Δε νομίζω ότι υπάρχει κάποιος άνθρωπος, που δεν έφριξε ακούγοντας στις ειδήσεις ή διαβάζοντας σε κάποιο έντυπο την ιστορία, που έλαβε χώρα πρόσφατα στην Αυστρία. Ένας πατέρας (;;) είχε κλείσει σε ένα υπόγειο την κόρη του επί 24 χρόνια, τη βίαζε και είχε αποκτήσει μαζί της 7 παιδιά. Ολόκληρη η κοινωνία την μικρής τους πόλης δεν είδε ούτε άκουσε τίποτε. Από ένα τυχαίο γεγονός, αποκαλύφθηκε η φρίκη και ο πατέρας συνελήφθη και ομολόγησε το έγκλημά του.
Αρκετό μελάνι έχει ήδη χυθεί και αρκετή φαιά ουσία έχει καταναλωθεί σε μια προσπάθεια να γίνει κάποια αντιστοιχία με όσα διαδραματίζονται στη χώρα μας. Δεν μιλάω, φυσικά, για περιστατικά ανάλογα, όπως αυτό, που έλαβε χώρα πρόσφατα στο Μαραθιά, όπου μια μητέρα με έντονα ψυχολογικά προβλήματα κρατούσε κλεισμένα τα δύο τέκνα της σε ένα στάβλο αλλά για την παρουσίαση του ονοματεπώνυμου και της φωτογραφίας του δράστη του αποτρόπαιου αυτού εγκλήματος. Τονίστηκε, και πολύ σωστά, η αποτυχία της ελληνικής πολιτείας να προστατέψει τους φερόμενους ως διαπράξαντες κάποια αδικήματα στην υπόθεση Ζαχόπουλου αλλά και το αλλοπρόσαλλο φαινόμενο κάποιος να καταθέτει στον αρμόδιο Εισαγγελέα και να κατονομάζεται αλλά και να βλέπουμε το πρόσωπό του, ενώ όταν του απαγγέλλονταν κατηγορίες μετατρεπόταν στον άγνωστο Χ, του οποίου γνωστά στοιχεία παρέμεναν μόνο η ηλικία και το επάγγελμά του. Ή μόνο η ηλικία, αν μιλάμε για την πρώην συνεργάτιδα του κ. Ζαχόπουλου.
Εκείνο, το οποίο τονίστηκε ιδιαίτερα, ήταν το γεγονός ότι όταν κάποιος διώκεται, τότε αυτή η δίωξη αποτελεί ένα δημόσιο γεγονός. Και ως τέτοιο δεν πρέπει να μένει κρυφό. Διότι αλλιώς δεν θα μπορεί να υπάρξει επαρκής έλεγχος των αρχών, που ασκούν την ανάκριση και τη δίωξη του προσώπου αυτού.
Μόνο που μένει ένα ερώτημα αναπάντητο : Τι θα συμβεί, άραγε, όταν ο διωκόμενος και αργότερα κατηγορούμενος, του οποίου το πρόσωπο και πιθανότατα και άλλες ιδιότητές του θα έχουν βγει στη φόρα, αθωωθεί; Θα έχει προηγηθεί σαφώς μια προβολή ή διαπόμπευση, αν προτιμάτε, του ιδίου στους τηλεοπτικούς σταθμούς αλλά και στα έντυπα πάσης φύσεως. Όλοι θα το βλέπουν ως τον εγκληματία, το τέρας, το κάθαρμα, ανάλογα με τις συναισθηματικές διακυμάνσεις του καθενός αλλά και τη φύση του αδικήματος, που διέπραξε. Και όταν βγει η αθωωτική απόφαση; Μήπως ζούμε σε μια ανεπτυγμένη κοινωνία, όπου έχουμε μάθει να αποδεχόμαστε την ετυμηγορία ενός δικαστηρίου με σεβασμό; Μπορώ να δεχθώ ότι κάποιες αποφάσεις των δικαστηρίων μας εγείρουν πολλά ερωτήματα αναφορικά με την ορθότητά τους αλλά δεν μπορώ να παραβλέψω ότι αυτά τα ερωτήματα συχνά εγείρονται από πρόσωπα, τα οποία δεν μπορούν να έχουν πρόσβαση στη δικογραφία, οπότε δεν μπορούν εκ των πραγμάτων να γνωρίζουν, αν συνέτρεχαν ελαφρυντικές περιστάσεις ή υπήρχαν στοιχεία, από τα οποία προέκυπτε η αθωότητα του κατηγορουμένου. Και δεν ασπάζομαι τη λογική του περί δικαίου αισθήματος για λόγους, που παρακάτω θα αναφέρω.
Προ 13 ετών, ίσως και περισσότερων, μια νοσοκόμα τσεχικής καταγωγής, η Θεοδώρα Σουφχάρα, κατηγορήθηκε ότι σκότωσε το 9χρονο παιδί της και κακοποιούσε σεξουαλικά τα παιδιά της. Τα Μ.Μ.Ε. ασχολήθηκαν με την υπόθεση αυτή, προβάλλοντας μια γυναίκα-τέρας, μια σύγχρονη «Μήδεια», πήραν συνεντεύξεις από πρόσωπα, τα οποία ανέφεραν ότι στα χέρια της κας. Σουφχάρα πέθαναν κάποιοι ασθενείς, τους οποίους αυτή φρόντιζε αλλά και άλλα πολλά δυσμενή γι’ αυτή. Επρόκειτο για ένα πρόσωπο, το οποίο είχε ήδη συλληφθεί από τις αρχές, άρα, αν ακολουθήσουμε την ανωτέρω λογική, θα καταλήξουμε ότι επρόκειτο για ένα δημόσιο γεγονός, το οποίο δεν έπρεπε να μείνει κρυφό.
Τελικά και μετά από ένα ιδιαίτερα δύσκολο δικαστικό αγώνα, η κα. Σουφχάρα αθωώθηκε. Είχε ήδη, όμως, χάσει την επιμέλεια του άλλου τέκνου της, λόγω καταδικαστικής απόφασης σε βάρος της για παραμέληση εποπτείας ανηλίκου. Και, το χειρότερο απ’ όλα, είχε διασυρθεί πανελληνίως για τις πράξεις, που της αποδίδονταν. Ήταν αθώα για τη Δικαιοσύνη αλλά ένοχη στα μάτια του κόσμου. Και τότε δεν υπήρχε ο νόμος περί προσωπικών δεδομένων.
Φυσικά και είμαι υπέρ της άποψης ότι πρέπει να υπάρχει διαφάνεια των ενεργειών της πολιτείας, ώστε να υπάρχει η δυνατότητα του ελέγχου αυτής αλλά και των οργάνων της. Δεν γνωρίζω, όμως, γιατί πρέπει να δίδονται στη δημοσιότητα τα ονόματα όσων κρατούνται, ανακρίνονται ή προφυλακίζονται από την πολιτεία. Και η δημοσιότητα αφορά τα Μ.Μ.Ε., των οποίων ο χειρισμός υποθέσεων, όπως οι παραπάνω, υπήρξε συχνά εσφαλμένος. Αφορά, όμως, και εμάς τους ίδιους, που αδυνατούμε να δεχθούμε ότι κάποιος, που κρατήθηκε, φυλακίστηκε και αργότερα αθωώθηκε, μπορεί να είναι αθώος. Αν αφορά σε κάτι η προστασία των προσωπικών δεδομένων, αυτό είναι η αξιοπρέπεια του καθενός μας. Τι νόημα, όμως, θα έχει, όταν προβάλλεται το πρόσωπό μας ή το όνομά μας στα Μ.Μ.Ε., προτού καν μας απαγγελθούν κατηγορίες ή και αν, ακόμα, απαγγελθούν κατηγορίες σε βάρος μας, εμείς είμαστε ακόμα αθώοι ή, τουλάχιστον, δεν υπάρχει καταδικαστική απόφαση σε βάρος μας; Το τεκμήριο της αθωότητας, δυστυχώς, θα έχει πάει περίπατο στο όνομα της διαφάνειας και, κυρίως, της επιθυμίας μας να δει ο κόσμος ποιο είναι το «κτήνος».
Αρκετό μελάνι έχει ήδη χυθεί και αρκετή φαιά ουσία έχει καταναλωθεί σε μια προσπάθεια να γίνει κάποια αντιστοιχία με όσα διαδραματίζονται στη χώρα μας. Δεν μιλάω, φυσικά, για περιστατικά ανάλογα, όπως αυτό, που έλαβε χώρα πρόσφατα στο Μαραθιά, όπου μια μητέρα με έντονα ψυχολογικά προβλήματα κρατούσε κλεισμένα τα δύο τέκνα της σε ένα στάβλο αλλά για την παρουσίαση του ονοματεπώνυμου και της φωτογραφίας του δράστη του αποτρόπαιου αυτού εγκλήματος. Τονίστηκε, και πολύ σωστά, η αποτυχία της ελληνικής πολιτείας να προστατέψει τους φερόμενους ως διαπράξαντες κάποια αδικήματα στην υπόθεση Ζαχόπουλου αλλά και το αλλοπρόσαλλο φαινόμενο κάποιος να καταθέτει στον αρμόδιο Εισαγγελέα και να κατονομάζεται αλλά και να βλέπουμε το πρόσωπό του, ενώ όταν του απαγγέλλονταν κατηγορίες μετατρεπόταν στον άγνωστο Χ, του οποίου γνωστά στοιχεία παρέμεναν μόνο η ηλικία και το επάγγελμά του. Ή μόνο η ηλικία, αν μιλάμε για την πρώην συνεργάτιδα του κ. Ζαχόπουλου.
Εκείνο, το οποίο τονίστηκε ιδιαίτερα, ήταν το γεγονός ότι όταν κάποιος διώκεται, τότε αυτή η δίωξη αποτελεί ένα δημόσιο γεγονός. Και ως τέτοιο δεν πρέπει να μένει κρυφό. Διότι αλλιώς δεν θα μπορεί να υπάρξει επαρκής έλεγχος των αρχών, που ασκούν την ανάκριση και τη δίωξη του προσώπου αυτού.
Μόνο που μένει ένα ερώτημα αναπάντητο : Τι θα συμβεί, άραγε, όταν ο διωκόμενος και αργότερα κατηγορούμενος, του οποίου το πρόσωπο και πιθανότατα και άλλες ιδιότητές του θα έχουν βγει στη φόρα, αθωωθεί; Θα έχει προηγηθεί σαφώς μια προβολή ή διαπόμπευση, αν προτιμάτε, του ιδίου στους τηλεοπτικούς σταθμούς αλλά και στα έντυπα πάσης φύσεως. Όλοι θα το βλέπουν ως τον εγκληματία, το τέρας, το κάθαρμα, ανάλογα με τις συναισθηματικές διακυμάνσεις του καθενός αλλά και τη φύση του αδικήματος, που διέπραξε. Και όταν βγει η αθωωτική απόφαση; Μήπως ζούμε σε μια ανεπτυγμένη κοινωνία, όπου έχουμε μάθει να αποδεχόμαστε την ετυμηγορία ενός δικαστηρίου με σεβασμό; Μπορώ να δεχθώ ότι κάποιες αποφάσεις των δικαστηρίων μας εγείρουν πολλά ερωτήματα αναφορικά με την ορθότητά τους αλλά δεν μπορώ να παραβλέψω ότι αυτά τα ερωτήματα συχνά εγείρονται από πρόσωπα, τα οποία δεν μπορούν να έχουν πρόσβαση στη δικογραφία, οπότε δεν μπορούν εκ των πραγμάτων να γνωρίζουν, αν συνέτρεχαν ελαφρυντικές περιστάσεις ή υπήρχαν στοιχεία, από τα οποία προέκυπτε η αθωότητα του κατηγορουμένου. Και δεν ασπάζομαι τη λογική του περί δικαίου αισθήματος για λόγους, που παρακάτω θα αναφέρω.
Προ 13 ετών, ίσως και περισσότερων, μια νοσοκόμα τσεχικής καταγωγής, η Θεοδώρα Σουφχάρα, κατηγορήθηκε ότι σκότωσε το 9χρονο παιδί της και κακοποιούσε σεξουαλικά τα παιδιά της. Τα Μ.Μ.Ε. ασχολήθηκαν με την υπόθεση αυτή, προβάλλοντας μια γυναίκα-τέρας, μια σύγχρονη «Μήδεια», πήραν συνεντεύξεις από πρόσωπα, τα οποία ανέφεραν ότι στα χέρια της κας. Σουφχάρα πέθαναν κάποιοι ασθενείς, τους οποίους αυτή φρόντιζε αλλά και άλλα πολλά δυσμενή γι’ αυτή. Επρόκειτο για ένα πρόσωπο, το οποίο είχε ήδη συλληφθεί από τις αρχές, άρα, αν ακολουθήσουμε την ανωτέρω λογική, θα καταλήξουμε ότι επρόκειτο για ένα δημόσιο γεγονός, το οποίο δεν έπρεπε να μείνει κρυφό.
Τελικά και μετά από ένα ιδιαίτερα δύσκολο δικαστικό αγώνα, η κα. Σουφχάρα αθωώθηκε. Είχε ήδη, όμως, χάσει την επιμέλεια του άλλου τέκνου της, λόγω καταδικαστικής απόφασης σε βάρος της για παραμέληση εποπτείας ανηλίκου. Και, το χειρότερο απ’ όλα, είχε διασυρθεί πανελληνίως για τις πράξεις, που της αποδίδονταν. Ήταν αθώα για τη Δικαιοσύνη αλλά ένοχη στα μάτια του κόσμου. Και τότε δεν υπήρχε ο νόμος περί προσωπικών δεδομένων.
Φυσικά και είμαι υπέρ της άποψης ότι πρέπει να υπάρχει διαφάνεια των ενεργειών της πολιτείας, ώστε να υπάρχει η δυνατότητα του ελέγχου αυτής αλλά και των οργάνων της. Δεν γνωρίζω, όμως, γιατί πρέπει να δίδονται στη δημοσιότητα τα ονόματα όσων κρατούνται, ανακρίνονται ή προφυλακίζονται από την πολιτεία. Και η δημοσιότητα αφορά τα Μ.Μ.Ε., των οποίων ο χειρισμός υποθέσεων, όπως οι παραπάνω, υπήρξε συχνά εσφαλμένος. Αφορά, όμως, και εμάς τους ίδιους, που αδυνατούμε να δεχθούμε ότι κάποιος, που κρατήθηκε, φυλακίστηκε και αργότερα αθωώθηκε, μπορεί να είναι αθώος. Αν αφορά σε κάτι η προστασία των προσωπικών δεδομένων, αυτό είναι η αξιοπρέπεια του καθενός μας. Τι νόημα, όμως, θα έχει, όταν προβάλλεται το πρόσωπό μας ή το όνομά μας στα Μ.Μ.Ε., προτού καν μας απαγγελθούν κατηγορίες ή και αν, ακόμα, απαγγελθούν κατηγορίες σε βάρος μας, εμείς είμαστε ακόμα αθώοι ή, τουλάχιστον, δεν υπάρχει καταδικαστική απόφαση σε βάρος μας; Το τεκμήριο της αθωότητας, δυστυχώς, θα έχει πάει περίπατο στο όνομα της διαφάνειας και, κυρίως, της επιθυμίας μας να δει ο κόσμος ποιο είναι το «κτήνος».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου