Δημοφιλείς αναρτήσεις

Δευτέρα 29 Αυγούστου 2011

Η συγγραφή ενός ιστορικού μυθιστορήματος περιέχει αρκετούς κινδύνους. Αφενός ο συγγραφέας πρέπει να συλλέξει το ιστορικό υλικό για το θέμα, που θα πραγματευτεί, να το ξεσκαρτάρει και να κρατήσει εκείνο, που ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και τη δική του οπτική, αν λάβουμε υπόψη, ότι υπάρχουν ιστορικά ζητήματα με περισσότερες της μιας ερμημείες. Αφετέρου, οφείλει να εντάξει τον ήρωά του ή τους ήρωές του στην ιστορία αυτή, διατηρώντας τις ιστορικές ισορροπίες. Φυσικά, υπάρχει και η δυνατότητα να παρακάμψει αυτές τις υποχρεώσεις και να διαπραγματευτεί ελεύθερα το θέμα του, χωρίς να δεσμεύεται από τα ιστορικά δεδομένα.


Ο κ. Μάνος Ελευθερίου επέλεξε να μείνει πιστός στα ιστορικά δεδομένα και, μάλιστα, από τη σκοπιά του ανθρώπου, που θεωρεί, ότι η εκτέλεση της ηθοποιού Ελένης Παπαδάκη κατά τα Δεκεμβριανά (1944) υπαγορεύτηκε από ταπεινά ελατήρια συναδέλφων της, οι οποίοι πρόθυμα την κατέδωσαν στο Ε.Α.Μ. Συνέλεξε, λοιπόν, ένα τεράστιο όγκο πληροφοριών και επέλεξε ως πρωταγωνιστή ένα νεαρό σχετικά πρόσωπο, το οποίο αναζητεί την αλήθεια για το θάνατο της σπουδαίας αυτής ηθοποιού. Παράλληλα με την αναζήτησή του αυτή, εξελίσσεται η ιστορία της ηθοποιού, η οποία υποτίθεται, ότι επέζησε από το εκτελεστικό απόσπασμα, επειδή ως πτώμα της αναγνωρίστηκε αυτό μιας άλλης γυναίκας. Το αποτέλεσμα ήταν το βιβλίο "Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΠΕΘΑΝΕ ΔΥΟ ΦΟΡΕΣ" (Εκδόσεις "ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ"), το οποίο, αν δεν απατώμαι, έλαβε κάποιο κρατικό βραβείο και πούλησε πάνω από 40.000 αντίτυπα, αριθμός διόλου ευκαταφρόνητος για τα ελληνικά δεδομένα.


Περίμενα, ότι ο εν λόγω συγγραφέας, ο οποίος και πολύ καλός γνώστης της ιστορίας του νεοελληνικού θεάτρου είναι και συγγραφικό ταλέντο διαθέτει, θα έδινε μια συναρπαστική ιστορία. Αντ' αυτού, όμως, διάβασα δύο παράλληλες ιστορίες, αυτή του πρωταγωνιστή, που αναζητεί την αλήθεια γύρω από το θάνατο της ηθοποιού, και της ηθοποιού, η οποία παρατηρεί τις εξελίξεις. Ενδιάμεσα παρεμβάλλονται κάποιοι μονόλογοι, οι οποίοι απλά κουράζουν με τη μονοτονία τους. Και, δυστυχώς, δεν είναι μόνο το υποκειμενικό θέμα της βαρεμάρας, η οποία με κατέλαβε από τις πρώτες κιόλας σελίδες. Το όλο εγχείρημα φαίνεται, ότι πλακώθηκε από τον όγκο των ιστορικών δεδομένων, σε βαθμό ώστε οι χαρακτήρες και η πλοκή του βιβλίου να περνούν σε δεύτερη μοίρα. Οι ιστορικές πληροφορίες είναι τόσες, που πνίγουν τον αναγνώστη και υπερτερούν δραματικά έναντι του στοιχείου της μυθοπλασίας, σε βαθμό που κουράζει. Οι διάλογοι μεταξύ των πρωταγωνιστών είναι εντελώς μονότονοι και στο τέλος δεν οδηγούν πουθενά και αφήνουν τον αναγνώστη αμήχανο.


Τί ήθελε να πει ο συγγραφέας με το μέτριο αυτό βιβλίο, αναρωτιόμουν. Ακόμα αναζητώ μια απάντηση, όπως και αναρωτιέμαι, αν ήταν, πράγματι, τόσο χειρότερα τα βιβλία, που δεν βραβεύτηκαν έναντι του συγκεκριμένου. Πέρα από αυτά, όμως, αν το βιβλίο οδηγεί σε αδιέξοδο και, επιπλέον, δεν διεκδικεί δάφνες για τη λογοτεχνική του αξία, τότε πολύ απλά μάλλον πρέπει να το προσπεράσουμε.

Δεν υπάρχουν σχόλια: