Μια φορά και έναν καιρό, υπήρχαν κάποια πρόσωπα, που γεννήθηκαν στην Ελλάδα. Οι οικογένειές τους ήταν πάμφτωχες και η εξασφάλιση του επιουσίου τους όχι δεδομένη. Ζούσαν μέσα στη στέρηση και αρκετά χρόνια αργότερα παινεύονταν, ότι ο χαρακτήρας τους σμιλεύτηκε από τις καταστάσεις αυτές.
Κάποια στιγμή έδειξαν κάποια κλίση σε κάποιο τομέα. Άλλος είχε καταπληκτική φωνή, άλλος έπαιζε μπουζούκι με δεξιοτεχνία και άλλος έκλεβε την παράσταση στις θεατρικές παραστάσεις του σχολείου του. Κάπως έτσι άρχισαν να ξεχωρίζουν από το σωρό των ταλαίπωρων συμπατριωτών τους. Οι στερήσεις δεν είχαν, βέβαια, σταματήσει αλλά, τουλάχιστον, είχαν μια κάποια αναγνώριση στη μικρή κοινωνία τους.
Τότε τους είδε κάποιος, που είχε προσβάσεις στη βιομηχανία θεάματος, όπως, τέλος πάντων, αυτή είχε εκείνα τα χρόνια. Τους εκτίμησε και τους προώθησε, ανιδιοτελώς με κάποιο προσωπικό όφελος λίγη σημασία έχει. Φυσικά, το ξεκίνημά τους ήταν σκληρό και ο κόσμος του θεάματος αδυσώπητος, όπως, άλλωστε, και στις μέρες μας. Και ένας ταλαντούχος πιτσιρικάς αποτελεί το χειρότερο εχθρό του καταξιωμένου καλλιτέχνη. Όμως οι νεαροί/νεαρές είχαν μπει αποφασισμένοι να παλέψουν για να βελτιώσουν τη ζωή τους αλλά και τη ζωή της οικογένειάς τους. Τώρα ο επιούσιος εξακολουθούσε να είναι φτωχικός αλλά ήταν, τουλάχιστον, δεδομένος και η αναγνωρισιμότητα των φίλων μας ειχε αρχίσει να ξεπερνάει τα σύνορα της γειτονιάς/ενορίας/χωριού τους.
Κάποια στιγμή, τα περι ων ο λόγος η παρούσα ανάρτηση πρόσωπα ανήλθαν στις κορυφές της βιομηχανίας θεάματος. Τί σπουδαίες ερμηνείες, τί συγκλονιστικές στιγμές, τί συγκίνηση του κοινού, που έβλεπε πρόσωπα, που αποτελούσαν σάρξ εκ της σαρκός του, ανθρώπους, που, μέχρι πρότινος, στερούνταν μαζί του τα χρειώδη για την επιβίωσή τους, να μαγεύουν τα πλήθη με το ταλέντο τους και να παρασύρουν μακρυά από την κακοδαιμονία του. Τώρα ο επιούσιος όχι μόνο ήταν δεδομένος αλλά και πλουσιοπάροχος σε σχέση με τα κρατούντα τότε στην Ελλάδα μας.
Ύστερα, ήλθε η στιγμή, που οι φίλοι/φίλες μας άρχισαν να χάνουν το μέτρο. Πλέον η αναγνωρισιμότητά τους ήταν τέτοια, που είχε αρχίσει να ξεπερνάει τα σύνορα της χώρας μας. Βέβαια, και έξω από αυτή Έλληνες τους παρακολουθούσαν και θαύμαζαν αλλά αυτό μικρή σημασία έχει. Τα χρήματα έρρεαν ποτάμι από τις τσέπες τους. Και τότε το μυαλό τους άρχισε να παίρνει ανάποδες στροφές. Σκέφτηκαν, λοιπόν, ότι, αφού είχαν κερδίσει αρκετά χρήματα, θα μπορούσαν να κερδίσουν ακόμα περισσότερα. Πλέον οι ταπεινές συνθήκες ζωής αποτελούσαν παρελθόν αλλά κυριαρχούσε ο ταπεινός τρόπος σκέψης. Αυτό, όμως, έπαιζε ελάχιστο ρόλο για τους ορκισμένους φίλους τους.
Έτσι, τα πρόσωπα αυτά άρχισαν να παρανομούν ποικιλοτρόπως. Άλλος έπαυσε να δηλώνει τα εισοδήματά τους στην εφορία ή δήλωνε καταφανώς λιγότερα από αυτά, που αποκέρδαινε, άλλος έχτιζε ανερυθρίαστα το αυθαίρετό του μέσα στο δάσος ή πάνω στον αιγιαλό ή, εν πάσει περιπτώσει, εκεί, που δεν έπρεπε να το χτίσει και καθ' υπέρβασιν της οικοδομικής αδείας κ.λπ. κ.λπ. κ.λπ. Κανένας δεν ασχολούνταν με τις παρανομίες αυτές, αφού στη χώρα μας τα πρόσωπα αυτά είχαν μετατρέψει το θαυμασμό του κοινού τους σε μέσο για τη διάπραξη των ανομιών τους και άσυλο, ώστε να μένουν στο απυρόβλητο της κοινής γνώμης και του νόμου. Άλλωστε, συχνά και οι ίδιοι οι κρατικοί ελεγκτές των παρατυπιών αυτών δήλωναν θαυμαστές των εν λόγω προσώπων, οπότε τους έκαναν το χατίρι να κάνουν τα στραβά μάτια, ενίοτε με ένα γερό μπαξίσι. Και αλλοίμονο σε εκείνο τον ασεβή, που τολμούσε να τους κατακρίνει. Την άμυνα των προσώπων αυτών ανελάμβαναν οι πιστοί τους, οι οποίοι κατακεραύνωναν τουν επικριτή του θεού τους. Τον χαρακτήριζαν ως ζηλιάρη, που δεν αντέχει την επιτυχία του Χ καλλιτέχνη, ανιστόρητο και αχάριστο, που δεν βλέπει τις διακρίσεις, που αυτός ο Χ έχει χαρίσει στην Ελλάδα και άλλα συναφή φαιδρά. Κάποτε επετίθετο και ο Χ στους τιμητές του, δηλώνοντας, ότι είναι απαράδεκτο η χώρα του, που μονίμως τον κυνηγάει, να τον ψέγει για το σπίτι του, όταν σε άλλη χώρα της Μεσογείου το σπίτι μιας συναδέλφου του είχε μετατραπεί σε μουσείο, ως ελάχιστη ένδειξη τιμής προς αυτή. Η λεπτομέρεια, όμως, που ο εν λόγω διαμαρτυρόμενος κύριος είχε καταπιεί, ήταν, ότι η οικία του ενέπιπτε στη νομοθεσία περι αυθαιρέτων κτισμάτων. Είπαμε, όμως, το εν λόγω πρόσωπο ευρίσκετο στο απυρόβλητο.
Μέχρι που κάποια στιγμή έσκασε η βόμβα με ένα από αυτά τα θαυμαστά πρόσωπα. Ο κύριος αυτός κατηγορείται για φοροδιαφυγή, ύψους καμπόσων εκατομμυρίων ευρώ, καθόσον επί 17 συναπτά έτη δεν έκρινε σωστό να υποβάλει φορολογική δήλωση. Και, δυστυχώς, δεν είναι ο μόνος, απλά έτυχε να είναι παντρεμένος με βουλευτίνα και μέλος, μέχρι πριν μερικά 24ωρα, της νυν κυβέρνησης της Ελλάδος. Και πόσα, ακόμα, από τα πρόσωπα του συναφιού του είχαν την ίδια ροπή με αυτόν, κανένας δεν ξέρει με ακρίβεια. Πάντως, ο παραπάνω καθ' έξιν φοροφυγάς δεν έπεσε από τον Άρη.
Τους ανθρώπους αυτούς τους λένε λαϊκά είδωλα. Ίσως επειδή έχουν ακριβώς τις ίδιες αδυναμίες με τους θαυμαστές τους και, μάλιστα, στη νιοστή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου