Στις 4 και 5 Απριλίου έλαβε χώρα, υπό την αιγίδα του Μουσείου Μπενάκη, ένα συνέδριο με αφορμή τη συμπλήρωση 100 ετών από τη γέννηση του Δημητρίου Ροδόπουλου, λογοτέχνη, ο οποίος έμεινε στην ιστορία με το ψευδώνυμο Μ. Καραγάτσης. Ήταν η καλύτερη δυνατή στιγμή για να λάβει χώρα το συνέδριο αυτό, διότι, πέρα από την επέτειο αυτή, οι πωλήσεις των βιβλίων του ανωτέρω συγγραφέα εξακολουθούν να επανεκδίδονται, άρα και να διαβάζονται από το αναγνωστικό κοινό της χώρας μας, το Ε.ΚΕ.ΒΙ. εγκαινίασε σειρά εκδηλώσεων για την προβολή του έργου του, ενώ είδαμε τη μεταφορά δύο εκ των σπουδαιότερων έργων του, ήτοι του "ΓΙΟΥΓΚΕΡΜΑΝ"και του "ΔΕΚΑ" στην τηλεόραση. Η αλήθεια είναι ότι προ 30ετίας ο "ΓΙΟΥΓΚΕΡΜΑΝ" ειχε μεταφερθεί για πρώτη φορά στην ελληνική τηλεόραση με σημαντική επιτυχία, ενώ η τωρινή προσπάθεια δεν είχε αίσιο τέλος. Ας είναι, άποψή μου είναι ότι η αποτυχία της εν λόγω τηλεοπτικής μεταφοράς δεν έχει να κάνει με την αδιαμφισβήτητη αξία του Μ. Καραγάτση.
Αξία είπατε; Πώς συμβαδίζει η αξία ενός έργου με τη λογοτεχνία ενός ανθρώπου, η οποία ( η λογοτεχνία, ενοείται) δεν ήταν παρά μια βιτρίνα για την προπαγάνδιση βαθιά αντιδραστικών ιδεών; Πώς είναι δυνατό να επαινούμε τη λογοτεχνική προσφορά ενός συγγραφέα, ο οποίος στο μυθιστόρημα "ΟΙ ΛΗΣΤΑΙ ΣΤΑ ΠΡΟΘΥΡΑ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ", το οποίο δημοσιεύθηκε σε συνέχειες στη "ΒΡΑΔΥΝΗ" το 1952, αναφερόμενος στο περιβόητο επεισόδιο στο Δήλεσι, όταν ληστές απήγαγαν άγγλους περιήγητές, ομιλεί περί δραστικών μέτρων, τα οποία οι εφημερίδες της εποχής εκείνης (των γεγονότων στο Δήλεσι) ζητούσαν να ληφθούν σε βάρος των ληστών, υπαινισσόμενος ότι παρόμοια μέτρα θα έπρεπε να ληφθούν κατά των ηττημένων αριστερών; Μιλάμε, άλλωστε, για την εποχή μετά το τέλος του Εμφυλίου Πολέμου, όταν ο Πλαστήρας από τη θέση του Πρωθυπουργού επιχειρούσε να βάλει τέλος στο διχασμό, που είχε σύρει την Ελλάδα σε ένα αιματηρό Εμφύλιο Πόλεμο, πλην, όμως, λογάριαζε χωρίς τους νικητές δεξιούς, που ήθελαν τα σκληρότερα δυνατά μέτρα σε βάρος των αριστερών. Πώς, τέλος, είναι δυνατό να επανεκδίδεται το έργο ενός λογοτέχνη, ο οποίος στην προσπάθειά του να σατυρίσει την τραγελαφική πραγματικότητα, στην οποία ζουν οι ήρωές του, κατέφυγε σε υπεραπλουστευτικές σχηματοποιήσεις, με σκοπό να ερεθίσει το αγοραίο μαζικό γούστο, με τον ίδιο τρόπο, που σήμερα, τα ευτελέστατα προϊόντα του πνευματικού λαϊκισμού γνωρίζουνε μεγάλη εμπορική επιτυχία;
Οι παραπάνω απόψεις ακούστηκαν στο παραπάνω συνέδριο και, με εξαίρεση την τελευταία, εστιάζουν περισσότερο στο χαρακτήρα του Μ. Καραγάτση και λιγότερο στην ποιότητα της πεζογραφίας του. Διότι σε τί, άραγε, επηρεάζει τη λογοτεχνία του Μ. Καραγάτση η άποψη του Στ. Τσίρκα ότι στον "ΚΟΤΖΑΜΠΑΣΗ ΤΟΥ ΚΑΣΤΡΟΠΥΡΓΟΥ" κυριαρχεί μια κοσμοθεωρία, δήθεν, χιτλερικής μορφής; Πώς επηρεάζει το αναγνωστικό κοινό, που γυρεύει την απόλαυση μέσα από τις σελίδες του "ΔΕΚΑ" το γεγονός ότι απουσιάζουν από τις σελίδες του τα μέλη της εργατικής τάξης; (ως εάν να ήταν απαραίτητο σε κάθε λαϊκή πολυκατοικία της δεκαετίας του '50 στον Πειραιά να κατοικεί και μια οικογένεια εργατών, τη στιγμή, μάλιστα, που η ανέχεια πολλών από τους κατοίκους του κτιρίου, όπου διαδραματίζεται η πλοκή, είναι φανερή, όπως των Παντοφλάδων, και θυμίζει αυτή των οικογενειών της εργατικής τάξης).
Προσωπικά, θεωρώ ότι η κριτική περισσότερο στις απόψεις ενός συγγραφέα και λιγότερο στην αξία του έργου του, π.χ. στη σύνθεση των χαρακτήρων, στην αφηγηματική δύναμη του έργου του, στην αξιοποίηση των ιστορικών στοιχείων, που αφορούν τις εποχές, κατά τις οποίες εκτυλίσσεται η πλοκή του έργου του κ.λπ., θυμίζει λιγάκι μια προσπάθεια να χτυπηθεί ένας λογοτέχνης για τις αντιλήψεις του. Δέχομαι ότι πάσα κριτική είναι δεκτή. Όμως δεν μπορώ να δεχθώ εύκολα μια κριτική, η οποία αφορά τις πολιτικές ή προσωπικές ιδέες ενός ανθρώπου του πνεύματος και όχι στις πνευματικές του αρετές.
Ας σκεφτούμε, για παράδειγμα ποια θα ήταν η τύχη π.χ. του Γιάννη Ρίτσου, εάν τον κρίναμε βάσει των πολιτικών πεποιθήσεών του και όσων έγραψε με βάση αυτές. Η "ΣΟΝΑΤΑ ΤΟΥ ΣΕΛΗΝΟΦΩΤΟΣ" θα κατέληγε στο περιθώριο και θα προβάλλονταν οι στίχοι με το Στάλιν, που φυσάει τη φωτιά κάτω από το τσουκάλι, για να μη σβήσει! Πώς θα κρίναμε την ποίηση του Έζρα Πάουντ, αν στεκόμαστε μόνο και μόνο στους επαίνους του προς το φασιστικό καθεστώς του Μουσσολίνι; Ή, για να δούμε και κάποια πρόσφατη περίπτωση της ημεδαπής, μπορούμε να στρέψουμε την πλάτη μας στο σπουδαίο έργο του Μίκη Θεοδωράκη ή τους αγώνες του για την ελευθερία στηριζόμενοι είτε στην απόφασή του να πολιτευτεί με τη Νέα Δημοκρατία στις αρχές της δεκαετίας του '90 είτε στις πρόσφατες δηλώσεις του για το Σκοπιανό;
Είναι ελάχιστοι οι λογοτέχνες και, γενικά, οι άνθρωποι του πνεύματος, οι οποίοι να ακολούθησαν ιδεολογικά, πολιτικά και προσωπικά ένα δρόμο αποδεκτό, ακόμα και σήμερα, από τους πολλούς. Και σε εποχές, που οι προβεβλημένοι καλλιτέχνες ακολουθούσαν τον επίσημο και αποδεκτό από την Πολιτεία δρόμο, η τέχνη, που "άνθισε"στις περιόδους αυτές ήταν εκείνη ακριβώς, που υπάκουε σε φόρμες και στεγανά και για το λόγο αυτό ουδεμία δυνατότητα έκφρασης είχε πέρα από την επιβεβλημένη. Και όσοι καλλιτέχνες ανεδείχθησαν μέσα από τέτοια κινήματα, όπως ο Σολόχωφ, ο οποίος ευτύχησε να βραβευτεί και με βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, σήμερα δεν αποτελούν παρά ένα λήμμα σε κάποια σκονισμένη εγκυκλοπαίδεια περί λογοτεχνών του παρελθόντος.
Η ζωντανή και οικεία, ακόμα και σήμερα, γλώσσα του Μ. Καραγάτση είναι αυτή, που κρατάει ζωντανή τη λογοτεχνική του παραγωγή. Οι απλές και καθημερινές ιστορίες του αλλά και οι ήρωές του, άνθρωποι, που θα μπορούσαν να στέκονται δίπλα μας, κεντρίζουν, ακόμα και σήμερα, το ενδιαφέρον των φίλων της λογοτεχνίας. Και οι νέες αντιρρήσεις και οι κριτικές επιφυλάξεις για το έργο του Μ. Καραγάτση, και εδώ αντιγράφω το Στ. Ζουμπουλάκη, δεν θα τον σκοτώσουν ακόμα.
Από το συνέδριο αυτό αξίζει, πιστεύω , να κρατήσει κανείς το γεγονός ότι ήταν το πρώτο, που έγινε προς τιμή του συγκεκριμένου λογοτέχνη, ο οποίος αξίζει να βρει μια θέση ανάμεσα στους σπουδαίους ομοτέχνους του της ημεδαπής. Ακόμα, έδωσε το έναυσμα για μια σειρά συζητήσεων σχετικά με την αξία της λογοτεχνίας του και τις ιδέες, που μπορεί να υπηρετούσε ο Μ. Καραγάτσης, την εποχή, που ζούσε. Τέλος, σαφώς και δεν τον αγιοποίησε αλλά πρέπει να τονιστεί ότι, όσο και αν προσπάθησαν οι πολέμιοι των ιδεών του, δεν τον κατακρήμνισαν από τη θέση, που δικαίως κατέχει στην εντόπια λογοτεχνική παραγωγή. Και σίγουρα, ακόμα και αν κάποιος διαφωνεί με την τοποθέτηση αρκετών εκ των ομιλητών για το έργο του Μ. Καραγάτση, όπως ο γράφων, οπωσδήποτε οι θέσεις αυτές τον ερεθίζουν να ξαναδιαβάσει από άλλη σκοπιά ορμώμενος τα βιβλία του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου