Το ΚΚΕ υποστηρίζει, θεωρητικά τουλάχιστον, το λαό. Έχει καταψηφίσει το σύνολο των αντιλαϊκών νομοσχεδίων, που κατατίθενται προς ψήφιση στη Βουλή. Είναι το μοναδικό κόμμα, το οποίο έχει καταθέσει μια σοβαρή και εμπεριστατωμένη πρόταση για το χωρισμό Εκκλησίας και Κράτους. Στέκεται σθεναρά στο πλευρό των εργαζομένων και αγωνίζεται, ώστε να μην περικοπούν τα εργασιακά τους δικαιώματα. Ωρύεται, όταν απολύεται κόσμος από τη δουλειά του (δεν πράττει, βέβαια, το ίδιο, όταν πρόκειται για εργαζομένους στην Τυποεκδοτική ή στον «902» αλλά αυτό αποτελεί άλλο κεφάλαιο). Διαμαρτύρεται, όταν εργάτες χάνουν τη ζωή τους ή τραυματίζονται κατά την εργασία τους, συνεπεία απουσίας μέτρων ασφαλείας (και εδώ, βέβαια, έχει μια προτίμηση στις ιδιωτικές επιχειρήσεις). Γενικά, φαίνεται, ότι κρατάει αποστάσεις από το κεφάλαιο και το πολιτικό σύστημα. Πάνω κάτω την ίδια στάση κρατά και ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. αλλά και η Δημοκρατική Αριστερά.
To KKE, όπως και η ανανεωτική Αριστερά (λαμπρή εξαίρεση εδώ η Δημοκρατική Αριστερά) ανέκαθεν αρνούνταν να καταδικάσουν τη βία, όταν αυτή ξεσπούσε. Το Δεκέμβριο του 2008 η μεν παραδοσιακή Αριστερά επέρριψε ευθύνες για τις ταραχές στο κέντρο της Αθήνας σε παρακρατικούς, που επιθυμούσαν να αμαυρώσουν το κίνημα των νέων, και "καθάρισε" η δε ανανεωτική προσπάθησε να καρπωθεί οφέλη από τα γεγονότα αυτά, είτε δίνοντας ρεσιτάλ αμετροέπειας (ταυτίζοντας το νεκρό Αλέξη Γρηγορόπουλο με τον Αθανάσιο Διάκο) είτε προσπαθώντας να δικαιολογήσει την απίστευτη βία, που ασκήθηκε. Στα γεγονότα της περασμένης εβδομάδα στο Σύνταγμα, η στάση τους ήταν πανομοιότυπη. Απλά εδώ δεν υπήρχε νεκρός αλλιώς ένας Θεός ξέρει, με ποιο ιστορικό πρόσωπο θα ταυτιζόταν.
Ιστορικά, η εν Ελλάδι Αριστερά δεν δίστασε να χρησιμοποιήσει βία, προκειμένου να πετύχει τους σκοπούς της. Φυσικά, υπήρξαν και περιπτώσεις, όπου η βία αυτή χρησιμοποιήθηκε για καθαρά αμυντικούς λόγους, αν λάβει κανείς υπόψη του την αντικομμουνιστική υστερία της εποχής. Αλλά σε αυτούς δεν εντάσσονται ούτε οι δολοφονίες αντιφρονούντων διαρκούσης της Κατοχής (αρκετά κατατοπιστική η "ΟΡΘΟΚΩΣΤΑ" του κ. Βαλτινού) ούτε οι δολοφονίες της ΟΠΛΑ αργότερα στη διάρκεια των Δεκεμβριανών ούτε οι εκκενώσεις ανταρτοκρατούμενων χωριών. Επίσης, η ελληνική Αριστερά δεν είχε κανένα ενδοιασμό να διαχωρίζει τη βία σε νόμιμη και παράνομη ανάλογα με το θύτη και τους σκοπούς του. Η πρόσφατη επανασταλινοποίηση του ΚΚΕ συνοδεύτηκε από υμνητικά σχόλια για τον πατερούλη Στάλιν, του οποίου οι διωγμοί δικαιολογήθηκαν ως αναγκαίο κακό. Η ανανεωτική Αριστερά υπήρξε περισσότερο δηκτική απέναντι στην τάση του ΚΚΕ να δικαιολογεί τη βία, όταν αυτή προερχόταν από την εκάστοτε ηγεσία της ΕΣΣΔ αλλά σταδιακά υιοθέτησε και αυτή την τακτική της νόμιμης βίας είτε αυτή αφορούσε τον Τσαουσέσκου είτε αργότερα τα επεισόδια σε διάφορες πορείες, με αποκορύφωμα τα γεγονότα του Δεκεμβρίου του 2008.
Προσφάτως η βουλευτής του, κα. Λιάνα Κανέλλη, δέχθηκε επίθεση με γιαούρτια από αγανακτισμένους. Προσοχή, δεν της επιτέθηκαν πρόσωπα, που πάσχουν από την παραδοσιακή αλλεργία προς καθετί, που θυμίζει Αριστερά στην Ελλάδα, αλλά αγανακτισμένοι πολίτες. Τί και αν η κα. Κανέλλη δεν ανήκει στο κυβερνόν κόμμα; Τί και αν έχει κατακεραυνώσει επανειλημμένως την κυβερνητική πολιτική; Ως βουλευτής και πολιτικός δέχθηκε τις «περιποιήσεις» των αγανακτισμένων συμπολιτών μας, οι οποίοι έχουν βρει απάγκιο στη βία. Και μη βιαστείτε να δικαιώσετε τους αγανακτισμένους, που επιτέθηκαν σε μια ιδιοκτήτρια ενός περιοδικού, για τη διαχείριση εκ μέρους της του οποίου έχουν ακουστεί πλείστα όσα αρνητικά σχόλια. Οποιοσδήποτε βουλευτής αυτού του κόμματος και αν ήταν, θα δεχόταν την ίδια επίθεση, αφ' ης στιγμής βρέθηκε στο διάβα των αγανακτισμένων.
Το περιστατικό αυτό αποδεικνύει μια δυσάρεστη παρανυχίδα του κινήματος των αγανακτισμένων πολιτών. Οι πολιτικοί παύουν να κρίνονται ως μονάδες και γίνονται ένα αντιπαθητικό σύνολο, εναντίον του οποίου ξεσπούν αλύπητα οι οργισμένοι πολίτες. Δεν γίνεται ένας διαχωρισμός σε πολιτικούς, που προσέφεραν – υπάρχουν και τέτοιοι, για όποιον επιθυμεί να ψάξει μακρυά από συναισθηματισμούς – και πολιτικούς, που έβλαψαν τον τόπο. Όλοι είναι ίδιοι, για να θυμηθούμε την ανόητη αυτή γενίκευση, όλοι έχουν βλάψει τον τόπο – η γενίκευση καλά κρατεί – και όλοι αξίζουν το χειρότερο.
Μόνο που μέσα από αυτή τη γενίκευση διαμορφώνεται μια αντίληψη εντελώς φασιστική. Εξαλείφεται η κριτική σκέψη και προάγεται η γενίκευση και η κατηγοριοποίηση των ανθρώπων σε βλαβερούς και ωφέλιμους με βάση την ιδιότητά τους και όχι τις ικανότητές τους. Μέσα σε αυτή την κατάσταση, δεν εξετάζεται η προσφορά ή η αντίσταση ενός πολιτικού ή ενός κόμματος. Όλοι οι πολιτικοί περνούν από το μικροσκόπιο του αγανακτισμένου όχλου και όλοι βγαίνουν ελαττωματικοί με την ίδια ευκολία, που οι ναζιστές μια εποχή κατέτασσαν στους υπανθρώπους του Εβραίους με μόνο γνώμονα την καταγωγή τους. Για τους αγανακτισμένους δεν έχει καμμία σημασία, αν το ΚΚΕ (ή ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α.) αντιστάθηκε και αντιστέκεται σε επαχθή μέτρα και αντιλαϊκές πολιτικές. Εφόσον βρίσκεται στο «μπ…» τη Βουλή και απολαμβάνει και αυτό και οι βουλευτές του τα οφέλη, που προβλέπει ο νόμος, αυτό αποτελεί υπεραρκετό λόγο, ώστε να μπει στο στόχαστρο των θολωμένων μυαλών, που στα πρόσωπα των πολιτικών βλέπουν ένα στόχο προς εξόντωση. Δεν έχει καμμία σημασία, που το Ελληνικό Δημόσιο, μέρος του οποίου είναι και πάρα πολλοί εκ των αγανακτισμένων, κοστίζει πολλά περισσότερα χρήματα απ’ όσα όλοι οι βουλευτές και οι υπάλληλοι της Βουλής. Η σημερινή κατάσταση στην Ελλάδα οπλίζει το χέρι κάθε τραμπούκου και νομιμοποιεί τις επιθέσεις του κατά των πολιτικών ανεξαρτήτως της ιδεολογικής τους κατεύθυνσης.
Από την πρακτική αυτή δικαιώνεται και ο μακαρίτης ο Χαρίλαος Φλωράκης, ο οποίος έλεγε με το απαράμιλλο ύφος του «όταν κατουράς στη θάλασσα, τα βρίσκεις στο αλάτι». Με άλλα λόγια, η ελληνική Αριστερά, παραδοσιακή και ανανεωτική, λούζεται αυτή τη στιγμή τη βία, στην οποία προέτρεπε κάποτε τα μέλη της και αργότερα αρνούνταν – και αρνείται – να καταδικάσει. Η στιγμή, που η βία θα στρεφόταν και εναντίον της, ήλθε και, μάλιστα, σε μια κρίσιμη εποχή, όπου η ιδεολογία των πολιτικών δεν διαφοροποιεί τη συμπεριφορά των αγανακτισμένων απέναντί τους. Εννοείται, βέβαια, ότι δεν δικαιολογώ αυτή τη μορφή βίας και κατακρίνω κάθε μορφή της ανεξάρτητα από το φορέα ή το θύμα της. Αλλά δεν παραβλέπω, ότι η ελληνική Αριστερά έπεσε θύμα των προτροπών και των υπεκφυγών της.
Νομίζω, ότι ήλθε η ώρα, ώστε το σύνολο του πολιτικού κόσμου να καταδικάσει το φαινόμενο της βίας, ειδικά σε μια εποχή, όπου οι συνθήκες ευνοούν το ξέσπασμά της. Αρκεί να αντιληφθεί, ότι δεν έχει, πλέον, την πολυτέλεια να επικαλείται πρακτικές, οι οποίες ήδη έχουν αρχίσει να στρέφονται εναντίον του.
Προσφάτως η βουλευτής του, κα. Λιάνα Κανέλλη, δέχθηκε επίθεση με γιαούρτια από αγανακτισμένους. Προσοχή, δεν της επιτέθηκαν πρόσωπα, που πάσχουν από την παραδοσιακή αλλεργία προς καθετί, που θυμίζει Αριστερά στην Ελλάδα, αλλά αγανακτισμένοι πολίτες. Τί και αν η κα. Κανέλλη δεν ανήκει στο κυβερνόν κόμμα; Τί και αν έχει κατακεραυνώσει επανειλημμένως την κυβερνητική πολιτική; Ως βουλευτής και πολιτικός δέχθηκε τις «περιποιήσεις» των αγανακτισμένων συμπολιτών μας, οι οποίοι έχουν βρει απάγκιο στη βία. Και μη βιαστείτε να δικαιώσετε τους αγανακτισμένους, που επιτέθηκαν σε μια ιδιοκτήτρια ενός περιοδικού, για τη διαχείριση εκ μέρους της του οποίου έχουν ακουστεί πλείστα όσα αρνητικά σχόλια. Οποιοσδήποτε βουλευτής αυτού του κόμματος και αν ήταν, θα δεχόταν την ίδια επίθεση, αφ' ης στιγμής βρέθηκε στο διάβα των αγανακτισμένων.
Το περιστατικό αυτό αποδεικνύει μια δυσάρεστη παρανυχίδα του κινήματος των αγανακτισμένων πολιτών. Οι πολιτικοί παύουν να κρίνονται ως μονάδες και γίνονται ένα αντιπαθητικό σύνολο, εναντίον του οποίου ξεσπούν αλύπητα οι οργισμένοι πολίτες. Δεν γίνεται ένας διαχωρισμός σε πολιτικούς, που προσέφεραν – υπάρχουν και τέτοιοι, για όποιον επιθυμεί να ψάξει μακρυά από συναισθηματισμούς – και πολιτικούς, που έβλαψαν τον τόπο. Όλοι είναι ίδιοι, για να θυμηθούμε την ανόητη αυτή γενίκευση, όλοι έχουν βλάψει τον τόπο – η γενίκευση καλά κρατεί – και όλοι αξίζουν το χειρότερο.
Μόνο που μέσα από αυτή τη γενίκευση διαμορφώνεται μια αντίληψη εντελώς φασιστική. Εξαλείφεται η κριτική σκέψη και προάγεται η γενίκευση και η κατηγοριοποίηση των ανθρώπων σε βλαβερούς και ωφέλιμους με βάση την ιδιότητά τους και όχι τις ικανότητές τους. Μέσα σε αυτή την κατάσταση, δεν εξετάζεται η προσφορά ή η αντίσταση ενός πολιτικού ή ενός κόμματος. Όλοι οι πολιτικοί περνούν από το μικροσκόπιο του αγανακτισμένου όχλου και όλοι βγαίνουν ελαττωματικοί με την ίδια ευκολία, που οι ναζιστές μια εποχή κατέτασσαν στους υπανθρώπους του Εβραίους με μόνο γνώμονα την καταγωγή τους. Για τους αγανακτισμένους δεν έχει καμμία σημασία, αν το ΚΚΕ (ή ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α.) αντιστάθηκε και αντιστέκεται σε επαχθή μέτρα και αντιλαϊκές πολιτικές. Εφόσον βρίσκεται στο «μπ…» τη Βουλή και απολαμβάνει και αυτό και οι βουλευτές του τα οφέλη, που προβλέπει ο νόμος, αυτό αποτελεί υπεραρκετό λόγο, ώστε να μπει στο στόχαστρο των θολωμένων μυαλών, που στα πρόσωπα των πολιτικών βλέπουν ένα στόχο προς εξόντωση. Δεν έχει καμμία σημασία, που το Ελληνικό Δημόσιο, μέρος του οποίου είναι και πάρα πολλοί εκ των αγανακτισμένων, κοστίζει πολλά περισσότερα χρήματα απ’ όσα όλοι οι βουλευτές και οι υπάλληλοι της Βουλής. Η σημερινή κατάσταση στην Ελλάδα οπλίζει το χέρι κάθε τραμπούκου και νομιμοποιεί τις επιθέσεις του κατά των πολιτικών ανεξαρτήτως της ιδεολογικής τους κατεύθυνσης.
Από την πρακτική αυτή δικαιώνεται και ο μακαρίτης ο Χαρίλαος Φλωράκης, ο οποίος έλεγε με το απαράμιλλο ύφος του «όταν κατουράς στη θάλασσα, τα βρίσκεις στο αλάτι». Με άλλα λόγια, η ελληνική Αριστερά, παραδοσιακή και ανανεωτική, λούζεται αυτή τη στιγμή τη βία, στην οποία προέτρεπε κάποτε τα μέλη της και αργότερα αρνούνταν – και αρνείται – να καταδικάσει. Η στιγμή, που η βία θα στρεφόταν και εναντίον της, ήλθε και, μάλιστα, σε μια κρίσιμη εποχή, όπου η ιδεολογία των πολιτικών δεν διαφοροποιεί τη συμπεριφορά των αγανακτισμένων απέναντί τους. Εννοείται, βέβαια, ότι δεν δικαιολογώ αυτή τη μορφή βίας και κατακρίνω κάθε μορφή της ανεξάρτητα από το φορέα ή το θύμα της. Αλλά δεν παραβλέπω, ότι η ελληνική Αριστερά έπεσε θύμα των προτροπών και των υπεκφυγών της.
Νομίζω, ότι ήλθε η ώρα, ώστε το σύνολο του πολιτικού κόσμου να καταδικάσει το φαινόμενο της βίας, ειδικά σε μια εποχή, όπου οι συνθήκες ευνοούν το ξέσπασμά της. Αρκεί να αντιληφθεί, ότι δεν έχει, πλέον, την πολυτέλεια να επικαλείται πρακτικές, οι οποίες ήδη έχουν αρχίσει να στρέφονται εναντίον του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου