1943 : Ο 19χρονος αδελφός του αφηγητή-συγγραφέα στρατεύεται εθελοντικά στα Βάφεν Ες-Ες, πριν αυτά εισβάλουν στην Ουκρανία. ΤΟν Οκτώβριο του ίδιου έτους χάνει τη ζωή του στο μέτωπο. Η απώλειά του στιγματίζει την οικογένειά του και κάθε πτυχή της ζωής της περνάει από τη σκέψη, πώς θα ήταν τα πράγματα, αν αυτός ζούσε. Και ο αφηγητής-συγγραφέας αναζητεί το αληθινό πρόσωπο του χαμένου αδελφού του μέσα από το διασωθέν πολεμικό του ημερολόγιο σε μια εποχή, όπου η μεταπολεμική Γερμανία ζει μέσα στις ενοχές για τα δεινά, που προκάλεσε κατά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και προσπαθεί να ορθοποδήσει.
Ο βραβευμένος Γερμανός συγγραφέας Ούβε Τιμ με την εν μέρει αυτοβιογραφική αυτή νουβέλα αποκαλύπτει μια πτυχή της οικογένειάς του. Επιχειρεί να ανακαλύψει τον πραγματικό χαρακτήρα του Καρλ-Χάιντς, του νεκρού αδελφού του, από τον οποίο έχει ελάχιστες αναμνήσεις (σκοτώθηκε, όταν ο συγγραφέας ήταν 3 ετών). Μαζί, όμως, με την αναζήτησή του αυτή ο συγγραφέας παρουσιάζει το πρόσωπο της μεταπολεμικής Γερμανίας, μιας χώρας, που βγήκε κατεστραμμένη από το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Μέσα από την πορεία της οικογένειάς του παρουσιάζει τα αίτια, που οδήγησαν τη χώρα αυτή να εμπιστευτεί τις τύχες της στον Αδόλφο Χίτλερ και να παρασυρθεί από τα σχέδιά του. Φυσικά, ο γερμανικός λαός, η πλειοψηφία του, τουλάχιστον, που συνετάχθη με το ναζισμό, ενήργησε εν γνώσει του, καθόσον τα ιδανικά περί ανώτερης (άρειας) φυλής, που πρέσβευε ο ναζισμός, άγγιξαν πολλούς Γερμανούς. Η τελική ήττα αποτέλεσε τη μεγαλύτερη δοκιμασία για όσους Γερμανούς επέζησαν του πολέμου αυτού, αφού αναγκάστηκαν να παραδεχθούν την ήττα τους όχι μόνο στο στρατιωτικό πεδίο αλλά και στο πολιτιστικό, όπως μαρτυρεί η διαμάχη του συγγραφέα με τον πατέρα του, όταν ο τελευταίος απαγορεύει στο γιό του να φοράει μπλουτζήν. Οι ενοχές πνίγουν τη χώρα και πολλοί Γερμανοί σπεύδουν να επιρρίψουν τις ευθύνες για την ήττα στο Χίτλερ, αρνούμενοι να δεχθούν ότι γνώριζαν τι συνέβαινε (η μητέρα του συγγραφέα αναρωτιέται μεταπολεμικά τί να απέγιναν οι Εβραίοι γείτονές της).
Η οικογένεια του συγγραφέα αποτελεί τους πρωταγωνιστές, μέσα από την πορεία της ζωής των οποίων παρουσιάζεται η ζωή στη μεταπολεμική (Δυτική, πλέον) Γερμανία. Κάθε μέλος της οικογένειας του συγγραφέα φέρνει τη δοκιμασία του. Ο πατέρας βλέπει τη Γερμανία να καταρρέει και το μύθο περί ανώτερης φυλής να συντρίβεται, ενώ μεταπολεμικά συντρίβεται και το όνειρό του να αποκτήσει δική του δουλειά, αποτέλεσμα της οποία συντριβής είναι ο αλκοολισμός του. Η μητέρα αποτελεί μια φιγούρα γεμάτη εγκαρτέρηση, που δε σταματά να συμπαραστέκεται στον πατέρα, διατηρώντας ένα αξιοπρεπές πένθος για το χαμένο γιο. Και η κόρη ζει μια ζωή χωρίς έρωτα, μέχρι τα γεράματά της, οπότε και βιώνει λίγο πριν το θάνατό της τη χαρά του αισθήματος αυτού.
Ο νεκρός αδελφός αποτελεί το πρότυπο του άριου νέου, όπως των ήθελε ο ναζισμός. Ξανθός, γαλανομάτης, υπάκουος, πειθαρχημένος, φιλοπόλεμος και πιστός στα κελεύσματα του εθνικοσοσιαλισμού, στρατεύεται εθελοντικά, τρέφει περιφρόνηση για τους σλάβους, που καλείται να πολεμήσει και πεθαίνει γεμάτος πίστη για τα ιδανικά της χώρας του. Και μαζί του πεθαίνει, έστω 2, περίπου, χρόνια αργότερα και ο ναζισμός, τουλάχιστον ως κυρίαρχη στη Γερμανία ιδεολογία.
Ο συγγραφέας κινείται στα βήματα άλλων συμπατριωτών του ομοτέχνων, όπως ο Γκύντερ Γκρας και ο Μπέρνχαρντ Σλινκ, που αποτυπώνουν στα βιβλία τους τις μεταπολεμικές τύψεις της χώρας τους μέσα από τις ζωές καθημερινών ανθρώπων. Και το επιτυγχάνει με ένα μικρό αλλά περιεκτικό, λόγω της πυκνής γραφής του, βιβλίο, όπου ακόμα και η συχνή αναδρομή στο μέσο της αφήγησης δε διακόπτει τη ροή του κειμένου αλλά κατατοπίζει τον αναγνώστη για τα πάθη της μεταπολεμικής Γερμανίας και τα αίτιά τους.
Ο βραβευμένος Γερμανός συγγραφέας Ούβε Τιμ με την εν μέρει αυτοβιογραφική αυτή νουβέλα αποκαλύπτει μια πτυχή της οικογένειάς του. Επιχειρεί να ανακαλύψει τον πραγματικό χαρακτήρα του Καρλ-Χάιντς, του νεκρού αδελφού του, από τον οποίο έχει ελάχιστες αναμνήσεις (σκοτώθηκε, όταν ο συγγραφέας ήταν 3 ετών). Μαζί, όμως, με την αναζήτησή του αυτή ο συγγραφέας παρουσιάζει το πρόσωπο της μεταπολεμικής Γερμανίας, μιας χώρας, που βγήκε κατεστραμμένη από το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Μέσα από την πορεία της οικογένειάς του παρουσιάζει τα αίτια, που οδήγησαν τη χώρα αυτή να εμπιστευτεί τις τύχες της στον Αδόλφο Χίτλερ και να παρασυρθεί από τα σχέδιά του. Φυσικά, ο γερμανικός λαός, η πλειοψηφία του, τουλάχιστον, που συνετάχθη με το ναζισμό, ενήργησε εν γνώσει του, καθόσον τα ιδανικά περί ανώτερης (άρειας) φυλής, που πρέσβευε ο ναζισμός, άγγιξαν πολλούς Γερμανούς. Η τελική ήττα αποτέλεσε τη μεγαλύτερη δοκιμασία για όσους Γερμανούς επέζησαν του πολέμου αυτού, αφού αναγκάστηκαν να παραδεχθούν την ήττα τους όχι μόνο στο στρατιωτικό πεδίο αλλά και στο πολιτιστικό, όπως μαρτυρεί η διαμάχη του συγγραφέα με τον πατέρα του, όταν ο τελευταίος απαγορεύει στο γιό του να φοράει μπλουτζήν. Οι ενοχές πνίγουν τη χώρα και πολλοί Γερμανοί σπεύδουν να επιρρίψουν τις ευθύνες για την ήττα στο Χίτλερ, αρνούμενοι να δεχθούν ότι γνώριζαν τι συνέβαινε (η μητέρα του συγγραφέα αναρωτιέται μεταπολεμικά τί να απέγιναν οι Εβραίοι γείτονές της).
Η οικογένεια του συγγραφέα αποτελεί τους πρωταγωνιστές, μέσα από την πορεία της ζωής των οποίων παρουσιάζεται η ζωή στη μεταπολεμική (Δυτική, πλέον) Γερμανία. Κάθε μέλος της οικογένειας του συγγραφέα φέρνει τη δοκιμασία του. Ο πατέρας βλέπει τη Γερμανία να καταρρέει και το μύθο περί ανώτερης φυλής να συντρίβεται, ενώ μεταπολεμικά συντρίβεται και το όνειρό του να αποκτήσει δική του δουλειά, αποτέλεσμα της οποία συντριβής είναι ο αλκοολισμός του. Η μητέρα αποτελεί μια φιγούρα γεμάτη εγκαρτέρηση, που δε σταματά να συμπαραστέκεται στον πατέρα, διατηρώντας ένα αξιοπρεπές πένθος για το χαμένο γιο. Και η κόρη ζει μια ζωή χωρίς έρωτα, μέχρι τα γεράματά της, οπότε και βιώνει λίγο πριν το θάνατό της τη χαρά του αισθήματος αυτού.
Ο νεκρός αδελφός αποτελεί το πρότυπο του άριου νέου, όπως των ήθελε ο ναζισμός. Ξανθός, γαλανομάτης, υπάκουος, πειθαρχημένος, φιλοπόλεμος και πιστός στα κελεύσματα του εθνικοσοσιαλισμού, στρατεύεται εθελοντικά, τρέφει περιφρόνηση για τους σλάβους, που καλείται να πολεμήσει και πεθαίνει γεμάτος πίστη για τα ιδανικά της χώρας του. Και μαζί του πεθαίνει, έστω 2, περίπου, χρόνια αργότερα και ο ναζισμός, τουλάχιστον ως κυρίαρχη στη Γερμανία ιδεολογία.
Ο συγγραφέας κινείται στα βήματα άλλων συμπατριωτών του ομοτέχνων, όπως ο Γκύντερ Γκρας και ο Μπέρνχαρντ Σλινκ, που αποτυπώνουν στα βιβλία τους τις μεταπολεμικές τύψεις της χώρας τους μέσα από τις ζωές καθημερινών ανθρώπων. Και το επιτυγχάνει με ένα μικρό αλλά περιεκτικό, λόγω της πυκνής γραφής του, βιβλίο, όπου ακόμα και η συχνή αναδρομή στο μέσο της αφήγησης δε διακόπτει τη ροή του κειμένου αλλά κατατοπίζει τον αναγνώστη για τα πάθη της μεταπολεμικής Γερμανίας και τα αίτιά τους.
2 σχόλια:
Ενδιαφέρον ακούγεται - shall see.
Και είναι, πράγματι.
Δημοσίευση σχολίου