Επί σειρά ετών, η τύχη της ελληνικής μειονότητας της Αλβανίας παρέμενε άγνωστη, αφού τα ερμητικά κλειστά σύνορα της χώρας αυτής και ο εν γένει απομονωτισμός της καθιστούσαν πάσα σχετική είδηση αδύνατη, ενώ όσα νέα περνούσαν τα σύνορα της Αλβανίας και έφταναν έως εμάς, χαρακτηρίζονταν ως αναξιόπιστα και, πάντως, αδύνατο να εξακριβωθούν. Όσα ξέρουμε για την τύχη της έγιναν γνωστά κυρίως μετά το άνοιγμα των συνόρων της γείτονος χώρας και τις αφηγήσεις των ντόπιων.
Με την τύχη της ελληνικής μειονότητας καταπιάνεται στο νέο βιβλίο του "ΣΤΗΝ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΟΧΘΗ" (Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ) ο γνωστός συγγραφέας Τηλέμαχος Κώτσιας, μέλος της ελληνικής μειονότητας της Αλβανίας. Πρωταγωνιστής είναι ο Πέτρος Χαρίσης, κάτοικος της Κατούνας, ενός χωριού, που έλαχε να βρίσκεται πάνω στα σύνορα Ελλάδος και Αλβανίας, ο οποίος επιστρέφει στο χωριό του το 1924 ύστερα από αρκετά χρόνια ξενιτιάς στην Αμερική. Εκεί αξιοποιεί την περιουσία του, κατασκευάζοντας ένα πανδοχείο, το οποίο χρησιμεύει παράλληλα και ως καφενείο και εμπορικό κατάστημα της περιοχής και σταδιακά καθίσταται το νέο κέντρο του χωριού. Η άνοδος, όμως, του Πέτρου Χαρίση θα ανακοπεί από την εγκαθίδρυση του νέου καθεστώτος και το κλείσιμο των συνόρων. Και τότε θα συνειδητοποιήσει, ότι η τύχη της ελληνικής μειονότητας βρίσκεται στα χέρια ενός απάνθρωπου καθεστώτος.
Το βιβλίο διαβάζεται απνευστί κυριολεκτικά, αφού η απλή αλλά συμπαγής και δυναμική γραφή του συγγραφέα συμπαρασέρνει τον αναγνώστη σε μια ιστορία, όπου ο αρχικός πρωταγωνιστής παραχωρεί σταδιακά τη θέση του και σε άλλα μέλη της ελληνικής μειονότητας, στα παιδιά του, κάποια εκ των οποίων ακολουθούν το σοσιαλιστικό όραμα της Αλβανίας, αγωνίζονται για το νέο καθεστώς και συντρίβονται κάτω από την αμείλικτη τακτική του, στους συνεργάτες του καθεστώτος εκείνους, οι οποίοι δίχως δισταγμούς εκτελούν ό,τι τους διατάξει η Υπηρεσία Ασφαλείας και σε άλλα πρόσωπα, ώστε οι δραματικές στιγμές, που έζησε η ελληνική μειονότητα της Αλβανίας στα χρόνια του κομμουνισμού να αποτυπωθούν ως μια γενικευμένη κατάσταση, που συμπαρέσυρε είτε ως θύτες είτε ως θύματα όλα τα μέλη της μειονότητας αυτής. Απουσιάζουν εντελώς από τους πρωταγωνιστικούς ρόλους οι Αλβανοί, αφού σκοπός του συγγραφέα είναι να εστιάσει στα δεινά της ελληνικής μειονότητας, χωρίς να υποκρύπτει αυτή η σκοπιμότητα κάποιο ρατσισμό. Φυσικά, δεν χαρίζεται σε εκείνα τα μέλη της μειονότητας αυτής, που εκμεταλλεύτηκαν το νέο καθεστώς, ώστε να αποκτήσουν δύναμη και να τη μεταχειριστούν σε βάρος όσων αντιπαθούσαν αλλά και σε εκείνα, τα οποία είδαν το σοσιαλισμό ως τη λύση στα δεινά της Αλβανίας και πάλεψαν για την οικοδόμησή του, προτού κατρακυλήσουν στη βάση του οικοδομήματος αυτού αλλά και εκτός αυτού, όταν το καθεστώς έκρινε, ότι δεν τους χρειαζόταν πλέον, αφού ,όμως, είχαν βλάψει ακόμα και τους δικούς τους ανθρώπους ή, τουλάχιστον, δεν προσπάθησαν να τους σώσουν από τα νύχια των φρουρών του σοσιαλισμού. Η χρήση του τοπικού ιδιώματος ζωντανεύει ακόμα περισσότερο τη θερμή αφήγηση και αναβιώνει με πιστότητα τις συνθήκες διαβίωσης στα χωριά των Ελλήνων της Αλβανίας από την εποχή του Μεσοπολέμου έως το 1962, σημαδιακή χρονιά, κατά την οποία ο ηγέτης της Αλβανίας, Ενβέρ Χότζα, διέκοψε τους δεσμούς του με τη Σοβιετική Ένωση και εξαπέλυσε ένα ανελέητο διωγμό κατά των αποκληθέντων ως ρεβιζιονιστών, εκείνων, δηλαδή, που συμπαθούσαν την πολιτική της Ε.Σ.Σ.Δ. Μέσα στους χαμένους αυτών των διωγμών ήταν και η ελληνική μειονότητα, την οποία συμβολίζουν τα πρόσωπα του Πέτρου Χαρίση, του παπα-Θόδωρου και του δασκάλου Βασίλη Λάππα, ο πρώτος ως το δυναμικό, αυτοδημιούργητο και αλύγιστο στοιχείο της μειονότητας, ο δεύτερος ως το πνευματικό και θρησκευτικό σύμβολο αυτής και ο τρίτος ως ο άνθρωπος, που διατηρει την ελληνική γλώσσα άσβεστη. Η τελική καταδίκη τους συμβολίζει τον τελικό παραγκωνισμό των Ελλήνων στη χοτζική Αλβανία.
Ωστόσο, ο συγγραφέας δεν προσπαθεί να αγιοποιήσει την ελληνική μειονότητα, αφού αναφέρεται ξεκάθαρα στις ακρότητες του σώματος των Ελλήνων εθελοντών, που έκαψαν αλβανικά χωριά την εποχή προ του 1ου Παγκοσμίου Πολέμου, όταν το αίτημα αυτονομίας της Βορείου Ηπείρου είχε λάβει εκρηκτικές διαστάσεις. Σκοπός του είναι να δώσει φωνή σε όσους Έλληνες επεδίωξαν να διατηρήσουν ζωντανή τη γλώσσα και τη συνείδησή τους σε μια ξένη χώρα, η οποία τους χρησιμοποίησε όσο απαιτούνταν, ώστε να παγιωθει ο σοσιαλισμός, και μετά τους κατακρήμνισε στα Τάρταρα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Δεν παραλείπει, φυσικά, να εκτοξεύσει πλείστα όσα βέλη κατά του κομμουνιστικού καθεστώτος της Αλβανίας, το οποίο υπήρξε ένα από τα πιο καταπιεστικά καθεστώτα, που γνώρισε ο 20ος αιώνας και να στηλιτεύσει τις πρακτικές του, όπως την αδυσώπητη παρακολούθηση των πάντων, την εφεύρεση εχθρών, ώστε στην αταξική κοινωνία του Ενβέρ Χότζα να διατηρείται η πάλη των τάξεων μέσα από την τιμωρία των φανταστικών πολεμίων του καθεστώτος, οι οποίοι οδηγούνταν σε δίκες-παρωδία (θυμίζει έντονα τις διαβόητες σταλινικές "Δίκες της Μόσχας") την τάση να προτιμώνται αμόρφωτοι και άξεστοι άνθρωποι για τα ανώτερα αξιώματα με μόνο προσόν τους την τυφλή υποταγή τους στα κελεύσματα του καθεστώτος και την απίστευτη βία, που υφίσταντο οι αντιδραστικοί, πραγματικοί και μη. Βέβαια, αναγνωρίζει, ότι το εν λόγω καθεστώς εξάλειψε τη ληστεία, η οποία υπήρξε μαι ανοικτή πληγή για τη χώρα επί αιώνες, αλλά και απαλλοτρίωσε τα τσιφλίκια, με σκοπό να τα καταστήσει αποδοτικά στο σύνολο αλλά η γενική στάση του απέναντι σε αυτό είναι αρνητική. Τέλος, είναι ιδιαίτερα αιχμηρός απέναντι στις παλινωδίες του ελληνικού κράτους, το οποίο προσπάθησε να εκμεταλλευτεί μεταμφυλιακά τους φυγάδες από τη βόρεια Ήπειρο, προκειμένου να πετύχει τους βραχυπρόθεσμους σκοπούς του και χωρίς να έχει πραγματική διάθεση να τους βοηθήσει.
Στη βιβλιοκριτική του "ΒΗΜΑΤΟΣ", ο συγγραφέας και δημοσιογράφος Νίκος Μπακουνάκης χαρακτηρίζει τον Τηλέμαχο Κώτσια ως τον Έλληνα Ισμαήλ Κανταρέ. Θα διαφωνήσω για τρεις λόγους. Πρώτον, η γραφή του Τηλέμαχου Κώτσια διαθέτει μια ιδιαίτερη δυναμική μέσα στην απλότητά της, η οποία, όμως, δε φτάνει την ένταση της γραφής του Κανταρέ, ο οποίος δείχνει να ισορροπεί ανάμεσα στον απλό και τον έντονα λογοτεχνικό λόγο, χωρίς να καταφεύγει είτε στον ένα είτε στον άλλο. Δεύτερον, ο Ισμαήλ Κανταρέ αποφεύγει τις ευθείες βολές κατά του κομμουνιστικού καθεστώτος και αρκείται, κυρίως στα βιβλία, που έγραψε μετά την πτώση του καθεστώτος, να υπαινίσσεται τα μειονεκτήματα αυτού, ενώ ο Τηλέμαχος Κώτσιας στρέφεται ανοικτά ενάντια στο καθεστώς αυτό με μια ένταση, η οποία αποδίδεται πολύ σκληρά και χωρίς υπονοούμενα, έχοντας το πλεονέκτημα ότι γράφει αρκετά χρόνια μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού στην Αλβανία. Και τρίτον, ειλικρινά με στενοχωρεί η τάση μας να αναζητούμε τον Έλληνα Κανταρέ ή την Ελληνίδα Γιέλινεκ - τυχαία τα παραδείγματα - , ως εάν να εξέλιπαν οι σπουδαίες πένες της εγχώριας λογοτεχνίας. Συμφωνώ, ότι σήμερα η Ελλάδα στερείται ενός λογοτεχνικού μεγέθους, τύπου Κανταρέ ή Γιέλινεκ αλλά αυτό δεν αποτελεί λόγο να βαφτίζουμε τους αξιότερους λογοτέχνες μας ως ανωτέρω. Ο Τηλέμαχος Κώτσιας είναι ο Τηλέμαχος Κώτσιας και ως τέτοια οντότητα πρέπει να αναγνωρίζεται.
Υπήρχαν στιγμές, που η ανάγνωση του εν λόγω βιβλίου μου θύμιζε τους "ΑΓΡΙΟΚΥΚΝΟΥΣ" της Γιούνγκ Τσάνγκ, ίσως επειδή και οι δύο ιστορίες διαδραματίζονται σε χώρες, όπου επεκράτησε ο κομμουνισμός με τεράστιες συνέπειες στις ζωές των κατοίκων τους. Διαθέτει, όμως, τη δική του δυναμική και γοητεία, με μια αφήγηση, που αιχμαλωτίζει την προσοχή του αναγνώστη και, κυρίως, μένει μακρυά από εθνικιστικές κορώνες. Ο υποφαινόμενος πλήρωσε τη γοητεία, που του άσκησε το εν λόγω βιβλίο με ορισμένα ξενύχτια. Αξίζει να το ανακαλύψετε.
3 σχόλια:
θα σου κάνω αναπαραγωγή στο φέισμπουκ.
Μου αρέσουν οι βιβλιοπαρουσιάσεις σου. Είναι απλές, αναλυτικές και κατανοητές, μέσα στην πραγματικότητα και τις ανάγκες μας. Νομίζω ότι κάποιον αναγνώστη θα τσιμπίσουν στη σούπα "φέισμπουκ"
@ pellegrina
Σ' ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια! Μπορείς ελεύθερα να τις αναπαραγάγεις στο φατσοβιβλίο.
Το βιβλιοπωλείο «χωρίς όνομα», σας προσκαλεί στην παρουσίαση των συγγραφέων Ελένης Τσαμαδού και Τηλέμαχου Κώτσια, οι οποίοι θα παρουσιάσουν τα βιβλία τους και θα συζητήσουν με το κοινό.
Η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί την Τετάρτη 9 Δεκεμβρίου, στις 7.30 το απόγευμα στο πνευματικό κέντρο του Ι.Ν. Φανερωμένης Χολαργού.
Το βιβλιοπωλείο «χωρίς όνομα», σας προσκαλεί στην
παρουσίαση του Σαράντου Καργάκου με αφορμή την κυκλοφορία του νέου βιβλίου του με τίτλο «Κ. Π. ΚΑΒΑΦΗΣ Η νεώτερη Αιγυπτιακή σφίγγα» και στην συζήτηση που θα ακολουθήσει.
Η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί την Τετάρτη 16 Δεκεμβρίου, στις 7.30 το απόγευμα στο πνευματικό κέντρο πνευματικό κέντρο του Ι.Ν. Φανερωμένης Χολαργού.
βιβλιοπωλείο «χωρίς όνομα»
Φανερωμένης 8, Χολαργός
Ε΄στάση Χολαργού στη λ. Μεσογείων
Ηλεκτρ.διεύθ. nonamebk@acci.gr ή ενημερωθείτε μέσω του διαδικτύου στην ηλεκτρονική σελίδα http://papaleonidasdimitris.wordpress.com
Δημοσίευση σχολίου