρηστικό ύφος και με πρόσβαση στον κάθε συμπλεγματικό ανώνυμο υβριστή, το "τρωκτικό" ακολουθεί μια πεζή αντίληψη περί δημοσιογραφίας, θεωρώντας, ότι κάθε άνθρωπος μπορεί να είναι δυνάμει δημοσιογράφος και για το λόγο αυτό να αναρτά τις ειδήσεις του, χωρίς να έχει σημασία είτε η βασιμότητά τους είτε το λεξιλόγιο του επίδοξου δημοσιογράφου. Φυσικά, το αποτέλεσμα ειναι προσβάσιμο στον καθένα, όσο για την αισθητική εδώ τα λόγια περιττεύουν.
Οπωσδήποτε ακούγεται υπερβολική η διαπίστωση, ότι ο θάνατος του κ. Γκόλια αποτελεί πλήγμα για τη Δημοκρατία. Τέτοια κατάσταση θα αποτελούσε ο θάνατος κάποιου ανθρώπου, ο οποίος έχει δώσει το δικό του αγώνα για τη Δημοκρατία και έχει, μεταξύ άλλων, υπερασπιστεί το δικαίωμα στην ελεύθερη έκφραση. Και ο κ. Γκόλιας καταχράστηκε τις ελευθερίες, που προσφέρει η Δημοκρατία και μεταχειρίστηκε το δικαίωμα στην ελεύθερη έκφραση κατά τρόπο αντιδεοντολογικό και αντίθετο με τα δημοκρατικά ιδεώδη.
Σαφώς και αποτελεί πλήγμα στην πολυφωνία η δολοφονία ενός δημοσιογράφου, ακόμα και αν αυτός μετερχόταν αμφιβόλου δεοντολογίας μεθόδους. Σίγουρα και είναι άσχημη μια δολοφονία, όποιο και αν είναι το ποιον του θύματος. Όσο, όμως, και αν η πολυφωνία γεννιέται και καλλιεργείται σε δημοκρατικά καθεστώτα, εντούτοις η ύπαρξή της συχνά ευνοεί την παρουσία φωνών, που δεν τρέφουν ιδιαίτερο σεβασμό στη Δημοκρατία άλλως την εκμεταλλεύονται, ώστε να περάσουν αντιλήψεις εντελώς αντιδημοκρατικές. Και η απουσία τέτοιων φωνών δεν την πλήττει σε καμμία περίπτωση.
Κανένα τραύμα στη Δημοκρατία μας, λοιπόν, δεν προκάλεσε η δολοφονία του κ. Γκόλια, η οποία είναι καταδικαστέα σε κάθε περίπτωση. Και είναι άλλο πράγμα η καταδίκη μιας αντικειμενικά αποτρόπαιας πράξης και άλλο η μαρτυροποίηση ενός ανθρώπου στο όνομα της Δημοκρατίας, την οποία αυτός ουδόλως σεβόταν και εκτιμούσε, όσο ζούσε.

Παρασκευή 16 Ιουλίου 2010

Ελευθεροτυπία, ελευθεροστομία, αθυροστομία

Κάποτε ξεκίνησα να διαβάζω εφημερίδα, επειδή ήθελα να έχω μια κάποια ενημέρωση. Εκείνη την εποχή το Διαδίκτυο στην Ελλάδα βρισκόταν στα σπάργανα και οι εφημερίδες δεν είχαν απαξιωθεί στο σημερινό βαθμό. Η επιλογή μου να διαβάζω την "Ελευθεροτυπία" ήταν επιτυχημένη, διότι κατάφερνε σε εποχές, που η δημοσιογραφία είχε αρχίσει να πλήττεται από ευκαιριακές λύσεις, να διατηρεί ένα καλό επίπεδο, άσχετα της πιθανής διαφωνίας μου με αρκετές από τις απόψεις της. Ήταν η εποχή, που αρκετοί από την παλιά φουρνιά της εν λόγω εφημερίδας ήταν ακόμα εν ενεργεία δημοσιογράφοι και η ποιότητα της εργασίας τους ήταν ολοφάνερη.
Εδώ και λίγο καιρό, κάνουν την εμφάνισή τους στις στήλες της "Ε" κάποια σχόλια υπογεγραμμένα από κάποιον/κάποια Μ.Τ. (Μάνια Τεγοπούλου;), τύπου "φτύνεις πάνω φτύνεις τα μούτρα σου, φτύνεις κάτω, φτύνεις τ' αρχ.... σου" και ακολουθεί η υπογραφή Μ.Τ., ώστε να μην καταλείπεται καμμία αμφιβολία περί του εμπνευστή αυτού του ακαλαίσθητου γνωμικού. Τα κειμενάκια αυτά εμφανίζονται σε κάθε σημείο της εφημερίδας και αποπνέουν μια αμφιβόλου αισθητικής άποψη περί δημοσιογραφίας ερχόμενη σε απόλυτη αντίθεση με το πνεύμα μιας εφημερίδας, που δεν φημιζόταν για τις υποχωρήσεις της έναντι του κυρίαρχου στον ελληνικό τύπο ύφους.
Δεν παραγνωρίζω το δικαίωμα κάθε ανθρώπου να υιοθετεί το στυλ γραφής, που κρίνει, ότι του ταιριάζει. Όταν, όμως, εργάζεσαι σε μια εφημερίδα, η οποία έχει γράψει τη δική της ιστορία , μεταξύ άλλων, και για το ήθος της, τότε οφείλεις να ακολουθείς αυτή την προϊστορία. Αν, μάλιστα, είσαι, εξ όσων φημολογείται, η εκδότριά της, τότε η ευθύνη σου είναι διπλή, διότι παραβλέπεις εσκεμμένα την τακτική, που ακολούθησε ο προκάτοχός σου, η οποία χάρισε την αναγνωρισιμότητα στην εν λόγω εφημερίδα, και ας διαφωνούσε αρκετός κόσμος με τις τοποθετήσεις της.
Εκτός αν ο/η Μ.Τ. έχει μπερδέψει στο νου του/της την ελευθεροτυπία με την ελευθεροστομία ου μην και την αθυροστομία. Αλλά σε αυτή την περίπτωση ας είναι προετοιμασμένη να χάσει και άλλους αναγνώστες!

Τρίτη 13 Ιουλίου 2010

Επειδή δεν γνωρίζουν, πότε να αποχωρήσουν

Ήταν εκεί στη σκηνή, όπως κάνει εδώ και 40, περίπου, χρόνια, με τα γνωστά χιλιοτραγουδισμένα άσματα, που ο κόσμος έμαθε νεράκι και τραγουδάει συχνά και με κέφι ή με καψούρα. Έδινε ρέστα στην επικοινωνία της με το κοινό, αποδεικνύοντας ότι δεν την αγάπησε τυχαία ο κόσμος. Και, βέβαια, τα έδωσε όλα στη σκηνή και το κοινό κάτω της χόρευε και έκανε κέφι, χώρια που είχε γεμίσει ως και τον αγωνιστικό χώρο του γηπέδου, όπου έδινε τη συναυλία.
Όλα; Περίπου, εκτός από ένα, τη γνώριμη φωνή, που ανατρίχιαζαν όσοι την είχαν ακούσει σε κάποια θρυλικά τραγούδια της. Αυτό, που έβγαινε από το στόμα της, ήταν μια υποψία της παλιάς φωνής της, ένα απομεινάρι, που μπορεί να ακουγόταν ικανοποιητικό αλλά δεν είχε καμμία, απολύτως, σχέση με αυτό, που μάγευε παλαιότερα το κοινό. Μάταιοι λαρυγγισμοί και λοιπά φωνητικά τεχνάσματα είχαν υποκαταστήσει τη φωνάρα εκείνη, που έχει αποτυπωθεί στη μνήμη μας.
Ίσως είμαι άδικος με τη Χαρούλα Αλεξίου, η οποία έχει χαράξει τη δική της ανεξίτηλη πορεία στο ελληνικό τραγούδι πλάι σε ορισμένους από τους πιο φημισμένους τραγουδοποιούς της χώρας μας. Αλλά, εξ όσων μπόρεσα να διακρίνω, και άλλοι εκ του κοινού της φημισμένης τραγουδίστριας ένοιωσαν ανάλογα συναισθήματα στο άκουσμα αυτού, που κάποτε αποτελούσε το σήμα κατατεθέν της.
Και, δυστυχώς, δεν είναι η μόνη καλλιτέχνης, που αφήνει το μύθο της να φθαρεί κατ' αυτό τον τρόπο. Προ ενός έτους, αν δεν απατώμαι, στη σατιρική εκπομπή του κ. Λαζόπουλου "ΑΛ-ΤΣΑΝΤΙΡΙ ΝΙΟΥΖ" τραγούδησε ο κ. Νίκος Παπάζογλου, για τον οποίο περιττεύουν οι συστάσεις αλλά φοβάμαι, ότι μόνο περιττές δεν είναι οι μομφές για την εμφάνισή του αυτή, αφού, αν στην περίπτωση της κας. Αλεξίου η φωνή έχει χάσει ένα σημαντικό μέρος των δυνατοτήτων της, σε ό,τι αφορά τον κ. Παπάζογλου δεν υπήρχε καν φωνή. Σκληρή πραγματικότητα αλλά τουλάχιστον σε μένα έτσι φάνηκε. Παλαιότερα, ανάλογη βάρβαρη μεταχείριση επεφύλαξε για τον εαυτό της η μακαρίτισσα Βίκυ Μοσχολιού.
Η διάρκεια της καριέρας ενός καλλιτέχνη μπορεί να είναι μεγάλη, αν ο εν λόγω καλλιτέχνης προφυλάσσει επαρκώς τον εαυτό του από τις κακοτοπιές, που ελλοχεύουν στους καλλιτεχνικούς χώρους, καλλιεργεί το ταλέντο του και ανανεώνει ή διευρύνει το ρεπερτόριό του. Ένα σημαντικό ποσοστό των παλαιών καλλιτεχνών είχαν την πρόνοια να πράξουν τα ανωτέρω, με αποτέλεσμα να έχουν μια μακροχρόνια παρουσία στο καλλιτεχνικό στερέωμα.
Είναι, όμως, σημαντικό για ένα καλλιτέχνη να γνωρίζει, πότε πρέπει να αποχωρήσει από τη σκηνή. Κάποιοι το αντιλαμβάνονται εγκαίρως και αποχωρούν δόξη και τιμή, ενώ άλλοι συνεχίζουν να δίνουν δείγματα της τέχνης τους, ακόμα και όταν τα ταλέντο τους έχει φθαρεί, συχνά σε πολύ μεγάλο βαθμό. Εδώ έχουμε περιπτώσεις καλλιτεχνών, οι οποίοι αγνοούν την πραγματικότητα, βασιζόμενοι στο πλήθος των θεατών, που συνεχίζουν να τους χειροκροτούν κατά την παράστασή τους, παραβλέποντας σκοπίμως το παρηκμασμένο ταλέντο του ειδώλου τους. Άλλες φορές διαβάζουμε κριτικούς τέχνης να επιδαψιλεύουν τιμές σε καλλιτέχνες, των οποίων το χάρισμα έχει πια χαθεί, χαρακτηρίζοντας την παράστασή τους ως ειδική ερμηνεία και προτάσσοντας το σεβασμό στο μύθο. Εδώ η εθελοτυφλία είναι κραυγαλέα αλλά παρασύρει και το κοινό και τον καλλιτέχνη, ο οποίος πατάει στο μύθο του, ώστε να συνεχίσει τις παραστάσεις του, αγνοώντας τη φθορά του. Τα αποτελέσματα τα βλέπουμε σε καλλιτέχνες, όπως οι παραπάνω.
Γνωρίζω, ότι είναι οδυνηρό για ένα καλλιτέχνη να αναγκάζεται να εγκαταλείψει τα καλλιτεχνικά εγκόσμια, επειδή το χάρισμά του δεν είναι όπως παλιά. Είναι, όμως, προτιμότερο από το να περιφέρεται, διασύροντας τον εαυτό του και χαλώντας την εικόνα, που οι παλιότεροι είχαν γι' αυτόν, αποθαρρύνοντας και τους νεότερους να σχηματίσουν μια καλή εντύπωση. Και η κατάληξη των παραπάνω ονομάτων είναι χαρακτηριστική.

Δευτέρα 12 Ιουλίου 2010

Ξεχάστε την επανάσταση!

Ξεχάστε την επανάσταση στο ποδόσφαιρο! Ο νικητής προέρχεται και πάλι από τη γηραιά ήπειρο και αποτελεί μια από τις παραδοσιακές δυνάμεις του αθλήματος, έστω και αν δεν είχε στο παρελθόν καλή πορεία σε Μουντιάλ, αφού πάντοτε ήταν παραπάνω από υπολογίσιμος αντιπαλος. Λέγεται Ισπανία και βούλωσε όσα στόματα θεωρούσαν, ότι είναι ομάδα με νοοτροπία ηττημένου και δεν μπορεί να σταθεί με αξιώσεις σε μεγάλες διοργανώσεις. Μέσα σε δύο χρόνια έπεισε για το αντίθετο, πρώτα στο Ευρωπαϊκό Κύπελλο και τώρα στο Παγκόσμιο.
Για να κάνεις την επανάσταση στο δημοφιλέστερο των αθλημάτων χρειάζεται να διαθέτεις τη σχετική ικανότητα στον αγωνιστικό χώρο αλλά και στον πάγκο και σε επίπεδο ομοσπονδίας. Σε μια εποχή, που το πιο οργανωμένο ποδόσφαιρο παίζεται στην Ευρώπη, είναι φύσει αδύνατο στον υπόλοιπο κόσμο, υπό τις υπάρχουσες συνθήκες, να φτιαχτεί μια ομάδα ικανή να αλλάξει αυτή την κατάσταση. Δεν λείπει το ταλέντο από τις χώρες εκτός Ευρώπης, το αντίθετο συμβαίνει. Αλλά εδώ και καιρό το επιθετικό και φαντεζί ποδόσφαιρο, κυρίως αυτό, που προέρχεται από τη Λατινική Αμερική αλλά, εσχάτως, βλέπουμε και σε κάποιες αφρικανικές ομάδες (Γκάνα, Ακτή Ελεφαντοστού), έχει βρει το μάστορά του στις οργανωμένες άμυνες των ευρωπαϊκών ομάδων. Μπορεί η επίθεση να φέρνει κόσμο στα γήπεδα αλλά κανένας φίλαθλος, όσο ανιδιοτελής και αν είναι, δεν γουστάρει να βλέπει μια ομάδα να "ζωγραφίζει" στο χορτάρι αλλά να μην μπορεί να σκοράρει ή να προστατεύσει την εστία της από την οργανωμένη αντίπαλό της. Και στη Λατινική Αμερική, την πιο υπολογίσιμη ήπειρο ποδοσφαιρικά έναντι της Ευρώπης, είτε περισσεύει το ταλέντο αλλά λείπει η σωστή καθοδήγηση από τον πάγκο (Αργεντινή) είτε το ταλέντο είναι μέτριο και ο πάγκος δεν μπορεί να κάνει και πολλά γι' αυτό (Βραζιλία) ή απλά υπηρετείται πιστά το όμορφο επιθετικό ποδόσφαιρο (Μεξικό, Παραγουάη, Ουρουγουάη), χωρίς, όμως, να υπάρχει η δυνατότητα της υπέρβασης. Κυρίως, όμως, καμμία λατινοαμερικανική χώρα δεν μπορεί να βαυκαλίζεται, ότι φέρνει την επανάσταση στο ποδόσφαιρο, αφού η απουσία ξεχωριστών ταλέντων τα τελευταία χρόνια αλλά και η ανάγκη για προσαρμογή στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο έχει οδηγήσει αρκετές λατινοαμερικανικές χώρες να υιοθετήσουν το ευρωπαϊκό στυλ ποδοσφαίρου, όπου οι σκληρότερες άμυνες εξουδετερώνουν το επιθετικό ταλέντο, ενώ η δημιουργία ακαδημιών ποδοσφαίρου λειτούργησε (και) στις χώρες αυτές ως βιομηχανία παραγωγής πανομοιότυπων παικτών, οι καλύτεροι από τους οποίους παίζουν από μικροί στην Ευρώπη, οπότε οι ικανότεροι Ευρωπαίοι τους μαθαίνουν από νωρίς και γνωρίζουν, πως θα τους αντιμετωπίσουν. Με άλλα λόγια, το αυθόρμητο και χωρίς σκοπιμότητες, δήθεν, ποδόσφαιρο, που παιζόταν στις λατινοαμερικανικές φτωχογειτονιές και παραλίες έχει μπει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας και υπάρχει, πλέον, μόνο στη φαντασία όσων αναζητούν την επανάσταση εκεί, που απλά δεν υπάρχει.
Το ταλέντο δεν περισσεύει ούτε στην Ευρώπη. Εκεί, όμως, περισσεύει το χρήμα αλλά και η μεθοδικότητα στο χτίσιμο των ομάδων είτε σε εθνικό επίπεδο είτε σε συλλογικό. Τα παχιά λόγια περί επανάστασης στο ποδόσφαιρο και ανατροπής της καθεστώσας τάξης δεν έχουν πέραση και, πρωτίστως, δεν φέρνουν χρήματα στα ταμεία των ευρωπαϊκών συλλόγων και των ομοσπονδιών. Έχει αποδειχθεί, ότι η σκληρή δουλειά και η προσοχή στις λεπτομέρειες συντελούν στη δημιουργία ικανότατων ομάδων, πράγμα που συνεπάγεται περισσότερο κόσμο στα γήπεδα και στην τηλεόραση αλλά και χορηγούς, ήτοι περισσότερα κέρδη. Αφ' ης στιγμής η ΦΙΦΑ είδε την επιτυχία αυτής της συνταγής στο Τσάμπιονς Λιγκ, δεν υπήρχε λόγος να μην την ασπαστεί έως το μεδούλι. Διότι αυτή η συνταγή οδηγεί την Ευρώπη να οργανώνει προσεκτικότερα τις ομάδες της, οι οποίες, σημειωτέον, δεν παίζουν και κανένα αντιπαθητικό ποδόσφαιρο, και να κερδίζουν, πλέον, με άνεση τις ομάδες εκτός Ευρώπης.
Άφησα για το τέλος την Αφρική, διότι έχει να φάει πολλά ψωμιά, έως ότου γίνει πραγματικά ανταγωνιστική έναντι των Ευρωπαίων. Η παρουσία μιας αφρικανικής ομάδας στην οκτάδα του Μουντιάλ (Γκάνα φέτος, παλαιότερα Σενεγάλη και Καμερούν) συνιστά πρόοδο αλλά όχι επανάσταση στο ποδόσφαιρο, αφού δεν σηματοδοτεί κάποια κυριαρχία των ομάδων αυτών έναντι των ευρωπαϊκών ούτε οδηγεί στον ασπασμό του ποδοσφαιρικού ύφους τους. Και στην Αφρική λείπουν πολλά, έως ότου γίνει κάποια ποδοσφαιρική επανάσταση. Για την Ασία, ούτε λόγος! Αν η Αφρική έχει να φάει πολλά ψωμιά, η Ασία έχει να χτίσει και το φούρνο.

Πέμπτη 8 Ιουλίου 2010

Βιβλία : "Οι ουρανοξύστες της Μόσχας", του Βασίλι Αξιόνοφ

Στον καιρό λίγο πριν το θάνατο του Στάλιν μας ταξιδεύει ο Ρώσσος συγγραφέας Βασίλι Αξιόνοφ στο μυθιστόρημά του "ΟΙ ΟΥΡΑΝΟΞΥΣΤΕΣ ΤΗΣ ΜΟΣΧΑΣ" (Εκδόσεις "ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ"). Ο τρόμος των σταλινικών διώξεων δεν έχει, ακόμα, καταλαγιάσει. Τα τρομερά στελέχη των διωκτικών μηχανισμών, που έσπειρε το φόβο στην απέραντη Σοβιετική Ένωση, ζουν και βασιλεύουν. Σε ένα τεράστιο κτίριο προοριζόμενο για κατοικία των εκλεκτών του σταλινικού καθεστώτος - παραπομπή στην Πολιτειά του Πλάτωνα - εκτυλίσσονται μερικές ιστορίες ενδεικτικές της εποχής εκείνης με πρωταγωνιστές τυπικούς ήρωες της μεταπολεμικής σταλινικής Σοβιετικής Ένωσης.
Οι ήρωες του βιβλίου ζουν αποκομμένοι από τη σκληρή σοβιετική πραγματικότητα, όπως αυτή είχε διαμορφωθεί επί Στάλιν, με εξαίρεση τον αφηγητή, ο οποίος αποτελεί το άλτερ έγκο του συγγραφέα, αφού τα βιώματά τους είναι όμοια. Η πραγματικότητα μόνο ακροθιγώς αναφέρεται, αφού κανένας δεν μιλάει γι' αυτή είτε από φόβο είτε από αδιαφορία. Το φάντασμα του απόμακρου Στάλιν βασιλεύει και αποτελεί το αντικείμενο του θαυμασμού των εκλεκτών του, ενός θαυμασμού ανάμικτου με το φόβο του απρόσιτου.
Όλο το βιβλίο διατρέχει η λεπτή ειρωνεία του συγγραφέα, ο οποίος καυτηριάζει την υποτιθέμενη αφοσίωση της αφρόκρεμας του Κόμματος στο Στάλιν αλλά και την ανόητη αντιπαράθεση ανάμεσα στο Στάλιν και τον Τίτο. Οι ήρωες του βιβλίου διακατέχονται από πεζά συναισθήματα, τα οποία ουδεμία σχέση με το σοσιαλιστικό άνθρωπο, που ευαγγελιζόταν η κομμουνιστική ηγεσία, έχουν αλλά και έτσι, ακόμα, μοιάζουν να έχουν ξεπηδήσει από την πιο σκοτεινή σταλινική περίοδο και η πέννα του συγγραφέα τους ζωντανεύει με απαράμιλλο τρόπο. Με την ίδια πειστικότητα δίδονται και οι αγωνίες αλλά και τα πάθη των ανθρώπων αυτών και η διάψευση των ονείρων τους, ενώ η ηγεσία του Κόμματος ασχολείται περισσότερο με την υποτιθέμενη επίθεση του Τίτο στη χώρα χωρίς καμμία μνεία στις ανάγκες του λαού, τον οποίο υποτίθεται, ότι υπηρετεί, δίδοντας την ευκαιρία στο συγγραφέα να καταγγείλει το σταλινισμό και τα εγκλήματά του.
Δεν ειναι εύκολη υπόθεση η ανάγνωση του βιβλίου. Υπάρχουν σημεία, τα οποία απαιτούν από τον αναγνώστη να γνωρίζει τις συνθήκες της εποχής εκείνης, ενώ οι πρωταγωνιστές του βιβλίου κινούνται συχνά στη σφαίρα της φαντασίας και το πραγματικό με το φανταστικό παίζουν πονηρά παιχνίδια σε όποιον εντρυφήσει στις σελίδες του.Κάποια πρόσωπα εναλλάσσονται σε διαφορετικούς ρόλους, δίδοντας την εντύπωση, ότι περισσότερο συμβολίζουν κάποιες κατηγορίες προσώπων, που έδρασαν την εποχή του Στάλιν, και λιγότερο υπαρκτούς ήρωες.
Εν ολίγοις, το βιβλίο αυτό απαιτεί αρκετό κόπο από τον αναγνώστη, ώστε να το κατακτήσει. Το τελικό αποτέλεσμα, όμως, είναι η αποκάλυψη μιας τοιχογραφίας ενός απάνθρωπου ολοκληρωτικού καθεστώτος, οι ήρωες του οποίου, ακόμα και όντες μέλη της νομενκλατούρας, αδυνατούν ή και δεν θέλουν να πραγματώσουν τα ιδανικά του κομμουνισμού και παραμένουν δέσμιοι των ίδιων παθών, που χαρακτηρίζουν τις καπιταλιστικές κοινωνίες.

Τετάρτη 7 Ιουλίου 2010

Η επανάληψη ως μέσο συγκάλυψης του ψεύδους και ευτελισμού των προθέσεων

Η επανάληψη μπορεί να αποτελεί τη μητέρα της μάθησης. Συχνά, όμως, γίνεται όχι μόνο η αιτία της κούρασης αλλά και η μέθοδος συγκάλυψης και, ενίοτε, απόδειξης του ψεύδους.
Η τηλεόραση είναι το μέσο μετάδοσης των ειδήσεων και των εν γένει γεγονότων ανά τον κόσμο αλλά και το μέσο ευτελισμού των πάντων μέσα από την τακτική και επαναλαμβανόμενη προβολή τους.
Όταν ο κ. Λοβέρδος και η κα. Κατσέλη βγαίνουν στα Μ.Μ.Ε., επαναλαμβάνοντας είτε την αναγκαιότητα για λήψη ακόμα και των πιο σκληρών μέτρων είτε ότι δεν πρόκειται να θιγούν κεκτημένα δικαιώματα, τότε αποδεικνύουν, ότι τόσο αυτοί όσο και η κυβέρνηση δεν έχουν αντιληφθεί ούτε ότι ψεύδονται ούτε ότι ευτελίζουν τις προθέσεις τους και τους εαυτούς τους.

Δευτέρα 5 Ιουλίου 2010

Μύθοι και μύθοι

Ο Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα είναι ένας αθλητικός μύθος. Οι εμπνεύσεις του, όταν ήταν εν ενεργεία αθλητής, θύμιζαν χορευτικό υψηλής κλάσης. Η εικόνα των ζαλισμένων από τις ντρίμπλες αντιπάλων του θύμιζε την εικόνα των μεθυσμένων, που τρεκλίζουν από την υπερβολική κατανάλωση οινοπνευματωδών. Οι ομάδες, στις οποίες έπαιζε, μετατρέπονταν από ομαδούλες της σειράς ή καλούτσικες ομάδες σε ακαταμάχητα σύνολα. Και οι θεατές παρακολουθούσαν τους αγώνες του με την ίδια προσήλωση, που συναντά κανείς σε μια θεατρική παράσταση.
Τον Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα, όμως, συνοδεύει και άλλος μύθος, αυτός του αντιστασιακού παίκτη, που επαναστάτησε κατά της ΦΙΦΑ, που έκραξε το σύστημα, το οποίο κυριαρχεί στο ποδόσφαιρο, που έβαλε κατά αθλητών, όπως ο Πελέ και ο Πλατινί, που στήριζαν το κατεστημένο, και στήριξε προσωπικότητες με επαναστατικό παρελθόν, όπως ο Φιδέλ Κάστρο, αλλά και στηρίχθηκε από προσωπικότητες, όπως ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μαρκές. Και ως τέτοιος λατρεύτηκε από πολύ κόσμο και στη χώρα μας, όπου η άποψη, ότι η ταλαίπωρη από εξωτερικές παρεμβάσεις Λατινική Αμερική εκδικήθηκε με το ποδόσφαιρό της τους αλαζόνες Ευρωπαίους, είχε (και έχει) σημαντική πέραση.
Στην πραγματικότητα, πρόκειται για μαγική εικόνα. Ο Μαραντόνα ουδέποτε υπήρξε επαναστάτης. Για την ακρίβεια, μέχρι το 1991, οπότε και συνελήφθη για χρήση απαγορευμένων ουσιών, ο Μαραντόνα υπήρξε το χαϊδεμένο παιδί της ΦΙΦΑ, η οποία έβλεπε στο πρόσωπό του το νέο μεγάλο μπαλαδόρο σε μια εποχή, που οι άμυνες είχαν αρχίσει να κλείνουν επικίνδυνα σε βάρος του ελεύθερου επιθετικού ποδοσφαίρου. Και, βέβαια, έκλεινε τα μάτια του στις όποιες ακρότητες ο Μαραντόνα διέπραττε, κυρίως ως ποδοσφαιριστής της Νάπολι, ενώ ο τελευταίος πόζαρε και συνεντευξιαζόταν πρόθυμα στα έντυπα της εποχής του, ήτοι την 4ης εξουσία, που οι αυθεντικοί επαναστάτες βδελύσσονται.
Αν κάτι χαρακτηρίζει το Μαραντόνα από πλευρά χαρακτήρα, αυτό είναι η επιθυμία του να βρίσκεται στο επίκεντρο της δημοσιότητας. Μην έχοντας να αποδείξει κάτι παραπάνω ως ποδοσφαιριστής, αποφάσισε, όταν η καριέρα του πήρε την κατιούσα, να παραμείνει στην επικαιρότητα είτε εκτοξεύοντας δηλώσεις κατά της ΦΙΦΑ και των ανταγωνιστών του στο ποδόσφαιρο είτε καυγαδίζοντας με δημοσιογράφους, στους οποίους πριν την τιμωρία του εξετίθετο χωρίς ιδιαίτερους ενδοιασμούς. Τη ίδια τακτική ακολούθησε και προ του φετινού Μουντιάλ αλλά και όσο η Αργεντινή νικούσε.
Υπάρχουν, λοιπόν, πρόσωπα με μυθικές επιδόσεις και πρόσωπα, των οποίων κάποια στοιχεία είναι απλώς μύθος. Και ο Μαραντόνα έχει αποδείξει, ότι ανήκει και στις δύο κατηγορίες.

Κυριακή 4 Ιουλίου 2010

Χωρίς τίτλο και χωρίς συνέχεια

Στην ιστορία του παγκοσμίου ποδοσφαίρου υπάρχουν ομάδες, οι οποίες κατέπληξαν κατά περιόδους με την απόδοσή τους, πλην, όμως, δεν ένοιωσαν τη χαρά της κατάκτησης κάποιου Παγκοσμίου Κυπέλλου. Κάποιες εξ αυτών χάθηκαν από το χάρτη του ποδοσφαίρου, θύματα της παρακμής, που μαστίζει το ποδόσφαιρό τους (Ουγγαρία), ενώ άλλες έφταναν συχνά στην πηγή αλλά δεν έπιναν νερό.
Το φετινό Μουντιάλ μοιάζει να είναι η μεγάλη ευκαιρία για δύο ξεχωριστές ομάδες, την Ολλανδία και την Ισπανία. Την πρώτη τη χάζευε ο κόσμος τη δεκαετία του '70 με το απίστευτο ολοκληρωτικό ποδόσφαιρό της αλλά αυτή την υπεροχή δεν μπόρεσε να την εξαργυρώσει με κάποια πρωτιά, αφού το μεν 1974 η (τότε) Δυτική Γερμανία ήταν απλά καλύτερη το δε 1978 έτυχε των περιποιήσεων των Αργεντίνων σε κάθε επίπεδο και αρκέστηκε στη δεύτερη θέση. Ακολούθησε μια περίοδος ανάκαμψης, όταν η Ολλανδία κέρδισε το Ευρωπαϊκό Κύπελλο το 1988 αλλά μετά αναλώθηκε σε εσωτερικές έριδες συνεπεία του βεντετισμού, που χαρακτήριζε πολλά από τα αστέρια της, αλλά και ρατσιστικών επεισοδίων ανάμεσα σε λευκούς και έγχρωμους παίκτες της και έχασε πλείστες όσες ευκαιρίες. Τη δεύτερη τη θεωρούσαν φαβορί σε κάθε διοργάνωση, που συμμετείχε για αρκετά χρόνια, αλλά την κρίσιμη στιγμή κάτι στράβωνε και αποχαιρετούσε τη διοργάνωση, ενώ δεν έλειπαν και οι αμφιβολίες για την προθυμία των Καταλανών και Βάσκων παικτών της να αγωνιστούν με την Εθνική Ισπανίας. Φέτος δείχνει να κινείται με την κεκτημένη του νικητηρίου (πρόπερσυ) Ευρωπαϊκού Κυπέλλου και ίσως κάνει το μεγάλο βήμα.
Η Λατινική Αμερική βρέθηκε μέσα σε μια φάση μόλις με μια ομάδα. Η Αργεντινή υποτάχθηκε στις ορέξεις των Γερμανών, αποδεικνύοντας, ότι στο σύγχρονο ποδόσφαιρο δεν αρκεί να διαθέτεις ταλέντο αλλά πρέπει να διαπρέπεις και στην τακτική, και η Παραγουάη αντιστάθηκε όσο μπορούσε αλλά η Ισπανία ήταν καλύτερη. Όσο για τη Βραζιλία, αυτή πλήρωσε την εμμονή του προπονητή της να παίζει αμυντικό και συντηρητικό ποδόσφαιρο, αν και κανείς δεν εγγυάται, ότι θα πήγαινε καλύτερα, σε περίπτωση που έπαιζε πιο επιθετικά. Η Βραζιλία είναι καταδικασμένη να ακούει τα εξ αμάξης, όποια τακτική και αν ακολουθήσει, αν αυτή η τακτική δεν αποφέρει καρπούς.

Πέμπτη 1 Ιουλίου 2010

Οι πλειοδότες της ξενοφοβίας

Διαβάζω, ότι ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, κ. Σαμαράς, υπόσχεται τη σύνταξη ενός νόμου για το μεταναστευτικό, με το οποίο δεν θα πριμοδοτείται η λαθρομετανάστευση και ανατριχιάζω. Διότι γίνεται εύκολα αντιληπτό, ότι δεν αναφέρεται τόσο στους χιλιάδες συνανθρώπους μας, οι οποίοι διαβιούν στη χώρα μας στερούμενοι νομιμοποιητικών εγγράφων, αλλά στους μετανάστες από τρίτες χώρες, ήτοι εκτός Ε.Ε., οι οποίοι διαθέτουν άδεια παραμονής και επιδιώκουν, βάσει του νέου νόμου, να αποκτήσουν την ελληνική υπηκοότητα.
Προ καιρού, όταν είχε ψηφιστεί ο σχετικός νόμος, ο πρόεδρος του ΛΑ.Ο.Σ., κ. Καρατζαφέρης, είχε παρέμβει, ζητώντας αφενός να διεξαχθεί δημοψήφισμα, ώστε να φανεί, αν ο λαός δέχεται οι αλλοδαποί, που προέρχονται από χώρες εκτός Ε.Ε., μπορούν να αποκτήσουν την ελληνική υπηκοότητα, αφετέρου να αποκλειστούν από το ευεργέτημα της πολιτογράφησης, όσοι μπήκαν στην Ελλάδα από το παράθυρο. Για το πρώτο είχα σχολιάσει σχετικά στο παρελθόν, ότι δεν υπάρχει συνταγματική πρόβλεψη να ζητείται η γνώμη δια δημοψηφίσματος τρίτων προσώπων σχετικά με την απόκτηση του δικαιώματος απόκτησης ελληνικής υπηκοότητας ή ιθαγένειας. Όσο για το δεύτερο, αποτελούσε μια κουτοπόνηρη ντρίμπλα του κ. Καρατζαφέρη, ο οποίος ποντάριζε στο γεγονός, ότι η συντριπτική πλειοψηφία των εν Ελλάδι διαβιούντων αλλοδαπών από τρίτες χώρες είχε εισέλθει στη χώρα μας χωρίς τη γνωστή θεώρηση εισόδου (βίζα), ανεξάρτητα από το γεγονός, ότι είχε νομιμοποιηθεί αργότερα με νόμο.
Ο κ. Σαμαράς, βέβαια, λησμονεί, ότι επί κυβερνήσεως του κόμματός του, με τον ίδιο να νέμεται ένας άκρως νευραλγικό πόστο, ουδέν μέτρο ελήφθη, ώστε να αντιμετωπιστεί η εισροή μεταναστών, προερχομένων, κυρίως, από τις χώρες του πρώην Ανατολικού Μπλοκ, παρά ψηφίστηκε ο Ν. 1975/1991, οι προϋποθέσεις του οποίου, προκειμένου ένας αλλοδαπός να αποκτήσει άδεια παραμονής στη χώρα, ήταν τόσο δυσχερείς, που ελάχιστοι αλλοδαποί ευεργετήθηκαν από αυτόν. Λαμβανομένης, μάλιστα, υπόψη, και της πρόθεσης του κ. Καρατζαφέρη να προσεγγίσει τους δεξιότερους εκ των ψηφοφόρων της Ν.Δ., τονώνοντας τα ξενοφοβικά τους αισθήματα, ο κ. Σαμαράς δεν διστάζει να εκδηλώνει τα πλέον αντιμεταναστευτικά του συναισθήματα, ώστε να κρατήσει στο κομματικό του μαντρί τους ψηξφοφόρους του.
Σε δύσκολες εποχές, όπως είναι αυτές, που διανύουμε, τα ακροδεξιά και ρατσιστικά συναισθήματα ενός τμήματος της κοινωνίας μας, που αναζητεί εξιλαστήρια θύματα για να ξεσπάσει για την οικονομική - και όχι μόνο αυτή - οικονομική του δυσπραγία, εντείνονται. Και σε αυτούς τους φοβισμένους πολίτες ποντάρουν οι χονδρέμποροι του εθνικισμού και ρατσισμού, ώστε να αναδείξουν την πολιτική τους ανυπαρξία και να ταράξουν μια ήδη ευεπίφορη σε τέτοια κελεύσματα κοινωνία εξού και η πλειοδοσία σε ρατσιστικές εκφράσεις.
Το θέμα είναι, να μην βρουν τόσο εύφορο έδαφος στη φοβική κοινωνία μας αυτές οι αντιλήψεις ή, τουλάχιστον, να μην εξαπλωθούν, έτσι ώστε να συνιστούν κίνδυνο για τις ατομικές ελευθερίες και τη δημοκρατία.