Μια έκθεση φωτογραφίας στη Φλωρεντία φέρνει στο νου του συγγραφέα ένα παλιό του φίλο, ο οποίος εξαφανίστηκε, χωρίς να αφήσει ίχνη. Οι αναμνήσεις από τη γνωριμία και τη φιλία του αυτή ξεχύνονται και σκιαγραφούν ένα ιδιόρρυθμο χαρακτήρα περιθωριοποιημένο λόγω μιας τεράστιας ελιάς, που είχε στο πρόσωπό του, αλλά και λόγω της εμμονής του με μια συγκεκριμένη φυλή αυτοχθόνων του Περού. Παράλληλα, ένα παράξενο πρόσωπο μονολογεί παράλληλα με το μονόλογο του συγγραφέα, αφηγούμενο ιστορίες και θρύλους της ίδιας φυλής αυτοχθόνων.
Αυτοί οι δύο παράλληλα αναπτυσσόμενοι μονόλογοι αποτελούν το βιβλίο του νομπελίστα Μάριο Βάργκας Λιόσα "Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΟΥ ΕΛΕΓΕ ΙΣΤΟΡΙΕΣ (Εκδόσεις "ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ"). Πρόκειται για δύο μονολόγους, ο ένας του συγγραφέα και ο άλλος ενός μυστηρίου προσώπου, η ταυτότητα του οποίου αποκαλύπτεται προς το τέλος του βιβλίου, το οποίο αφηγείται ιστορίες της φυλής Ματσιγκένγκα, η οποία κατοικούσε στη ζούγκλα της Αμαζονίας στο κομμάτι, που ανήκει το Περού. Από τη μια πλευρά έχουμε το μονόλογο του συγγραφέα, ο οποίος αφηγείται τη γνωριμία του με το Σαούλ Σουράτας, ένα ιδιόρρυθμο για τους παραπάνω λόγους άνθρωπο, ο οποίος μελετούσε εμβριθώς καθετί για την παραπάνω φυλή και κάποια στιγμή χάθηκε από προσώπου γης, αφήνοντας να εννοηθεί, ότι μετανάστευσε στο Ισραήλ - ήταν εβραϊκής καταγωγής - αφού πρώτα του μετέδωσε την εμμονή με τους Ματσιγκένγκα και, κυρίως, με το μυστηριώδες πρόσωπο, που αφηγείται ιστορίες σε αυτούς και το ρόλο του οποίου ο συγγραφέας προσπαθεί να κατανοήσει. Από την άλλη πλευρά, υπάρχει ένα άγνωστο, έως τις τελευταίες αράδες του βιβλίου, πρόσωπο, που γνωρίζει τους θρύλους και τις δοξασίες των Ματσιγκένγκα και τις αφηγείται. Οι δύο μονόλογοι αποκαλύπτουν το κεντρικό θέμα των πρωταγωνιστών τους, ήτοι τη φυλή των ιθαγενών, την οποία ο πρώτος προσπάθησε να κατανοήσει μέσα από τις αφηγήσεις του χαμένου φίλου του και ο δεύτερος κατανόησε και επεδίωξε να την προφυλάξει από τη διαβρωτική επιρροή του δυτικού πολιτισμού.
Ιδιαίτερες συστάσεις δεν χρειάζεται ο συγγραφέας, αφού είναι πασίγνωστος παγκοσμίως και τα βιβλία του βρίσκονται στην κορυφή των προτιμήσεων του αναγνωστικού κοινού. Η ανάγνωστη του βιβλίου του είναι πολύ ευχάριστη, αποδεικνύοντας τη μαστοριά του συγγραφέα αλλά και την πρόθεσή του να περάσει τα δικά του μηνύματα χωρίς βερμπαλισμούς και απογειώνεται ιδιαίτερα στα τελευταία κεφάλαια, όταν ο συγγραφέας ανακαλύπτει το ρόλο του αφηγητή αλλά και τα σχέδια του χαμένου φίλου του, ως, επίσης, όταν ο αφηγητής αποκαλύπτεται και συνάμα ξεφεύγει από το ρόλο του απλού εξιστορητή, περνώντας μηνύματα στους ιθαγενείς να μην απαρνηθούν τον τρόπο ζωής τους. Οι αφηγήσεις του μυστηριώδους αφηγητή είναι μαγικές και κυλούν όπως τα παραδοσιακά παραμύθια με μόνη διαφορά, ότι είναι ιδιαίτερα μακροσκελείς και πηδούν από το ένα θέμα στο άλλο, χωρίς, όμως, και έτσι, ακόμα, να κουράζουν. Ο ρόλος του Σαούλ Σουράτας, του ρομαντικού νεαρού, που ξεκινάει σπουδές στη νομική και την ανθρωπολογία, μελετάει τους Ματσιγκένγκα και έρχεται σε σύγκρουση με το σύγχρονο πολιτισμό, για να χαθεί στη συνέχεια από προσώπου γης, χωρίς να αφήσει το παραμικρό ίχνος, είναι άκρως ενδιαφέρων και συγκινητικός. Είναι ένας ιδεολόγος χωρίς φανατισμούς και εμπάθεια για το σύγχρονο κόσμο, τον οποίο απορρίπτει χωρίς να επιθυμεί την καταστροφή του. Όσο, όμως, τον βιώνει ο συγγραφέας και προσπαθεί να τον κατανοήσει, πάντα κάποιο ερώτημα απομένει αναπάντητο μέχρι λίγο πριν το τέλος του βιβλίου. Εξόχως ευρηματική είναι και η ταύτιση του εβραϊκής καταγωγής Σαούλ, μέλους ενός λαού, που περιπλανώνταν από χώρα σε χώρα για αιώνες, με το λαό των Ματσιγκένγκα, ένα λαό, που από συνήθεια περπατούσε συνέχεια, χωρίς να έχει σταθερή εστία.
Χωρίς να επιθυμεί να μειώσει το σύγχρονο πολιτισμό, ο συγγραφέας δεν διστάζει να τον κατηγορήσει, μέσα από τα λόγια του Σαούλ Σουράτας, για την καταστροφή των παραδοσιακών πολιτισμών των αυτοχθόνων. Κυρίως, στέκεται στην απώλεια της ιστορικής και συλλογικής μνήμης των αυτοχθόνων εξαιτίας της λαίλαπας του δυτικού πολιτισμού, που τους αναγκάζει να αλλάξουν τρόπο ζωής και συνήθειες. Η μνήμη του πολιτισμού των Ματσιγκένγκα είναι ο αφηγητής τους, αυτό το παράξενο πρόσωπο, το οποίο γνωρίζει την ιστορία αυτής της φυλής μέσα από τη μυθολογία και τις παραδόσεις της και τη μεταδίδει σε ένα εκστασιασμένο κοινό αυτοχθόνων μέσα από μακροσκελείς και πολύωρες αφηγήσεις, τις οποίες οι ελάχιστοι δυτικοί, που καταφέρνουν να τις βιώσουν, αδυνατούν να τις παρακολουθήσουν, αφού απουσιάζει η συνοχή του δυτικού λόγου και κυριαρχεί η μετάβαση από ένα θέμα σε κάποιο άλλο. Οι Ματσιγκένγκα του βιβλίου μοιάζουν να έχουν συνειδητοποιήσει, ότι, αν χαθεί ο αφηγητής, θα χαθεί και ο πολιτισμός τους και, παρά το γεγονός, ότι έχουν δεχθεί αρκετές επιρροές από το δυτικό πολιτισμό, εντούτοις αρνούνται να παράσχουν πληροφορίες για τον αφηγητή και το ρόλο του.
Τελικά, μοιάζει να αναρωτιέται ο συγγραφέας, αξίζει ο δυτικός πολιτισμός, αν είναι να χαθούν κάποιοι παραδοσιακοί πολιτισμοί μαζί με τους φυσικούς παραδείσους, στους οποίους γεννήθηκαν οι πολιτισμοί αυτοί; Η απάντηση του συγγραφέα είναι, ότι δεν αξίζει, αν δεν θέλουμε να μετατραπεί ένας παραδοσιακός πολιτισμός σε καρικατούρα για τους τουρίστες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου